Skip to main content

Γιατί οι Πρέσπες δεν μετατρέπουν τα Σκόπια σε Ελντοράντο

Το αφήγημα περί προώθησης των οικονομικών σχέσεων και… συνανάπτυξης μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών απέχει πολύ από την πραγματικότητα.

Στις αρχές του 1999, τρεις Έλληνες υπουργοί που βρίσκονταν σε επίσκεψη στα Σκόπια έγιναν δεκτοί από τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας και εμβληματική πολιτική φυσιογνωμία του γειτονικού κράτους Κίρο Γκλιγκόροφ. Ο τότε υπουργός Άμυνας Άκης Τσοχατζόπουλος, ο τότε αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιάνος Κρανιδιώτης και ο τότε υφυπουργός Εσωτερικών Γιώργος Φλωρίδης παρέμειναν επί μία περίπου ώρα στο προεδρικό μέγαρο και –μεταξύ άλλων- άκουσαν τον Γκλιγκόροφ να τους λέει πως όταν ένα κράτος ελέγχει σε σημαντικό βαθμό την ενέργεια, τις τηλεπικοινωνίες και τις τράπεζες μιας άλλης χώρας, τότε δεν έχει τίποτε να φοβηθεί από εκείνη.

Αυτό που εννοούσε ο Σκοπιανός πρόεδρος ήταν ότι η Ελλάδα που τότε μέσω των Ελληνικών Πετρελαίων, του ΟΤΕ και της Εθνικής Τράπεζας είχε καθοριστική παρέμβαση σε βασικούς τομείς της οικονομίας της χώρας του, ενώ παράλληλα μικρότερες ελληνικές επιχειρήσεις είχαν επενδύσει στη βιομηχανία, το εμπόριο και τις υπηρεσίες, δεν είχε τίποτε να φοβηθεί από της FYROM, αντίθετα είχε κάθε λόγο να τη στηρίξει και να τη βοηθήσει να αναπτυχθεί.

Είκοσι χρόνια μετά, το ονοματολογικό έχει λυθεί με τη Συμφωνία των Πρεσπών, παρά την αντίθεση που σύμφωνα με τα γκάλοπ διατυπώνει η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει πάρει επάνω του το θέμα και όταν μιλάει για τις θετικές επιπτώσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών αναφέρεται πάντα στις προοπτικές της οικονομικής ανάπτυξης  στα Βαλκάνια. Μάλιστα, από το βήμα του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, προκειμένου να υπογραμμίσει την πρακτική αξία των απόψεων του, ανακοίνωσε ότι θα πραγματοποιήσει σύντομα επίσημη επίσκεψη στα Σκόπια συνοδευόμενος από επιχειρηματική αποστολή.

Το αφήγημα περί προώθησης των οικονομικών σχέσεων και… συνανάπτυξης μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Πολύ απλά διότι από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι σήμερα οι οικονομικές και επιχειρηματικές σχέσεις των δύο χωρών –όπως και οι σχέσεις των πολιτών των δύο χωρών- αναπτύσσονται σταθερά στη βάση της εγγύτητας. Με την ελληνική πλευρά, ως ισχυρότερη οικονομικά, να παίρνει τις πρωτοβουλίες. Είτε αυτές αφορούν επιχειρήσεις που ελέγχει το δημόσιο, όπως ήταν το 1999 ο ΟΤΕ, τα ΕΛΠΕ και η Εθνική Τράπεζα, είτε ιδιωτικές επιχειρήσεις –μεγάλου μεγέθους όπως η ΤΙΤΑΝ και η Βερόπουλος, είτε μικρότερες, όπως δεκάδες μεταποιητικές και εκατοντάδες εμπορικές που δραστηριοποιούνται στη γειτονική χώρα. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 η Ελλάδα έχει επενδύσει στα Σκόπια πάνω ένα δισ. Ευρώ. Περί τις 200 ελληνικές επιχειρήσεις είχαν φτάσει να απασχολούν 20.000 εργαζομένους και αν σε κάποιους τομείς τα μεγέθη υποχώρησαν αυτό συνέβη αφενός λόγω της βίαιης οικονομικής κρίσης και της πολυετούς ύφεσης στην Ελλάδα, και αφετέρου λόγω της προβληματικής οικονομικής ανάπτυξης στα Σκόπια. Το όνομα της χώρας δεν υπήρξε ποτέ εμπόδιο για επιχειρηματικές και εμπορικές πρωτοβουλίες. Ακόμη και το κακό κλίμα που σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξε –για παράδειγμα η κυβέρνηση του υπερεθνικιστή Γκρούεφσκι προσπαθούσε να δημιουργήσει προσκόμματα στη δραστηριότητα επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων- οφείλονταν σε πολιτική επιλογή και όχι στο όνομα. Γι’ αυτό άλλωστε απ’ όλες αυτές τις επενδύσεις μόνο ο ΟΤΕ έχει αποχωρήσει, αν και όχι ακριβώς. Όταν η ελληνική εταιρία εξαγοράστηκε από τη Deutsche Telekom, οι Γερμανοί υποοχρεώθηκαν να πουλήσουν τη συμμετοχή του ΟΤΕ στα Σκόπια, διότι ήδη κατείχαν τη δεύτερη τηλεπικοινωνιακή άδεια στη χώρα και δημιουργήθηκαν συνθήκες μονοπωλίου.

Αλλά και ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Φώτης Κουβέλης εμφανίστηκε το Σάββατο στη Θεσσαλονίκη στη γραμμή του πρωθυπουργού υποστήριξε ότι η συμφωνία Αθήνας – Σκοπίων ανοίγει προοπτικές για το λιμάνι της πόλης. Το άκουσμα της δήλωσης μόνο θυμηδία προκάλεσε στα ναυτιλιακά και εκτελωνιστικά γραφεία της οδού Κουντουριώτου και των γύρω δρόμων. Όλοι οι παροικούντες στην Ιερουσαλήμ του λιμένα της Θεσσαλονίκης γνωρίζουν άριστα ότι ουδέποτε –πέραν την ολιγόμηνης περιόδου του ελληνικού εμπάργκο στα μέσα της δεκαετίας του 1990, που οδήγησε στην ενδιάμεση συμφωνία ανάμεσα στις δύο χώρες- δημιουργήθηκε κάποιο πρόβλημα στην εξυπηρέτηση των φορτίων από και προς τα Σκόπια.  

Η Συμφωνία των Πρεσπών –η συγκεκριμένη ή κάποια άλλη, με χρήση ή όχι του ονόματος Μακεδονία και των παραγώγων του- ενδεχομένως θα έπρεπε να υπάρξει για άλλους λόγους, όπως η πίεση των Αμερικανών και των Ευρωπαίων, η ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, η αναχαίτιση της ρωσικής επιρροής στα Βαλκάνια ή απλά για να κλείσει ένα εθνικό θέμα. Σε καμία περίπτωση, όμως, για λόγους οικονομικής ανάπτυξης και πολύ περισσότερο… συνανάπτυξης. Και θα έχει πραγματικό ενδιαφέρον να δούμε ποιοι Έλληνες επιχειρηματίες θα συνοδεύσουν τον πρωθυπουργό στα Σκόπια και για ποιους λόγους. Σίγουρα όχι λόγω απαγόρευσης να επισκεφθούν και να κάνουν δουλειές στη γειτονική χώρα.   

ΥΓ. Το μόνο που πρακτικά θα αλλάξει στο ορατό μέλλον για τις επιχειρήσεις των δύο χωρών είναι η υπογραφή για την αποφυγή διπλής φορολογίας. Από εδώ και στο εξής το κράτος των Σκοπίων δεν θα χαρακτηρίζεται μη συνεργάσιμη χώρα, κάτι που αποτελεί κίνητρο, αλλά επουδενί καθοριστικό παράγοντα για να ξεκινήσει μια ελληνική εταιρία δουλειές στην περιοχή.

ΥΓ2. Η Voria.gr επικοινωνεί το τελευταίο διάστημα με βορειοελλαδίτες επιχειρηματίες, οι οποίοι εδώ και πολλά χρόνια κάνουν δουλειές στα Σκόπια και με τα Σκόπια. Η συμβουλή τους παραμένει να κρατούν όλοι μικρό καλάθι. Όπως λέει χαρακτηριστικά ένας από αυτούς «μια βαλκανική χώρα δύο εκατομμυρίων καταναλωτών με ΑΕΠ της τάξεως των 10 δισ. ευρώ δεν συνιστούσε ποτέ, ούτε σήμερα κάποιου τύπου… Ελντοράντο».