Skip to main content

Σε... ψηφιακή απόκλιση η Ελλάδα - Ουραγός στην ΕΕ των «28»

Το πρόγραμμα με τις χειρότερες επιδόσεις του ΕΣΠΑ, με 50% απορροφητικότητα πόρων, είναι το «ΕΠ Ψηφιακή Σύγκλιση». Όνειρο ακόμη η ψηφιακή εποχή.

Προϋπόθεση για την ανάπτυξη της ιδιωτικής οικονομίας, στη σύγχρονη εποχή, αλλά και του εκσυγχρονισμού του δημόσιου τομέα όπως και της διαφάνειας στο δημόσιο, είναι οι νέες τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ).

Εν τούτοις, το πλέον προβληματικό, το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα με τις χειρότερες επιδόσεις στο ΕΣΠΑ 2007-2013, είναι το «Ε.Π. Ψηφιακή Σύγκλιση»: Σε όρους απορροφητικότητας, μιλάμε για κανονική «ψηφιακή απόκλιση», όταν μάλιστα έχουν γίνει και καταγγελίες για ....ζητήματα με τις κοινοτικές επιδοτήσεις.

Συγκεκριμένα, ενώ η Ελλάδα θα έπρεπε να «τρέχει με χίλια» για να ωφεληθεί από τις ΤΠΕ, η «Ψηφιακή Σύγκλιση» κατάφερε στα χρόνια υλοποίησης του ΕΣΠΑ να απορροφήσει μόλις 360,775 εκατ.ευρώ από τη συγχρηματοδοτούμενη δημόσια δαπάνη, από τα κοινοτικά κονδύλια, που για το συγκεκριμένο πρόγραμμα είναι στα 711,764 εκατ. ευρώ. Δηλαδή απορροφήθηκε περίπου το 50% των πόρων, κάτι που δεν δικαιολογείται από την κρίση και τα προβλήματα των επιχειρήσεων να εξασφαλίσουν την ίδια συμμετοχή, αφού άλλα Επιχειρησιακά πήγαν πολύ καλύτερα.

Με βάση τα αποτελέσματα της «Ψηφιακής Σύγκλισης», το αρμόδιο υπουργείο για το νέο ΕΣΠΑ (ΣΕΣ 2014-2020) θα πρέπει να βρει τρόπους να αποδώσει στο πλαίσιο του ΕΠΑνΕΚ, δηλαδή του Επιχειρησιακού Προγράμματος Ανταγωνιστικότητας, Επιχειρηματικότητας και Καινοτομίας, ο στρατηγικός τομέας Πληροφορικής και Επικοινωνιών.

Η Ελλάδα, στην Ε.Ε. των «28», βρίσκεται στην 26η θέση στον Δείκτη DESI 2015, δηλαδή  στο Γενικό Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας & Κοινωνίας βαθμολογείται με 0,36, όταν στην πρώτη θέση βρίσκεται η Δανία με 0,68. Πίσω από τη χώρα μας βρίσκονται μόνο δυο μέλη της ΕΕ, Ρουμανία και Βουλγαρία, ενώ η Ελλάδα σε όλους τους επιμέρους Δείκτες που συνθέτουν τον DESI 2015, είναι πολύ κάτω του κοινοτικού μέσου όρου. Στον DESI, σημειωτέον, ο κοινοτικός μέσος όρος βρίσκεται στο 0,48.

Η ψηφιακή εποχή και το e-government είναι ακόμη μακρινός στόχος για δημόσιο, παρότι έχουν γίνει βήματα σημαντικά όπως με την Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση, το Σύστημα Δημόσιων Ηλεκτρονικών Προμηθειών κ.αλ.. Στον ιδιωτικό τομέα όμως, το ηλεκτρονικό επιχειρείν, για το οποίο τόση συζήτηση έχει γίνει, αποτελεί όχι στόχο, αλλά περίπου όνειρο, σύμφωνα και με στοιχεία που παραθέτει η ερευνήτρια του Κέντρου Προγραμματισμού & Οικονομικών Ερευνών ( ΚΕΠΕ), Αλεξάνδρα Κοντόλαιμου, στο τελευταίο Δελτίο του Κέντρου.

Η Ελλάδα λοιπόν υστερεί σε όλους τους επιμέρους δείκτες του DESI, αλλά μεγαλύτερη υστέρηση σημειώνεται όσον αφορά το δείκτη του ανθρώπινου κεφαλαίου, καθώς η Ελλάδα εμφανίζει από τα μικρότερα ποσοστά τακτικών χρηστών του διαδικτύου στην ΕΕ28 (59%), ενώ 33% του πληθυσμού δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ το διαδίκτυο (ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος είναι 18%). Δεδομένων αυτών των επιδόσεων, οι στόχοι που έχουν τεθεί στο πλαίσιο της Ψηφιακής Ατζέντας για την Ευρώπη για τους δύο προαναφερθέντες υποδείκτες (75% και 15%, αντίστοιχα, μέχρι το 2015) φαντάζουν μάλλον ανέφικτοι. Επίσης, προσθέτει η κ. Κοντόλαιμου, μόνο το 45% κατέχει βασικές ψηφιακές δεξιότητες (59% ο ευρωπαϊκός μέσος όρος), ενώ το εργατικό δυναμικό στην Ελλάδα περιλαμβάνει ένα από τα μικρότερα ποσοστά ειδικών σε ΤΠΕ (1,4%) στην Ευρώπη των «28».

Όταν οι νέες τεχνολογίες παραμένουν κάτι το άγνωστο και μακριά από την καθημερινότητα των περισσοτέρων Ελλήνων, πώς είναι δυνατόν να γίνει η αξιοποίησή τους από τους φορείς της διοίκησης αλλά και τις επιχειρήσεις (π.χ. ηλεκτρονικό εμπόριο και υπηρεσίες);

Με τα μέχρι τώρα διαθέσιμα στοιχεία για το 2015 και σε σχέση με τον πίνακα ψηφιακών επιδόσεων του 2014, η θέση της Ελλάδας έχει επιδεινωθεί ως προς το δείκτη της ενσωμάτωσης της ψηφιακής τεχνολογίας (από την 20η στην 23η θέση), φανερώνοντας αδυναμίες των ελληνικών επιχειρήσεων όσον αφορά την υιοθέτηση και αξιοποίηση τεχνολογιών που συνδέονται με το ηλεκτρονικό επιχειρείν (e-business) και το ηλεκτρονικό εμπόριο (e-commerce).

Μόνο 62% των ελληνικών επιχειρήσεων διαθέτουν ιστοσελίδα και 78% διαθέτουν μια σταθερή σύνδεση ευρυζωνικότητας, με τα αντίστοιχα ποσοστά στην ΕΕ των «28» να είναι 74% και 90%. Σχετικά περιορισμένη είναι επίσης η χρήση υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους, με το ποσοστό ελληνικών επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν τέτοιες υπηρεσίες (9%) να υπολείπεται κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του μέσου όρου της ΕΕ.

Όσον αφορά τη χρήση ΤΠΕ από απασχολούμενους, οι ελληνικές επιχειρήσεις υστερούν σημαντικά σε σχέση με τη μέση ευρωπαϊκή επιχείρηση, με μόνο το 41% να παρέχει σε κάποιους εργαζομένους φορητές συσκευές (π.χ. laptops, tablets, smartphones) και το 37% των εργαζόμενων να χρησιμοποιούν στην εργασία τους υπολογιστές με σύνδεση στο διαδίκτυο.

Μάλλον αποθαρρυντική, συμπληρώνει η ερευνήτρια, είναι η εικόνα που παρουσιάζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις αναφορικά και με το ηλεκτρονικό εμπόριο. Ένα πολύ μικρό μέρος του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων, μόλις το 2%, οφείλεται στις διαδικτυακές πωλήσεις, ενώ μικρά είναι και τα ποσοστά των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν ένα δίκτυο υπολογιστών για την πραγματοποίηση πωλήσεων ή αγορών (9% και 6%, αντίστοιχα).