Skip to main content

Η… Άγρια Δύση των Βαλκανίων, ο Τζόκοβιτς και η Ελλάδα

Μια γειτονική περιοχή κολλημένη στο παρελθόν, που αδυνατεί να κοιτάξει το μέλλον με σύγχρονους όρους, αποτελεί βαρίδι και για την Ελλάδα.

Η υπόθεση της συμμετοχής ή όχι του Νόβακ Τζόκοβιτς στο πρώτο μεγάλο τουρνουά τένις της χρονιάς είναι δευτερεύον ζήτημα. Άλλωστε το τένις, όσο δημοφιλές κι αν είναι, όσο ευπώλητο τηλεοπτικά κι αν αποδεικνύεται, δεν παύει να είναι ένα αθλητικό παιχνίδι. Το πραγματικά μεγάλο θέμα που προέκυψε τις τελευταίες ημέρες είναι εάν μία χώρα –εν προκειμένω η Αυστραλία- θα δεχθεί την καταπάτηση των νόμων της που αφορούν τη δημόσια υγεία, προς χάριν κάποιου διάσημου και ξεχωριστού αθλητή και ανθρώπου γενικότερα, ο οποίος εν καιρώ φονικής πανδημίας επιμένει να κυκλοφορεί ανά τον πλανήτη ανεμβολίαστος, ή αν θα πράξει το αυτονόητο, που για τον ανεπτυγμένο δυτικό κόσμο είναι ότι οι νόμοι ισχύουν για όλους. Ή όπως λέγεται πιο επίσημα: όλοι είναι ίσοι απέναντι στο νόμο. Όπως φαίνεται η Αυστραλία στέκεται προς ώρας στο ύψος των περιστάσεων, με την κυβέρνησή της να μη δέχεται να κάνει τα στραβά μάτια.

Στον αντίποδα, στα Δυτικά Βαλκάνια, τα οποία (υποτίθεται ότι) επιθυμούν διακαώς να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και… κάνουν μούτρα όταν πολλοί στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη έχουν αντιρρήσεις, το θέμα πυροδότησε πολιτικές δηλώσεις. Διότι μπορεί να είναι κατανοητές –οι παράλογες στην πραγματικότητα- αντιδράσεις του Τζόκοβιτς, της οικογένειας του και των συνεργατών του, που με διάφορα επικολυρικά ακατάληπτα τσιτάτα στα κοινωνικά δίκτυα εμφανίζουν τον δικό τους ως έναν ταλαιπωρημένο προφήτη, που κηρύσσει την αγάπη και εισπράττει χολή. Στο κάτω κάτω ο αθλητής και οι δικοί του χάνουν λεφτά και δόξα, άρα η αντίδραση τους είναι τιμολογημένη. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι ο Τζόκοβιτς βρίσκεται σε …ώριμη ηλικία για πρωταθλητής, οι ευκαιρίες που θα βρει για να κερδίσει και να οικονομήσει δεν θα είναι πάρα πολλές από εδώ και πέρα. Αλλά οι πολιτικοί και θρησκευτικοί παράγοντες της Σερβίας –ο πρόεδρος της χώρας και ο Πατριάρχης της Εκκλησίας-, οι οποίοι στέκονται στο πλευρό του και προκαλούν εμμέσως διπλωματικό επεισόδιο τι ακριβώς υπερασπίζονται; Την καταπάτηση των κανονισμών από έναν συμπατριώτη τους; Μιλάει, δηλαδή, η καταγωγή και το αίμα; Θεωρούν ότι οι διασημότητες είναι άνθρωποι πιο… ίσοι από τους υπόλοιπους; Ή μήπως ο δικός τους δημοφιλής Τζόλε είναι πολιτικός και κοινωνικός παράγοντας στη Σερβία, οπότε όπως ακριβώς θα νομοθετούσαν ειδικά για εκείνον στη χώρα τους, ζητούν από τον υπόλοιπο πλανήτη να πράξει ανάλογα;

Προφανώς όλα αυτά είναι ρητορικά ερωτήματα, στα οποία δεν χωρά σοβαρή απάντηση. Τουλάχιστον καμία απάντηση που να στέκει στην ανεπτυγμένη Ευρώπη –και γενικότερα στον ανεπτυγμένο κόσμο- του 21ου αιώνα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση που οι ίδιοι εκπροσωπώντας τη σερβική κοινωνία επιθυμούν να συμμετάσχουν, προκειμένου να ξορκίσουν τα οικονομικά και άλλα βάσανα που τους κληροδότησε η πολύ δύσκολη δεκαετία του 1990 και ακόμη τους ταλαιπωρούν. Σε μια ΕΕ που πολύ δύσκολα θα γίνουν αποδεκτοί προς ένταξη εάν δεν πείσουν τους υπόλοιπους ότι πέρα από τα οικονομικά και θεσμικά προαπαιτούμενα, την εκπλήρωση των οποίων ούτως ή άλλως επιβάλουν οι ενταξιακές  διαδικασίες, διαθέτουν πραγματική βούληση και αυθεντική νοοτροπία.   

Τα Βαλκάνια είναι η γειτονιά της Ελλάδας και με αυτή την έννοια το ενδιαφέρον είναι αυτονόητο. Γι’ αυτό τα όσα κατά καιρούς συμβαίνουν στην… Άγρια Δύση των Βαλκανίων και παραπέμπουν στους πολλούς προηγούμενους αιώνες, μας μελαγχολούν. Μια γειτονική περιοχή κολλημένη στο παρελθόν, που αδυνατεί να κοιτάξει και να αντιμετωπίσει το μέλλον με σύγχρονους όρους, αποτελεί βαρίδι και για την Ελλάδα, αν υποθέσουμε ότι η χώρα μας έχει αποκτήσει, πλέον, σύγχρονη νοοτροπία. Το λαθρεμπόριο μέσω Τουρκίας, η φοροδιαφυγή μέσω Βουλγαρίας, ο μεγαλοϊδεατισμός της Αλβανίας, οι πλαστογραφίες των Σκοπίων είναι μερικά μόνο παραδείγματα μιας καθημερινότητας με συνέπειες για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Πολύ περισσότερο που υπάρχουν κάποιοι ανάμεσα μας –ακόμη και στο πολιτικό σύστημα- που ποντάρουν στο βαλκανικό μέλλον της Ελλάδας, πολύ πέρα από τα αυτονόητα και αναπόφευκτα βασικά μιας γειτνίασης.

Αυτά που συμβαίνουν με τον Τζόκοβιτς, για να επιστρέψουμε στο τρέχον ζήτημα, αναδεικνύουν ότι ο εθνικισμός στη Σερβία, ακόμη κι αν δεν ευλογεί τα όπλα, όπως παλαιότερα, αλλά το μεγαλείο της φυλής και των πιο ικανών τέκνων της, υπάρχει ως τρόπος σκέψης. Διότι, προφανώς, ούτε ο πρόεδρος, ούτε ο πατριάρχης στο Βελιγράδι θα έπαιρναν θέση για ανάλογες καταστάσεις, εάν αφορούσαν πρωταθλητή άλλης εθνικότητας. Άλλωστε η μεν Αυστραλία είναι πολύ μακριά, οπότε η λεκτική αψιμαχία ουδέν αντικείμενο έχει, το δε τένις είναι το τελευταίο στη σειρά «πρόβλημα» της Σερβίας.