Skip to main content

Η Ανατολία, σταθερή δεξαμενή ψήφων για τον Ερντογάν

Διαφορετικά είναι τα πράγματα στις εκλογές στην Ανατολία, όπου διαβιούν ακραιφνείς Τούρκοι και Ασιάτες, ένας συμπαγής ισλαμικός πληθυσμός.

Η σταθερή κατάσταση που παρατηρείται σε όλες τις εκλογές που διοργάνωσε ο Ερντογάν είναι ότι η υποβαθμισμένη -οικονομικά και πολιτιστικά- Ανατολία παραμένει σταθερά προσηλωμένη στον ισλαμισμό, σε αντίθεση με τις δυτικές περιοχές, όπου οι εξισλαμισμένοι χριστιανοί έχουν από πολλά χρόνια ενστερνιστεί τον δυτικό τρόπο ζωής.

Ιδιαιτέρως, η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη, έλαμψαν όχι μόνον στην περιοχή, αλλά παντού, ως πόλεις που παρήγαν πολιτισμό, αλλά και με οικονομική άνθηση, όπου οι Έλληνες πρωταγωνιστούσαν φυσικά. Παρ’ όλη την απουσία των Ελλήνων, η καταγωγή των Τούρκων πολιτών, δεν κρύβεται. Αυτόν τον κόσμο, ο Ερντογάν θα τον έχει πάντα απέναντί του.

Διαφορετικά είναι τα πράγματα στην Ανατολία, όπου διαβιούν ακραιφνείς Τούρκοι και Ασιάτες, ένας συμπαγής ισλαμικός πληθυσμός, μετά την Γενοκτονία κατά των Αρμενίων. Δεν υπήρχε συμπάθεια προς τον Κεμάλ, και φαίνεται πως η αντιπάθεια ήταν αμοιβαία με τους κεμαλιστές. Τούτο συνάγεται και από ένα βιβλίο, του φημισμένου Τούρκου συγγραφέα, Γιακούπ Καντρί Καραοσμάνογλου, με τίτλο "Γιαμπάν", που προκάλεσε αίσθηση όταν εκδόθηκε το 1930.

Η υπόθεση του βιβλίου, που μας θύμισε ο Γιώργος Λυκοκάπης, στο slpress, πριν από αρκετό καιρό, διαδραματίζεται στην υπό διάλυση Οθωμανική Αυτοκρατορία, μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Έχει για ήρωα έναν ανώτατο Οθωμανό αξιωματικό, που καταφεύγει σε ένα χωριό της Ανατολίας για να αποφύγει την σύλληψη του από τους Βρετανούς.

Το βιβλίο είναι ουσιαστικά αυτοβιογραφικό. Ο Καραοσμάνογλου, γόνος επιφανούς οθωμανικής δυναστείας, είχε καταφύγει σε ένα απομακρυσμένο χωριό στην Τουρκία το 1918. Ο ήρωας του βιβλίου, ουσιαστικά ο ίδιος ο συγγραφέας, περιγράφει την απόλυτη περιφρόνησή του για τους Τούρκους χωρικούς της Ανατολίας. Σε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του βιβλίου σημειώνει «ξέρω πως κάνουν έρωτα οι γάτες, αλλά δεν μπορώ να διανοηθώ πως κάνουν έρωτα αυτοί οι χωριάτες».

Από τότε μέχρι και σήμερα υπάρχει ένα αγεφύρωτο χάσμα στην Τουρκία. Από την μία πλευρά η κοσμική ελίτ των μεγάλων πόλεων και από την άλλη οι λαϊκές μάζες των μουσουλμάνων της Ανατολίας. Όχι όμως μόνον αυτής, επειδή μετά τη δεκαετία του ’60 υπήρξε ένα κύμα εσωτερικής μετανάστευσης, καθώς πολλοί χωρικοί κατέφυγαν στις μεγάλες πόλεις προς αναζήτηση εργασίας.

Ο Γ. Λυκοκάπης διαπιστώνει αυτό που ανέφερα ανωτέρω. Ότι οι χωρικοί της Ανατολής, και αυτοί που μετανάστευσαν στις αστικές περιοχές, λατρεύουν στην κυριολεξία τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν. Είναι ο δικός τους άνθρωπος. Να μη ξεχνάμε -και ο Ερντογάν μας/τους το θυμίζει συνεχώς-, ότι έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια, μέσα σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, όπως η πλειοψηφία των Τούρκων.

Δεν είναι περίεργο επομένως, που τα αποτελέσματα των τουρκικών εκλογών αποτυπώνουν έντονα αυτό το χάσμα. Έγινε μια προσπάθεια στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κατά τις προηγούμενες εκλογές, να αντικατασταθεί ο Αλεβίτης πρόεδρος Κεμάλ Κιλιντσάρογλου, με ισλαμιστή πρόεδρο, ο οποίος δεν έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Ίσως, μεγάλο μέρος του τουρκικού λαού δεν θέλει να συνειδητοποιήσει την οικτρά οικονομική κατάσταση στην οποία έφερε την Τουρκία ο Ερντογάν, διατηρώντας ακόμη αναμνήσεις από το οικονομικό θαύμα της Τουρκίας των δύο προηγούμενων δεκαετιών το οποίο συνδέθηκε με τον Ερντογάν, όχι με το κεμαλικό CHP.

Ίσως πάλι να βοήθησε τον Ερντογάν και ο ηγέτης των Γκρίζων Λύκων, Νταβέντ Μπαχτσελί, ο οποίος από σφοδρός επικριτής του Ερντογάν, του πρόσφερε τις ψήφους της ακροδεξιάς.

Κοντά σ’ αυτά, να προστεθεί και ότι δεν βρέθηκε ακόμη το κατάλληλο πρόσωπο, με ισχυρή πυγμή, ώστε να μη οδηγηθεί η Τουρκία σε εμφύλιο στη μετά Ερντογάν εποχή.