Skip to main content

Η Ελλάδα παίζει τα… ρέστα της σε επτά δύσκολα χρόνια

Γιατί έχει σημασία η ημερίδα που οργανώνει την προσεχή Δευτέρα η Voria.gr για το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αλλά και το νέο ΕΣΠΑ

Υποτίθεται ότι για τις δουλειές χρειάζονται λεφτά. Να το πούμε διαφορετικά: συνήθως οι δουλειές σκοντάφτουν στην έλλειψη χρημάτων. Ως γνωστόν όταν δεν υπάρχουν… καύσιμα το όχημα δεν μπορεί να κινηθεί. Τουλάχιστον στην Ελλάδα αυτός είναι ο κανόνας. Ή ήταν, διότι τα επόμενα χρόνια στη χώρα διατίθενται πολλά δισ. ευρώ από την Ευρώπη, περισσότερα από ποτέ. Αν σκεφτεί κανείς ότι από το 1980, όταν η Ελλάδα εντάχθηκε στην τότε ΕΟΚ, έχουν εισρεύσει στη χώρα συνολικά 200 δισ. ευρώ σε 40 χρόνια, τα 70 και κάτι δισ. που θα είναι διαθέσιμα μέχρι το 2030 μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Αν, μάλιστα, προσθέσει κανείς τα ιδιωτικά κεφάλαια και τα τραπεζικά δάνεια που θα «συνοδεύσουν» αυτά τα 70 και κάτι δισ. φτάνουμε στα 125, 130 ίσως και 150 δισ. ευρώ μέσα σε επτά – οκτώ χρόνια. Δεν τα λες και λίγα. Τουλάχιστον στη θεωρία τα κονδύλια αυτά είναι ικανά αφενός να καλύψουν ένα μεγάλο μέρος από το επενδυτικό κενό που δημιούργησαν στη χώρα οι απανωτές κρίσεις και κυρίως η ύφεση και η χρεοκοπία της δεκαετίας του 2010 και αφετέρου να συμβάλλουν στην ουσιαστική αναμόρφωση και τον αναπροσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας σε παραγωγικότερα και ανταγωνιστικότερα μονοπάτια, μέσω του εκσυγχρονισμού του δημόσιου τομέα και της ενδυνάμωσης των επιχειρήσεων.    

Διαβάστε ακόμη: Ημερίδα της Voria.gr για το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ τη Δευτέρα στη Θεσσαλονίκη

Όλα αυτά τα ωραία και αισιόδοξα έχουν δύο βασικές προϋποθέσεις, που σε αυτή τη φάση κανείς στη χώρα δεν μπορεί αν είναι σίγουρος ότι θα ισχύσουν.

Πρώτον, ότι ο δημόσιος τομέας θα λειτουργήσει διαφορετικά απ’ ό,τι συνηθίζει και απ’ ότι μας έχει συνηθίσει. Θα λειτουργήσει γρηγορότερα, ποιοτικότερα και επομένως αποτελεσματικότερα. Οι εγκρίσεις, οι αδειοδοτήσεις, οι εκταμιεύσεις και ό,τι άλλο συνοδευτικό απαιτείται θα διεκπεραιωθούν γρήγορα και πάντως πολύ ταχύτερα από τους συνήθεις ρυθμούς. Για να συμβεί αυτό οι νομοθετικές ρυθμίσεις μπορεί να είναι απαραίτητες, αλλά δεν αρκούν.

Δεύτερον, ότι ο ιδιωτικός τομέας, δηλαδή οι ελληνικές επιχειρήσεις, επίσης θα λειτουργήσουν διαφορετικά απ’ ό,τι συνηθίζουν. Κατ’ αρχήν θα ενδιαφερθούν και θα φροντίσουν να αυξηθεί το μέγεθός τους, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν τόσο στα τραπεζικά κριτήρια και να εξασφαλίσουν χρηματοδοτήσεις όσο και στον διεθνή ανταγωνισμό. Η ψηφιακότητα και η «πράσινη μετάβαση», που πριμοδοτούνται ιδιαιτέρως σε αυτή τη φάση, θα πρέπει να αποκτήσουν ουσιαστικό περιεχόμενο, ώστε να οδηγήσουν σε μια πραγματικά καινούργια μέρα για το ελληνικό επιχειρείν. Διότι εάν απλώς επικρατήσει η κουλτούρα του τζάμπα ή φτηνού χρήματος τότε η ευκαιρία θα χαθεί.

Οι γνωρίζοντες καλά τα ευρωπαϊκά θέματα και συγχρόνως την κατάσταση στον κρατικό μηχανισμό και την ελληνική αγορά στοιχηματίζουν ότι το δύσκολο αυτό στοίχημα θα χαθεί. Τουλάχιστον δεν θα εκπληρωθούν πλήρως οι προσδοκίες που υπάρχουν. «Τα λεφτά είναι πολλά και γι’ αυτό ενώ αρκετά θα σπαταληθούν στο τέλος θα μείνουν και πράγματα ουσίας» σημειώνει οικονομικός παράγοντας με δεκαετίες στην πλάτη του και… χιλιάδες χιλιόμετρα στα πόδια του, επιχειρώντας να δει το μέλλον μέσα από τη γυάλινη σφαίρα της εμπειρίας του. Και, μάλλον, δεν έχει άδικο. Αρκεί να σκεφτεί ο καθένας κάποια παραδείγματα που γνωρίζει. Για παράδειγμα, πόσος χρόνος χρειάζεται για να εκδοθεί μια άδεια περιβαλλοντικών επιπτώσεων; Πόσος χρόνος απαιτείται για να εγκριθεί ένα επενδυτικό πρόγραμμα; Και από την άλλη πόσο αποφασισμένος είναι να προχωρήσει «στον δρόμο της αρετής» ένας μικρομεσαίος επιχειρηματίας, ο οποίος έχει μάθει να κινείται σε… γκρίζα μονοπάτια, χρωστάει αρκετά και μετράει την κάθε ημέρα σα να είναι η τελευταία; Ερωτήσεις που από πίσω τους κρύβουν τραύματα, τα οποία καλούνται τώρα να μετεξελιχθούν σε... θαύματα.

Την ερχόμενη Δευτέρα 27 Ιουνίου η Voria.gr κάνει ένα θαρραλέο βήμα με την οργάνωση ημερίδας για το απολύτως επίκαιρο θέμα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αλλά και του νέου ΕΣΠΑ. Διότι στη σημερινή συγκυρία χρειάζεται θάρρος για να ασχοληθείς με δύο σύγχρονα αναπτυξιακά εργαλεία, την ώρα που οι πάντες έχουν αλλού το νου τους. Οι μεν πολιτικοί στις επερχόμενες εκλογές και την επιβίωσή τους. Οι δε επιχειρηματίες στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και της ακρίβειας, επίσης παλεύοντας για τη δική τους επιβίωση. Μόνο που σε κάθε συνθήκη, το αύριο «χτίζεται» σήμερα, ακόμη κι όταν γύρω μαίνεται η τέλεια καταιγίδα.

Με αυτά τα δεδομένα οι απόψεις και η εμπειρία των πολιτικών προσώπων μπορούν να φανούν ιδιαιτέρως χρήσιμες. Εξίσου παραγωγική μπορεί να είναι η παρουσία των ανθρώπων της αγοράς, οι οποίοι πέρα από το «πολιτικώς ορθόν» αναμένεται να μιλήσουν για τη σκληρή καθημερινότητα. Για τη γραφειοκρατία και την ευθυνοφοβία που συναντούν στον τοίχο του κράτους, αλλά και για τα ελλείμματα των συναδέλφων τους επιχειρηματιών, πολλοί εκ των οποίων δυσκολεύονται να προσαρμοστούν και να δουν το μέλλον κατάματα.  

Η Ελλάδα έχει μια ευκαιρία με ορόσημο το 2030 να αλλάξει το παραγωγικό της μοντέλο και να αποκτήσει ανταγωνιστική οικονομία. Θα την κερδίσει; Θα τη χάσει; Ή μήπως θα την απαξιώσει; Διότι και αυτό έχει γίνει κατά καιρούς. Μια ήττα στην οποία (υποτίθεται ότι) τηρούνται τα προσχήματα. Σε κάθε περίπτωση η συζήτηση της Δευτέρας θα δείξει πολλά. Ίσως όχι ευθέως, αλλά σίγουρα εμμέσως. Διότι σε μια συζήτηση οι ερωτήσεις, οι απαντήσεις, τα σχόλια δεν κρίνονται μόνο από το περιεχόμενό τους, αλλά και από το πόσο πειστικό είναι το ύφος που τα συνοδεύει. Όσο για τη Θεσσαλονίκη και την ευρύτερη Βόρεια Ελλάδα θα ακουστούν πολύ στο κομμάτι των υποδομών, που θα καλύψει το δεύτερο μέρος της ημερίδας.