Skip to main content

Οι ελλείψεις στην ανατολική Θεσσαλονίκη τροχοπέδη για την ανάπτυξή της

Τα ελλείμματα στην επικοινωνία στην ανατολική Θεσσαλονίκη και σε υποδομές συνιστούν μια προβληματική κατάσταση για εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες.

Η ανατολική Θεσσαλονίκη απαλλαγμένη από πολλές βιομηχανικές μονάδες, με λιγότερο πυκνοδομημένο ιστό και με τη βοήθεια της γειτνίασής της με τη θάλασσα χαρακτηρίστηκε ως προνομιούχος περιοχή, τουλάχιστον σε σύγκριση με τη δυτική.

Περισσότερο σ' αυτό συντέλεσε ο διαχρονικός σχεδιασμός της χωροθέτησης εκεί αναπτυξιακών δομών και υποδομών και η πολιτική που ακολουθήθηκε, με την εφαρμογή αποφάσεων κυρίως της κεντρικής διοίκησης, ώστε η όποια περιβαλλοντική ή άλλη επιβάρυνση να πηγαίνει δυτικά κι όχι ανατολικά.

Από τα χρόνια που στα ανατολικά ήταν ο τόπος αναψυχής των Θεσσαλονικιών και έκαναν εκεί τις διακοπές τους, στην περιοχή που εκτείνεται μετά την Καλαμαριά και μέχρι τα όρια με τον νομό Χαλκιδικής, είτε παραλιακά, είτε προς την περιοχή της Θέρμης και του Πανοράματος, δημιουργήθηκε η εικόνα του προνομιακού χώρου.

Με τα χρόνια και με τις επεκτάσεις των σχεδίων πόλης, αναπτύχθηκε τόσο πολύ η κατοικία, που οι άλλες χρήσεις υπέκυψαν στις δικές της ανάγκες. Σε αυτό καθοριστικό ρόλο έπαιξε το χρήμα. Δεν πέρασαν τόσα πολλά χρόνια από τότε που ανάξια λόγου χωράφια, πολλά ακαλλιέργητα, μετατράπηκαν σε οικόπεδα και μηχανές που έκοβαν χρήμα για ιδιοκτήτες και εργολάβους.

Σταδιακά οι ανατολικές περιοχές που γειτνιάζουν με το πολεοδομικό συγκρότημα ενοποιήθηκαν μαζί του και έγιναν δυσπρόσιτες για τα χαμηλά και σε πολλές περιπτώσεις και για τα μεσαία εισοδήματα. Έτσι καθιερώθηκε και η ταξική διαφοροποίηση ανάμεσα στη δυτική και την ανατολική Θεσσαλονίκη.

Κι όμως τα προβλήματα δεν έλειψαν από την περιοχή. Κυρίως οι ελλείψεις, διότι οι υποδομές ήταν αδύνατο να ακολουθήσουν οικονομικά την εξέλιξη της οικιστικής ανάπτυξης. Όταν τα εκατομμύρια δραχμές έπεφταν βροχή στην ανοικοδόμηση, δεν ήταν δυνατό να ακολουθήσουν τα οικονομικά μεγέθη για τις υποδομές αυτό το ράλι. Γι' αυτό το λόγο δημιουργήθηκε η ψευδαίσθηση ότι ζώντας στην ανατολική Θεσσαλονίκη είσαι πατρίκιος και ζώντας στη δυτική πληβείος.

Την αποκαλώ ψευδαίσθηση, διότι παρά την εμφανή περιβαλλοντική διαφορά ανάμεσα στις δυο περιοχές, θα διαπιστώσει κάποιος τέτοιες ελλείψεις στην ανατολική Θεσσαλονίκη, που δεν διαφέρουν τόσο πολύ (εξαιρώντας τα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά) με της δυτικής.

Σκεφτείτε ότι ένας κεντρικός δρόμος οδηγεί στο Πανόραμα, που είναι ανεπαρκής. Το ίδιο ισχύει για τη Θέρμη, αλλά και τις περιοχές του δήμου Θερμαϊκού. Και οι ελλείψεις ειδικά αυτές των οδικών υποδομών συνιστούν σήμερα ένα μείζον πρόβλημα, που αφορά σε εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, που μετακινούνται καθημερινά ταλαιπωρούμενοι. Το ίδιο ισχύει και με τις αστικές συγκοινωνίες, οι οποίες είναι επίσης κρίσιμες για τις ανατολικές περιοχές, όπου δεν κατόρθωσαν, λόγω μεγάλων αποστάσεων και απουσίας πολιτικών να αποτελέσουν σοβαρή εναλλακτική για τις μετακινήσεις απέναντι στο κυρίαρχο ΙΧ. Υπάρχει και το θέμα της σύνδεσης των συγκεκριμένων περιοχών μεταξύ τους. Δεν προβλέφθηκε στη διάρκεια της ανάπτυξής τους ένα σοβαρό πλαίσιο οδικής επικοινωνίας των συγκεκριμένων περιοχών. Εναλλακτικές υπήρχαν περιορισμένες είναι αλήθεια, αλλά υπήρχαν. Αποτελούν εδώ και πολλά χρόνια ζητούμενο.

Αυτή η στρεβλή ανάπτυξη στην ανατολική Θεσσαλονίκη, που συνεχίζει να συγκεντρώνει αναπτυξιακές δομές και αποτελεί και την έδρα του καινοτομικού κόμβου που σχεδιάζεται να λειτουργήσει στη Θεσσαλονίκη, οδηγεί σε επιδείνωση της ήδη προβληματικής κατάστασης.

Είναι καιρός να προχωρήσουν προγραμματισμένες παρεμβάσεις και να γίνει ένα σοβαρό πλάνο αποκατάστασης των ελλείψεων στην περιοχή, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα όποια προβλήματα αποτελούν τροχοπέδη για την αναπτυξιακή διαδικασία. Διότι κακά τα ψέματα, εκεί υπάρχουν τα περιθώρια για την πολυαναμενόμενη ανάπτυξη ή έστω είναι πολύ μεγαλύτερα σε σχέση με την υπόλοιπη Θεσσαλονίκη. Πιθανώς μια τέτοια προοπτική να διευρύνει το χάσμα (αν αναγνωρίζουμε κάτι τέτοιο) ανάμεσα σε ανατολική και δυτική Θεσσαλονίκη, αλλά πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβουμε ότι δεν είναι λογικό να υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα στις δυο περιοχές και δε σημαίνει ότι λύνοντας τα προβλήματα της μίας αναιρούμε τις λύσεις των προβλημάτων της άλλης.