Skip to main content

Η φτώχεια της Ελλάδας, ο Ατζέμογλου και η διαμάχη Βορρά – Νότου

Η διαμάχη Βορρά – Νότου με αφορμή το ποδόσφαιρο συνιστά αυτοκτονική συμπεριφορά για την Ελλάδα που έχει μπροστά της να διαχειριστεί σοβαρά θέματα.

Γιατί κάποια κράτη είναι πλούσια και κάποια πάμφτωχα; Γιατί οι πολίτες χωρών της Δύσης ευημερούν, ενώ έθνη της Ανατολής φυτοζωούν; Ποιος ευθύνεται για την υπανάπτυξη; Η γεωγραφία; Το κλίμα; Ο πολιτισμός; Οι ηγέτες; Η… μοίρα; Οι Αμερικανοί οικονομολόγοι Ντάρον Ατζέμογλου (Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης – ΜΙΤ) και Τζέιμς Ρόμπενσον (Χάρβαρντ) στο πολύ γνωστό βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη» (Εκδόσεις Λιβάνη) αποτυπώνουν το αναπτυξιακό καρδιογράφημα των κρατών- πόλεων των Μάγια, της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της μεσαιωνικής Βενετίας, της κομμουνιστικής Σοβιετικής Ένωσης, της αποικιοκρατούμενης Λατινικής Αμερικής, της βιομηχανικής Αγγλίας, της ανταγωνιστικής Ευρώπης, της λεηλατημένης Αφρικής και των Ηνωμένων Πολιτειών με τις αλληλο- ελεγχόμενες πολιτικο- οικονομικές εξουσίες.

Τελικά καταλήγουν στο συμπέρασμα: «Ο καθοριστικός παράγοντας για την πορεία ευημερίας ενός κράτους είναι η λειτουργία πολιτικών και οικονομικών θεσμών». Ένας κανόνας που έχει τις θετικές και αρνητικές εξαιρέσεις του. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι η ιλιγγιώδης ανάπτυξη την Κίνας, μιας χώρας που μόνο δημοκρατική δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, αλλά και οι χρεοκοπίες της τελευταίας δεκαετίας στην Ευρώπη. Για την Κίνα οι δύο οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι το σύστημα θα φτάσει στα όρια του όταν το μέσο βιοτικό επίπεδο των Κινέζων προσεγγίσει εκείνο των χωρών της Δύσης, και για να επιβιώσει θα πρέπει να μετασχηματιστεί, Όσο για τις χρεοκοπίες της δεκαετίας του 2010 στην Ευρώπη, ίσως αποτελούν μία ακόμη ισχυρή ένδειξη ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η δημοκρατία στην Γηραιά Ήπειρο παραμένει ελλιπής. Ή ακόμη και ότι στο μέλλον η οικονομική ιστορία του πλούτου και της φτώχειας των κρατών θα χωρίζεται στην πριν και μετά παγκοσμιοποίηση.   

Η προβολή της θεωρίας Ατζέμογλου – Ρόμπενσον στην ελληνική περίπτωση είναι αποκαλυπτική. Η Ελλάδα στα 200 χρόνια της νεότερης ιστορίας της δεν έχει ολοκληρωθεί θεσμικά, επομένως τα οικονομικά και αναπτυξιακά της δεινά έχουν μία ακόμη εξήγηση. Η χώρα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανήκει στον σκληρό πυρήνα του ευρώ, συμμετέχει σε όλες τις ευρωατλαντικές δομές, αλλά εξαρτάται σε εξοργιστικό βαθμό από τις διαθέσεις των μεγάλων δυνάμεων κάθε εποχής. Ακόμη και μεμονωμένων παραγόντων. Ο Ζακ Κλοντ Γιούνκερ το υποστήριξε στα σοβαρά σε συνέντευξη του πριν από λίγες ημέρες: «Αν δεν ήμουν εγώ η Ελλάδα θα βρισκόταν εκτός ευρώ» είπε ο πρώην πρόεδρος της Κιμισιόν και δηλωμένος φιλέλληνας. Όπως κατά το παρελθόν άλλοι ξένοι ηγέτες άνοιξαν πόρτες σε μια χώρα που αδυνατούσε να τις ανοίξει από μόνη της.

Παρά τα… θαύματα που συνήθως ακολουθούν τις καταστροφές των 200 αυτών χρόνων, η χώρα εμφανίζει μέχρι σήμερα τεράστιες οργανωτικές αδυναμίες. Η τελευταία δεκαετής κρίση απέδειξε ότι αυτό που αποκαλείται στο εσωτερικό «ελληνική ιδιοτυπία» δεν είναι τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο από σοβαρή αναπηρία. Από μια ανορθογραφία, την οποία η κοινωνία ενώ επισημαίνει με κόκκινο στυλό και (υποτίθεται ότι) θέλει να διορθώσει, στην πραγματικότητα προσαρμόζεται σε αυτήν. Σα να έχει αποδεχθεί ότι την κρίσιμη ώρα πάλι κάποιος ξένος θα βρεθεί να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Βεβαίως σε όποια θέση εκείνος νομίζει. Χαρακτηριστικά είναι όσα συμβαίνουν στο χώρο του ποδοσφαίρου, ο οποίος (υποτίθεται ότι) είναι σχετικά ανώδυνος, υπό την έννοια ότι –πέρα από τις προεκτάσεις που δίνει ο καθένας από μόνος του με βάση τις δικές του προσλαμβάνουσες- σε γενικές γραμμές αφορά ένα διασκεδαστικό και σε ορισμένες περιπτώσεις ψυχαγωγικό παιχνίδι.

Εδώ και χρόνια είναι σαφές ότι η χώρα δεν μπορεί να ρυθμίσει μόνη της τα θέματα του ποδοσφαίρου. Οι Ευρωπαίοι, λοιπόν, που βλέπουν το ποδόσφαιρο στα σοβαρά επειδή προκαλεί τζίρο και παράγει κέρδη, μόλις πριν από λίγες ημέρες η FIFA και η UEFA συγκάλεσαν σύσκεψη των τεσσάρων μεγάλων παραγόντων του ελληνικού ποδοσφαίρου για να βάλουν σε μία τάξη τα διάφορα θέματα. Όταν λίγα χρόνια πριν το οικοδόμημα του ελληνικού ποδοσφαίρου έφτασε να διαλυθεί – και πάλι η παρέμβαση των ξένων καθόρισε τι θα γίνει και τι δεν θα γίνει. Αλλά και στα γεγονότα των τελευταίων ημερών η μία στραβή διαδέχεται την άλλη. Αυτή τη φορά είναι η εγχώρια πολιτική τάξη που αμφισβητεί εάν η ποδοσφαιρική κοινότητα μπορεί να ρυθμίσει τα του οίκου της και παρεμβαίνει. Με δηλώσεις οι δήμαρχοι και οι περιφερειάρχες, με υπαινιγμούς οι υπουργοί, με απειλές οι βουλευτές, με διαγραφές το κόμμα, με κατεπείγουσα τροπολογία το Μέγαρο Μαξίμου. Ένα πρωτόγονο –με την έννοια του ενστικτώδους- παιχνίδι που έχει μοναδικό στόχο την κατοχύρωση της ισχύος και την άσκηση της εξουσίας του καθενός. Κατά βάθος όλοι τους εύχονται την πρωτοβουλία για την κανονικοποίηση της κατάστασης να πάρουν και πάλι οι ξένοι. Αμφιβάλλει κανείς ότι FIFA και UEFA παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις κι έχουν δυνατότητα παρέμβασης, ανεξαρτήτως του τι λέμε και τι κάνουμε στην Ελλάδα;  

Η διαμάχη Βορρά – Νότου με αφορμή το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο πολυτέλεια για μια χώρα που έχει εμφυλιοπολεμικό παρελθόν και διχαστική νοοτροπία. Συνιστά αυτοκτονική συμπεριφορά, ιδιαίτερα για μια Ελλάδα που έχει μπροστά της να διαχειριστεί σοβαρά και δύσκολα θέματα. Επίσης, η αμφισβήτηση του θεσμικού πλαισίου μιας αστικής δημοκρατίας έχει κόστος, πολύ πέραν των εμπλεκομένων με το ποδόσφαιρο. Ουσιαστικά μηδενίζει τις όποιες πιθανότητες έχει η χώρα να προσεγγίσει κάποια στιγμή τον ανεπτυγμένο κόσμο με ευρωπαϊκούς όρους. Στην ίδια κατεύθυνση οδηγεί και η τακτική μιας κυβέρνησης που πιστεύει ότι επιλύει κάποιο πρόβλημα με μια εσπευσμένη νομοθετική παρέμβαση, δηλαδή εργαλειοποιώντας τη Βουλή. Αλλά και την αξιωματικής αντιπολίτευσης που ζητώντας ονομαστική ψηφοφορία επιχειρεί να προσωποποιήσει την υπόθεση για να κερδίσει μικροπολιτικούς πόντους.  

Από τη συντήρηση της κόντρας Βορρά – Νότου με αφορμή το ποδόσφαιρο η Θεσσαλονίκη μόνο χαμένη βγαίνει. Με δεδομένους τους μέχρι στιγμής οργανωτικούς, θεσμικούς, οικονομικούς και επιχειρηματικούς συσχετισμούς της χώρας, η περιοχή βρίσκεται σε μειονεκτική θέση. Όσο οι τοπικές ελίτ –στο βαθμό που υπάρχουν ακόμη- παραμένουν με το βλέμμα στραμμένο προς Νότον, οι πεζοδρομιακές αντιδράσεις για δευτερεύοντα θέματα –πέραν του ασήμαντου μεροκάματου που προσωρινά εξασφαλίζουν σε ελάχιστους-, δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα και επιτείνουν την απογοήτευση.

ΥΓ. Για το ποδόσφαιρο έχουν γίνει εξεγέρσεις, εκτεταμένες φασαρίες, μέχρι και κανονικοί πόλεμοι. Δηλαδή πράγματα και καταστάσεις που ξεφεύγουν από το πάθος και την απλή αντιπαλότητα των οπαδών, που πηγαίνουν στο γήπεδο και θέλουν να νικήσει η ομάδα τους. Μια ματιά στον παγκόσμιο χάρτη πείθει τον καθένα ότι οι περιοχές του κόσμου, όπου συνέβησαν τα σοβαρά αυτά γεγονότα, δεν είναι ανάμεσα σε αυτές που θα ζήλευε κάποιος που ζει στην Ευρώπη.