Skip to main content

Η οικονομία εν μέσω πανδημίας του κορωνοϊού σε ένα διάγραμμα

Πώς θα μπορούσε κανείς να εξηγήσει με απλό και συνειρμικό τρόπο τις επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19 στην ελληνική οικονομία, αν όχι διαγραμματικά;

του Δημήτρη Τσάμη*

Δύσκολη και πολύπλοκη επιστήμη η οικονομική, αφού εμπλέκει τις θετικές -αυστηρά συστηματικές- επιστήμες (μαθηματικά, στατιστική) με τις -περισσότερο θεωρητικές και ενίοτε αφηρημένες- κοινωνιολογικές και συμπεριφορικές επιστήμες (όπως η ψυχολογία και η οικονομική συμπεριφορά ομάδων ή ατόμων), προσπαθώντας να τις συγκεράσει στο υφιστάμενο θεσμικό και νομικό πλαίσιο της κάθε χώρας ή να απαιτήσει την επέκταση ή τροποποίησή του.

Ακριβώς λόγω αυτών των ιδιαιτεροτήτων, η οικονομική επιστήμη δεν εξασφαλίζει ότι ένα οικονομικό φαινόμενο θα επαναληφθεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο -όπως ένα πείραμα επαναλαμβάνεται πανομοιότυπα στη φυσική ή την χημεία- αφού οι παράγοντες που συντελούν είναι πολλοί, αστάθμητοι και ενίοτε αλληλοσυγκρουόμενοι.

Αυτή η πολυσυνθετότητα και πολυπλοκότητα έχουν καταστήσει αναγκαία τη χρήση διαγραμμάτων στη μελέτη της οικονομικής επιστήμης. Διαγράμματα που περιλαμβάνουν όλες τις εμπλεκόμενες παραμέτρους και αποτυπώνουν τη διαδοχική ροή των επιπτώσεων και αλληλεπιδράσεων μεταξύ τους, με σκοπό να προβλέψουν, με τον πλέον ορθολογικό τρόπο, την θετική ή αρνητική διαμόρφωση των κρίσιμων -βασικών- οικονομικών μεγεθών και δεικτών που κυριαρχούν σε μία οικονομία και ορίζουν το μέλλον της.

Μια τέτοια προσπάθεια για την απεικόνιση των δυνάμεων -μεταβλητών- που επικρατούν στην (και επηρεάζουν την) ελληνική οικονομία σήμερα, παρουσιάζεται στο ακόλουθο διάγραμμα.

Με αντικειμενικό και επιστημονικό τρόπο, παρατίθενται αναλυτικά με διαδοχική ροή όλα αυτά που συζητούν ήδη οι οικονομολόγοι, τα οικονομικά επιτελεία της κυβέρνησης, οι επαγγελματικοί φορείς, και οι CFO των επιχειρήσεων προκειμένου να προβλέψουν τις παρενέργειες της πανδημίας Covid-19 στην (μακρο και μικρο) οικονομία και να παρέμβουν-στα κρίσιμα σημεία- με πολιτικές και δράσεις περιορίζοντας στο ελάχιστο δυνατόν τις αρνητικές επιπτώσεις, σε επίπεδο κράτους, επαγγελματικού κλάδου και επιχείρησης.

Η διαγραμματική απεικόνιση δεν έχει σκοπό να αντιπαρατεθεί με τις υφιστάμενες πολιτικές στήριξης της κυβέρνησης. Όποιες και εάν είναι αυτές, στον βαθμό που οι πολιτικές αυτές δεν σχεδιάζονται και εφαρμόζονται με προσήλωση σε μία μεσοπρόθεσμη και τολμηρή αναθεώρηση της σημερινής ευπαθούς δομής της ελληνικής οικονομίας, δεν θα αλλάξουν το συμπέρασμα του αναγνώστη που θα αποκομίσει από τη μελέτη του διαγράμματος.

Οι πολιτικές ανακύκλωσης του πλούτου μίας χώρας μεταξύ των πολιτών δεν αποτελούν λύση στο πρόβλημα και οι πολιτικές στήριξης μέσω δημόσιου δανεισμού απλά μεταθέτουν το πρόβλημα χρονικά με οδυνηρές συνέπειες για τις επόμενες γενιές.  

Η πρόταση Μέρκελ-Μακρόν για τη σημαντικού ύψους (εκατοντάδων δισεκατομμυρίων) στήριξη των οικονομιών της ΕΕ μέσω χρηματοδοτικού ταμείου ειδικού σκοπού που θα συνδυάζει επιχορηγήσεις και δάνεια, είναι μία καλή πρωτοβουλία αλλά πολύ νωρίς ακόμη για να δημιουργήσει βάσιμες αισιοδοξίες και πανηγυρισμούς στις αγορές αφού θα απαιτηθεί μία μακρά και επίπονη διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ των (διαμετρικά αντίθετων απόψεων) μελών της ΕΕ για την τελική έγκριση.

Έως τότε και μέχρι τον καθορισμό των μηχανισμών λειτουργίας του χρηματοδοτικού αυτού ταμείου, δηλαδή των δράσεων στις οποίες θα διοχετευθούν τα κεφάλαια, του τρόπου και προϋποθέσεων εκταμίευσης και του μηχανισμού παρακολούθησης της ορθής χρήσης τους, θα περάσει πολύτιμος χρόνος για την ελληνική οικονομία -η εφαρμογή αναμένεται τέλος του 2020 στην καλύτερη περίπτωση- ο οποίος μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα κρίσιμος για τη μετέπειτα γρήγορη ανοικοδόμησή της.

Ιδέες και προτάσεις που εκφράζονται ήδη στην χώρα μας να χρησιμοποιηθεί το ταμείο για τη  «…δημιουργία του δημοσιονομικού χώρου για πρόσθετες φορολογικές ελαφρύνσεις και μείωση των ασφαλιστικών εισφορών» είναι επικίνδυνες και αποδεικνύουν ότι, τουλάχιστον οι εκφραστές τέτοιων απόψεων, δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι το μέλλον της ελληνικής οικονομίας έγκειται στη απαγκίστρωση του ΑΕΠ από τη σημερινή μεγάλη εξάρτηση από την κατανάλωση και τη μονοκαλλιέργεια της  τουριστικής βιομηχανίας.  

Αυτό που χρειάζεται η ελληνική οικονομία είναι δημιουργία θέσεων εργασίας στους τομείς που έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα για την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών εξαγώγιμων που θα δημιουργήσουν προϋποθέσεις αύξησης του πλούτου στη χώρα μας (και όχι ανακύκλωσης και αναδιανομής του) και προς αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να αξιοποιηθούν τα κεφάλαια στήριξης.

Όσο δεν εφαρμόζονται πολιτικές στρατηγικού μετασχηματισμού της οικονομίας με κύριο γνώμονα την εξωστρέφεια, την προσέλκυση υψηλού διαθεσίμου εισοδήματος τουριστών με αξιοποίηση της πολυνησιακής γεωγραφικής δομής της χώρας, της παραγωγής και εξαγωγής υψηλής προστιθέμενης αξίας (πάσης φύσεως) προϊόντων και της προσφοράς υψηλού επιπέδου υπηρεσιών από το άριστο επιστημονικό δυναμικό της χώρας, η ρηχότητα της ελληνικής οικονομίας θα παραμένει και θα διαιωνίζει τη μίζερη και επίπλαστη βιωσιμότητά της, όσο κεφάλαια και αν πέσουν βραχυπρόθεσμα στην οικονομία (βλέπε κατασπατάληση κοινοτικών κονδυλίων δεκαετιών ’80 & ‘90).

Ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα, εκσυγχρονισμός της λειτουργίας του δημόσιου τομέα και εξορθολογισμός του κόστους λειτουργίας του, σταθερό και ελκυστικό περιβάλλον για επενδύσεις, επικαιροποίηση της εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων αναφορικά με τις μεθόδους και το αντικείμενο διδασκαλίας είναι οι βασικές προϋποθέσεις για τον μετασχηματισμό της χώρας που θα εξασφαλίσει την οικονομική της ευημερία και θα της επιτρέψει αποτελεσματικότερα να προασπίσει τα κάθε είδους συμφέροντά της.

*Ο κ. Δημήτρης Τσάμης είναι οικονομολόγος και κάτοχος MBA (LIU, NY, USA). Έχει εργασθεί επί 20 έτη στον τραπεζικό τομέα και σε μεγάλες εταιρίες σε υψηλές διευθυντικές θέσεις, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ τα τελευταία 15 έτη παρέχει συμβουλευτικές και εκπαιδευτικές υπηρεσίες σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα. Είναι πιστοποιημένος σύμβουλος του ADEX, Εκπαιδευτής Ενηλίκων σε θέματα χρηματοοικονομικής διοίκησης & στρατηγικής επιχειρήσεων και Εσωτερικός Ελεγκτής.