Skip to main content

Η καθημερινότητα της Θεσσαλονίκης στους ρυθμούς της αρχαιολογίας

Η Ελλάδα έχει «πληρώσει» πανάκριβα την αρχαιολατρία που υπάρχει όχι ως ιστορική αναγκαιότητα ή βίωμα, αλλά ως κομμάτι της δημόσιας διοίκησης.

Η στάση του ΚΑΣ στο αίτημα του BBC για τηλεοπτικά και κινηματογραφικά γυρίσματα στο Ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο δεν εξέπληξε κανέναν από τους παροικούντες την αρχαιολογική κοινότητα.

Ούτε η πρώτη αρνητική απόφαση, ως αποτέλεσμα ιστορικής και αισθητικής προσέγγισης του θέματος, ούτε η δεύτερη θετική απόφαση, ως προϊόν πολιτικών πιέσεων και καταγγελιών. Ακόμη και οι δικαιολογίες –συγνώμη, το σκεπτικό- των αποφάσεων δεν διατυπώθηκαν για πρώτη φορά. Πιθανόν ούτε για τελευταία. Η Ελλάδα έχει «πληρώσει» κατά καιρούς πανάκριβα την αρχαιολατρία που υπάρχει όχι ως ιστορική αναγκαιότητα ή βίωμα, αλλά ως κομμάτι της δημόσιας διοίκησης, την οποία ασκούν επιστήμονες δημόσιοι υπάλληλοι.  

Το μεροκάματο είναι ιερό και άγιο, όποια δουλειά κι αν κάνει κανείς. Είναι, όμως, κρίμα εν ονόματι αυτού του μεροκάματου, που, πλέον, αποδίδεται στους εργαζομένους με την εκσυγχρονισμένη μορφή του μισθού, να χάνονται ευκαιρίες για ολόκληρη την κοινωνία ή να παραμένουν «παγωμένες στο χρόνο» καταστάσεις που σε όλο τον κόσμο προχωρούν, πηγαίνουν ένα, δύο, πολλά βήματα παρακάτω. Κι αν κάποια γυρίσματα, μία επίδειξη μόδας, μια συναυλία ή μια φωτογράφιση με φόντο ιστορικά μνημεία θεωρείται από πολλούς ανάμεσά μας δευτερεύουσας σημασίας, που είτε ξεπερνιέται, είτε όχι, δεν αξίζει να συζητάμε, τα προβλήματα που σχετίζονται με τις υποδομές και την καθημερινότητα των πολιτών δεν μπορούν να αγνοηθούν. Η Θεσσαλονίκη έχει υποφέρει πολλές φορές από τέτοιες καταστάσεις. Ως πόλη με ηλικία άνω των 23 αιώνων το μόνο που διαθέτει μετά βεβαιότητος στο υπέδαφος του κέντρου είναι ευρήματα - ίχνη του χρόνου και της ιστορίας.

Επομένως, σχεδόν τίποτε δεν μπορεί να γίνει για να βελτιώσει το παρόν, αν απαιτείται σκάψιμο, καθώς κάπου θα… σκοντάψει. Το ζήσαμε τα τελευταία χρόνια με τα αρχαία που βρέθηκαν στη σημείο που κατασκευάζεται ο σταθμός της Αγίας Σοφίας και έγιναν η αιτία να καθυστερήσει το έργο για περισσότερα από δύο χρόνια. Με τη λύση που δόθηκε τελικά συμφωνούν οι αρχαιολόγοι, αλλά γι’ αυτό το «ναι» οι πιέσεις που ασκήθηκαν ήταν πολλές και από πολλές πλευρές, πρωτίστως από την ίδια την κοινωνία. Κάτι ανάλογο σε μικρότερη κλίμακα είχε συμβεί όταν πριν από δύο δεκαετίες κατασκευάστηκε το δίκτυο φυσικού αερίου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Αν και οι σωλήνες που μεταφέρουν το καύσιμο είναι θαμμένοι μόλις λίγες δεκάδες εκατοστά από την επιφάνεια, οι αρχαιολόγοι ακολουθούσαν βήμα προς βήμα τα συνεργεία. Ευτυχώς για τη Θεσσαλονίκη ο τότε περιφερειάρχης –όταν ακόμη οι περιφερειάρχες ήταν διορισμένοι- βρισκόταν σε διαρκείς… συνεννοήσεις με τις επιστημονικές και συνδικαλιστικές συλλογικότητες του κλάδου, ώστε ένα έργο που συνέβαλε ουσιαστικά στον εκσυγχρονισμό της πόλης να προχωρήσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Τελικά ο τότε περιφερειάρχης αποδείχθηκε αποτελεσματικός, ώστε η κοινωνία της Θεσσαλονίκης να μην αντιληφθεί καμία καθυστέρηση, αφού άλλωστε στα λίγα εκατοστά κάτω από την άσφαλτο δεν υπάρχει κάτι πολύτιμο. Ακόμη, όμως, και η έρευνα για την πιστοποίηση του αυτονόητου μπορεί να πάρει καιρό. Και καιρός για χάσιμο δεν υπήρχε. Ούτε υπήρχε κανένας λόγος να υπάρχει.  

Φυσικά με το μετρό τα πράγματα ήταν πολύπλοκα, διότι τα ευρήματα ήταν πολλά, μεγάλα, αξιόλογα και πολύτιμα έως μοναδικά. Επίσης, άγγιζαν την ουσία της επιστήμης της αρχαιολογίας και του επαγγέλματος του αρχαιολόγου. Διότι όταν ένας αρχαιολόγος δεν ερευνά, δεν μελετά και δεν αξιολογεί ευρήματα που βρίσκονται ενώπιον του ακόμη και χωρίς να έχει προηγηθεί ανασκαφική διαδικασία τότε τι κάνει; Ποια η θέση του στην κοινωνία; Ποιος ο ρόλος του στην ιστορία; Ποια η ευθύνη του απέναντι στην αποστολή που του έχει αναθέσει η πολιτεία; Τα πράγματα –ο καθείς το αντιλαμβάνεται- είναι σοβαρά. Και για όποιον δεν το καταλαβαίνει από μόνος του οι καθυστερήσεις στο μετρό της Θεσσαλονίκης, η διεθνής θύελλα που ξέσπασε με αφορμή την περιοχή του Ελληνικού και η πολιτική συζήτηση που εξελίχθηκε με αφορμή το Σούνιο και το BBC κάτι πρέπει να του λένε.

Η Ελλάδα είναι μια χώρα που όχι απλώς έχει μεγάλη, ένδοξη και παγκόσμιας ακτινοβολίας ιστορία, αλλά επί αιώνες τοκίζει στα επιτεύγματα των προγόνων για να διασφαλίσει προσόδους. Οικονομικές, πολιτικές, εθνικές. Οι αρχαιότητες είναι πόλος έλξη για επισκέπτες και περιηγητές απ’ όλο τον κόσμο, ενώ η επίκληση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος δίνει στην σημερινή Ελλάδα των δέκα εκατ. κατοίκων κληρονομικά δικαιώματα και οντότητα δυσανάλογη της έκτασης και του πληθυσμού της. Όλα αυτά είναι σωστά. Καλώς γίνονται διότι είναι δίκαια. Οι νεοέλληνες είναι απόγονοι των αρχαίων, κάτι που αποδεικνύεται όχι μόνο με γεωγραφικούς όρους, αλλά και με ιστορικά, γλωσσικά και πολιτισμικά στοιχεία και ντοκουμέντα.

Τα καλά νέα ολοκληρώνονται κάπου εδώ. Διότι ακόμη κι ένας λαός με μοναδική ιστορική βαρύτητα έχει παρόν. Οι πολίτες του βιώνουν μια καθημερινότητα και το σύγχρονο κράτος οφείλει να ενδιαφέρεται για τη βελτίωση της. Το φυσικό αέριο και το μετρό στη Θεσσαλονίκη έχουν κολοσσιαία σημασία για τη λειτουργία της πόλης, κάτι που σημαίνει ότι αποτελούν στοιχεία του σύγχρονου πολιτισμού. Προφανώς δεν διαθέτουν παγκόσμια μοναδικότητα –όπως συμβαίνει με τα ιστορικά μνημεία-, αλλά για τους σύγχρονους Θεσσαλονικείς είναι απόλυτα μοναδικά και αναντικατάστατα.  Μόνο που το παρόν συχνά ενδιαφέρει πολύ λιγότερο από το παρελθόν, ίσως διότι είναι άβολο. Ή μάλλον έχει διαχειριστικές δυσκολίες, αφού χρειάζεται άμεσες πρακτικές λύσεις και απαιτεί υπεύθυνες απαντήσεις σε πραγματικό χρόνο.

Ασφαλώς δεν μπορεί να τεθεί σύγκριση ή δίλημμα επιλογής ανάμεσα στην ιστορία και το παρόν ενός τόπου. Όλα έχουν την αξία τους και απαιτούν ενδιαφέρον. Αρκεί να επικρατούν το μέτρο –όπως δίδαξαν οι αρχαίοι Έλληνες- και η απλή λογική, όπως επιβάλλει ο ορθολογισμός της Δύσης στην οποία ανήκει η Ελλάδα. Το κακό με την Ελλάδα είναι ότι όλα όσα αφορούν το παρόν και το παρελθόν εξαρτώνται σε υπερβολικό βαθμό από το δημόσιο ταμείο. Όχι απλώς από τις κρατικές δομές, αλλά από τα κρατικά λεφτά. Αυτή η αλήθεια επιτρέπει στα πράγματα να κινούνται στο ρυθμό που επιθυμούν κάποιοι, οι οποίοι δε δίνουν λογαριασμό σε κανέναν πέραν του εαυτού του και του σιναφιού του.  

ΥΓ. Όσοι διαθέτουν οικόπεδο ή οικοδομήσιμο αγροτεμάχιο, δηλαδή δυνητικά αξιοποιήσιμη ακίνητη περιουσία, σε ιστορικές περιοχές της χώρας γνωρίζουν καλά και σε όλες τις διαστάσεις τι σημαίνει άδεια από την αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία.

ΥΓ2. Όταν γύρω στο 1994 η Θεσσαλονίκη κατοχύρωσε τον τίτλο της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης» για το 1997 ο Ντίνος Χριστιανόπουλος σχολίασε «πως είναι δυνατόν να ανακηρύσσεται σε Πολιτιστική Πρωτεύουσα μια πόλη που ανέχεται ανάπηροι του Αλβανικού Έπους να ζητιανεύουν στα πεζοδρόμια της Βενιζέλου;». Ο ποιητής με μία φράση έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Για όσους ενδιαφέρονται για την αλήθεια, επειδή δεν τους αρκούν ούτε τα παραμύθια, ούτε «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα».