Skip to main content

Η κοινωνία της Θεσσαλονίκης επέβαλε την ατζέντα της πόλης για τα επόμενα χρόνια

Ζητούμενο, εκτός από τη σημερινή ευρεία κοινωνική συμφωνία και την αυτοδιοικητική συμμαχία, είναι και η πολιτική συναίνεση για το αύριο της περιοχής.

Πριν από κάποιες δεκαετίες στη Θεσσαλονίκη ήταν της μόδας οι διαφωνίες. Από όλους για όλα. Κοινή ατζέντα για την πόλη, την πορεία της στο μέλλον, τις προτεραιότητες, τα έργα που πρέπει να γίνουν, την εικόνα και τη λειτουργία της ευρύτερης περιοχής δεν υπήρχε.

Ίσως σήμερα να ζούμε μια νέα εποχή, που δεν την έφερε κάποια πολιτική ή κοινωνική συμφωνία, κάποιο σύμφωνο συνεργασίας ή κάποια ευνοϊκή συγκυρία. Η σχεδόν καθολική ή σε πολύ μεγάλο βαθμό συμφωνία για το παρόν και το μέλλον της Θεσσαλονίκης, σε επίπεδο πολεοδομικού συγκροτήματος, αλλά και μητροπολιτικής ενότητας, προέκυψε μέσα από τις ανάγκες της κοινωνίας. Την υπαγόρευσε με λίγα λόγια ο Θεσσαλονικιός και τα προβλήματά του, η καθημερινότητά του και οι προσδοκίες του για τον τόπο του, για τον τόπο που θέλει να μεγαλώσουν τα παιδιά του.

Προφανώς και υπάρχουν ακόμη διαφωνίες. Λιγότερες στις προτεραιότητες και τα έργα που πρέπει να γίνουν, περισσότερες στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να γίνουν, όμως σημασία έχει ότι η ατζέντα που διαμορφώθηκε πλέον υιοθετείται από σχεδόν το σύνολο των πολιτών, των τοπικών φορέων και των αυτοδιοικητικών αρχών. Και επίσης σημαντικό είναι ότι παρά την εύλογη δυσπιστία των πολιτών για την υλοποίηση αυτής της ατζέντας και ειδικά για το χρονοδιάγραμμά της, ο κόσμος καταλήγει με το υποστηρικτικό «μακάρι» στις συζητήσεις του, δείγμα της αναγνώρισης των αναγκών και των προτεραιοτήτων, που περιλαμβάνονται σε αυτή την ατζέντα.

Η άτυπη κοινωνική συμφωνία, αλλά και η αυτοδιοικητική συμμαχία είναι δυνατόν να καταλήξει και σε πολιτική συναίνεση;

Είναι ένα ζητούμενο, που σε ενδεχόμενη θετική απάντηση θα μπορούσε να άρει εμπόδια, τα οποία συνήθως έχουν ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των παρεμβάσεων και στην παράταση (έως και δεκαετίες) των χρονοδιαγραμμάτων. Και η καθυστέρηση καθιστά ανεπίκαιρη την όποια ατζέντα και τον όποιο σχεδιασμό, οδηγώντας νομοτελειακά στην απαξίωσή της και σε νέες ατέρμονες συζητήσεις για το αύριο της περιοχής, με τις παλιές ανάγκες να μην καλύπτονται ποτέ και να επιδεινώνονται και με νέες ανάγκες να προκύπτουν διαρκώς και να ζητούν άλλες λύσεις. Οδηγούν σε μηδενικό έργο, στολισμένο από μεγάλα λόγια και φρούδες υποσχέσεις.

Η διαφωνία για τη διαφωνία ή για τον διαχωρισμό σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν δηλαδή μιλάμε για το παρόν και το μέλλον μιας περιοχής, όπου ο στόχος είναι κοινός για όλους και έχει να κάνει με τη διαρκή βελτίωση και την πρόοδο, είναι ατελέσφορη και οδηγεί πάντα σε στασιμότητα, με αποτέλεσμα τα προβλήματα να διογκώνονται και να λύνονται πιο δύσκολα και επίσης όταν πλέον καταλήγουμε στο αυτονόητο η ίδια η καθημερινότητα να έχει ξεπεράσει τις λύσεις.

Δεν είμαι κατά των διαφωνιών. Ίσα ίσα που πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχουν, αφενός επειδή οι δογματισμοί είναι καταστροφικοί, αφετέρου επειδή μπορούν να μπολιάσουν τις αρχικές ιδέες με θετικά στοιχεία, τα οποία θα αποδειχθούν κρίσιμα για το τελικό αποτέλεσμα. Ο γόνιμος διάλογος, ο συνεχής διάλογος, η διαφωνία σε ουσιαστικά ζητήματα, η αντιπρόταση, ακόμη και η σύγκρουση με επιχειρήματα είναι αναγκαία στοιχεία για την υλοποίηση οποιασδήποτε παρέμβασης μείζονος σημασίας για τη Θεσσαλονίκη. Εκείνο που δεν είναι γόνιμο είναι η στείρα κόντρα, η εμμονή και ο εθελοτυφλισμός απέναντι σε δεδομένα, απέναντι στην πραγματικότητα.

Πιστεύω ότι σήμερα η Θεσσαλονίκη έχει κάνει το βήμα παρακάτω. Ένα βήμα προς ένα καλύτερο αύριο. Κι αυτό από μόνο του συνιστά μια νίκη της πόλης έναντι όσων επιμένουν σε πισωγυρίσματα, στη στασιμότητα, στη λογική ότι αυτή η πόλη καλή είναι όπως είναι (λένε το αντίθετο, ενεργούν γι' αυτό ακριβώς) και δεν χρειάζεται να εξελιχθεί ή να βελτιωθεί, προκειμένου να προσαρμοστεί στις διαρκώς εξελισσόμενες συνθήκες. Πολλά μπορεί να είναι τα κίνητρά τους. Έχουν και το κατάλληλο αμπαλάζ για να καλύπτουν την ουσία πίσω από το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την τύχη της πόλης, πίσω από την καλύτερη γνώση και πίσω από έναν ελιτίστικο τρόπο ενασχόλησης με τα πράγματα, που οι πολλοί κοινοί θνητοί δεν είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε. Πλην όμως η άτυπη κοινωνική συμφωνία σε μια συγκεκριμένη ατζέντα τους έχει ξεπεράσει πια.

Η Θεσσαλονίκη προετοιμάστηκε για το επόμενο βήμα. Βήμα που έπρεπε να έχει κάνει πολλά χρόνια πριν. Είναι καιρός πια να συμμαχήσουμε όλοι ώστε το βήμα αυτό να μη μείνει μετέωρο, αλλά να πατήσει πάνω στην ολοκλήρωση των παρεμβάσεων και να δούμε τα αποτελέσματα του οραματισμού, του σχεδιασμού και της υλοποίησης.

Να δούμε επιτέλους αν στην πράξη, όσα σήμερα περιλαμβάνονται στην ατζέντα για τη νέα Θεσσαλονίκη, έχουν τα αποτελέσματα που προσδοκούν οι πολίτες για την πόλη τους.

Δυο μόνο παρατηρήσεις.

Η πρώτη έχει να κάνει με τον κίνδυνο οι αλλαγές στις διοικήσεις και σε όσους έχουν αποφασιστικές αρμοδιότητες τα επόμενα χρόνια να φρενάρουν την υλοποίηση της ατζέντας. Αυτό σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι δεν είναι καλό να γίνουν αλλαγές. Οι αλλαγές μπορεί και να δώσουν ακόμη μεγαλύτερη ώθηση στη διαδικασία υλοποίησης. Το έχουμε δει πολλές φορές να συμβαίνει και στη Θεσσαλονίκη. Σημασία έχει η αφοσίωση όλων, νυν και επόμενων, στον στόχο. Στην αναγκαιότητα των παρεμβάσεων της ατζέντας και του προγραμματισμού.

Η δεύτερη έχει να κάνει με την υποστήριξη της πλειοψηφίας των πολιτών στην ατζέντα. Όσο η κοινωνία στηρίζει το σχέδιο για την επόμενη μέρα της Θεσσαλονίκης, όσο οι πολίτες επιβάλλουν τις λύσεις στα προβλήματά τους τόση θα είναι και η τύχη αυτής της ατζέντας. Η πίεση για να μην υπάρξουν ξανά στη Θεσσαλονίκη ημιτελείς παρεμβάσεις, για να ολοκληρωθούν στο σύνολό τους οι σχεδιασμοί και για να τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα θα πρέπει να είναι συνεχής και προς όλους. Και είναι αυτή η πίεση που θα επιτύχει και την πολιτική συμφωνία στην πόλη, έστω και με διαφοροποιήσεις. Το ζητούμενο είναι η υλοποίηση των έργων που έχει ανάγκη η πόλη. Είναι ο προορισμός. Και ταξίδι μόνο με διαδρομή δεν είναι ταξίδι, όσο γοητευτική κι αν είναι.