Skip to main content

Η «νέα Θεσσαλονίκη» είναι ήδη εδώ και η ατζέντα δεκαετιών της πόλης αλλάζει

Έργα δεκαετιών γίνονται πια πραγματικότητα, αλλάζοντας τα δεδομένα στην πόλη και δημιουργώντας νέες συνθήκες καθημερινότητας και νέες απαιτήσεις.

Η σταδιακή ολοκλήρωση και παράδοση σε χρήση, αλλά και η έναρξη νέων έργων υποδομής, που αφορούν στη Θεσσαλονίκη, έχει θετικό αντίκτυπο στην ευρύτερη περιοχή, διότι δημιουργεί αφενός μια νέα πραγματικότητα στις μετακινήσεις μας και στην καθημερινότητά μας, αφετέρου ένα καλύτερο κλίμα στην τοπική κοινωνία για τους διοικούντες.

Αναφέρομαι σε πολύ συγκεκριμένα έργα υποδομής, τα οποία σέρνονται επί πολλά χρόνια και γενίκευσαν τη δυσπιστία της τοπικής κοινωνίας απέναντι τόσο στην τοπική, όσο κυρίως στην κεντρική διοίκηση.

Τα τελευταία χρόνια, ανεξάρτητα από τον τρόπο που αυτό επετεύχθη, τα δεδομένα σε πολλά ζητούμενα έργα άλλαξαν. Βελτιώθηκαν. Και αυτό δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο από κανέναν.

Θα δώσω ορισμένα πολύ «χτυπητά» παραδείγματα. Το «ορφανό» χιλιόμετρο της Ποτίδαιας ολοκληρώθηκε και στις επόμενες εβδομάδες ολοκληρώνεται και ο άξονας Θέρμης – Γαλάτιστας. Μέσα στο φθινόπωρο αναμένεται η έναρξη κατασκευής του fly over στην περιφερειακή οδό Θεσσαλονίκης, ενώ προωθείται και η δρομολόγηση του άξονα Θεσσαλονίκης – Έδεσσας. Τα έργα στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά για τη μετατροπή του σε μητροπολιτικό πάρκο προχωρούν, ενώ και το μετρό της Θεσσαλονίκης έχει πλέον ορατό ορίζοντα ολοκλήρωσης και λειτουργίας. Επίσης μπαίνει σε σοβαρή πια τροχιά υλοποίησης η σύνδεση του λιμανιού, τόσο με το σιδηροδρομικό δίκτυο, όσο και με τους κύριους οδικούς άξονες Εγνατία και ΠΑΘΕ.

Ταυτόχρονα σε όλο το πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης (στους έξι δήμους που το απαρτίζουν) γίνονται αρκετές και σημαντικές αναπλάσεις περιοχών, δείγμα της προτεραιοποίησης που έχει γίνει από τις τοπικές διοικήσεις, αλλά και της ορθής αξιοποίησης των διαθέσιμων (κυρίως) ευρωπαϊκών πόρων.

Τα έργα και η πορεία υλοποίησής τους είναι αδιάψευστος μάρτυρας της προσπάθειας που έχει καταβληθεί και της αλλαγής των δεδομένων, καθώς στο παρελθόν για διάφορους λόγους μια σειρά από πολύ σημαντικά και αναγκαία έργα (και όλα τα προαναφερόμενα) έμεναν τόσο πίσω που στο τέλος η αξία τους μειωνόταν δραματικά και η τοπική κοινωνία δικαίως ήταν ανικανοποίητη.

Δεν θέλω να μοιράσω μπράβο. Εξάλλου, αυτή είναι η δουλειά της Πολιτείας συνολικά: να αναλαμβάνει έργα και να τα ολοκληρώνει εγκαίρως αξιοποιώντας τους διαθέσιμους πόρους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο προς όφελος όλων των πολιτών.

Ωστόσο, δεν μπορώ να μην επισημάνω ότι κάτι έχει αλλάξει σε σχέση με το παρελθόν. Μιλάμε για την ολοκλήρωση και δρομολόγηση έργων που έχουν παρελθόν δεκαετιών και το γεγονός ότι σήμερα βαίνουν προς ολοκλήρωση έχει την αξία του και πρέπει να επισημανθεί.

Από την άλλη, υπάρχει και η συνέχεια. Κι αυτή έχει δυο παραμέτρους πολύ σημαντικές. Η πρώτη αφορά στην αξιοποίηση και συντήρηση των νέων ολοκληρωμένων υποδομών και την ταυτόχρονη ολοκλήρωση όσων έχουν ήδη δρομολογηθεί. Ένα μείζον ζήτημα είναι να μην αφεθούν στην τύχη τους τα ολοκληρωμένα έργα. Πρέπει να συντηρηθούν και να διατηρηθούν, όμως σε αυτό το επίπεδο ακόμη έχουμε ως κοινωνία και Πολιτεία ελλείμματα. Οι υποδομές απαξιώνονται πολύ γρήγορα, δυσανάλογα γρήγορα σε σχέση με την αξία τους, εξαιτίας της αδυναμίας συντήρησής τους. Είναι αναγκαίο στον προγραμματισμό της υλοποίησης των έργων υποδομής να υπάρχει και πρόβλεψη για τη μετέπειτα συντήρησή τους. Για να μην απαξιωθούν πάρκα για τα οποία δαπανήθηκαν εκατομμύρια ευρώ και δρόμοι επίσης εκατομμυρίων ευρώ, δημιουργώντας εκ νέου ζητήματα δυσπιστίας και δυσθυμίας στην τοπική κοινωνία. Είναι θετικό το γεγονός ότι η ευθύνη της συντήρησης είναι πλέον πολύ συγκεκριμένη. Είναι αρνητικό το γεγονός ότι η χρηματοδότηση της συντήρησης δεν έχει καμιά διασφάλιση...

Η δεύτερη παράμετρος έχει να κάνει με τον σχεδιασμό της επόμενης μέρας. Των επόμενων έργων, που θα πρέπει να «βλέπουν» δεκαετίες μπροστά και να δημιουργήσουν την ταυτότητα της «νέας Θεσσαλονίκης». Της σύγχρονης Θεσσαλονίκης, που θα αναμετρηθεί με τις παθογένειες του παρελθόντος και θα βγει νικήτρια και θα βλέπει το δρόμο προς το μέλλον με αισιοδοξία και με διαρκή βελτίωση. Το όραμα δεν λείπει. Αντιθέτως, ήδη έχει τεθεί στο τραπέζι του δημοσίου διαλόγου και έχει προχωρήσει μάλιστα σημαντικά ο στόχος του ενιαίου και προσβάσιμου παραλιακού μετώπου μήκους 40 χλμ., από το Καλοχώρι ως το Αγγελοχώρι. Έργο ή αν θέλετε σύνολο παρεμβάσεων και έργων, που δίνει στην πόλη το νέο της τοπόσημο, μια νέα ταυτότητα την οποία αναζητούσε επί δεκαετίες. Αρκεί; Σε ό,τι με αφορά ναι. Αρκεί. Δεν μπορεί μια πόλη με την Ιστορία της Θεσσαλονίκης να αλλάζει κάθε πενταετία πρόσωπο ή να δημιουργεί νέα τοπόσημα. Επίσης, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα δεν είναι ατελείωτα. Δεκαετίες τώρα παραπονιόμαστε ότι χάθηκε η σχέση της πόλης με τη θάλασσα. Το πρώτο έργο που ουσιαστικά άρχισε να την αποκαθιστά (για μικρό μήκος) ήταν η ανάπλαση της νέας παραλίας. Με την ανάπλαση και της παλιάς θα έχουμε ένα ενιαίο σύνολο που αποκαθιστά τη χαμένη αίγλη της πόλης και αξιοποιεί ένα σημαντικό συγκριτικό της πλεονέκτημα. Μερικώς όμως. Συνολικά θα αξιοποιηθεί αυτό το πλεονέκτημα με το σχέδιο για την ανάπλαση όλου του παραλιακού μετώπου.

Τι μένει; Να οραματιστούμε και τη σχέση της Θεσσαλονίκης με το δάσος της. Με το Σέιχ Σου. Να ξαναδούμε και να δρομολογήσουμε όλοι μαζί τη βελτίωση του περιαστικού δάσους, την προστασία του, τη δυνατότητα επέκτασής του (γραμμικής ή μη θα το πουν οι ειδικοί) και να αποκαταστήσουμε τη σχέση του Θεσσαλονικιού με αυτό. Να δούμε μέσα από καλές πρακτικές αξιοποίησης πώς θα ζωντανέψουμε το Σέιχ Σου, πώς χωρίς να διαταράξουμε την οικολογική και περιβαλλοντική αξία του και τις φυσικές ισορροπίες θα το καταστήσουμε πόλο έλξης για τους πολίτες, δίχως δογματισμούς, αλλά με γνώμονα αφενός να ζωντανέψουμε τον κύριο πυρήνα πρασίνου του ευρύτερου πολεοδομικού συγκροτήματος και να τον προστατέψουμε, αφετέρου να τον εντάξουμε στην καθημερινότητα των πολιτών, με όρους και προϋποθέσεις, αλλά πάντως όχι υπό τις σημερινές συνθήκες που η πλειοψηφία των πολιτών αντιμετωπίζει το περιαστικό δάσος σαν φυσικό φραγμό, σαν ένα όριο ή σαν έναν τόπο όπου η επισκεψιμότητα είναι για λίγους. Πρέπει να βρεθεί ο τρόπος να προστατεύεται το δάσος, αλλά παράλληλα να είναι προσβάσιμο από όλους κι όχι να το χαίρονται λίγοι.

Σε κάθε περίπτωση, η Θεσσαλονίκη μπήκε ήδη σε μια νέα εποχή, που η τοπική ατζέντα θα αλλάξει ύστερα από πολλές δεκαετίες. Κεντρική και τοπική διοίκηση θα πρέπει να προσαρμοστούν και να προσαρμόσουν αυτή την ατζέντα του όχι και τόσο μακρινού πλέον μέλλοντος.