Skip to main content

Η Νοτοπούλου, η «ανθρωποφαγία» και ο κίνδυνος της λογοκρισίας

Η πλειονότητα των απαράδεκτων σχολίων σε βάρος της Νοτοπούλου και της μητέρας της, παράχθηκε στα social media μέσω κυρίως ψεύτικων λογαριασμών.

Τις τελευταίες ημέρες έχει πλημμυρίσει το διαδίκτυο, ή ακριβέστερα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με σχόλια περί «σεξισμού», «ανθρωποφαγίας» και άλλα παρόμοια, με αφορμή κάποιους απαράδεκτους χαρακτηρισμούς αναφορικά με την υπουργοποίηση της Κατερίνας Νοτοπούλου. Είναι περιττό νομίζω να επισημάνω τα αυτονόητα. Ότι δηλαδή κάθε δημόσιο πρόσωπο κρίνεται αποκλειστικά και μόνον από την πολιτεία του και όχι από την εμφάνισή του, την ηλικία του, τις πτυχές του ιδιωτικού βίου του, του ιδίου και των συγγενών του. Εκτός εάν ορισμένες φορές αυτές είναι ικανές να επηρεάσουν την άσκηση των καθηκόντων του. Για παράδειγμα, εάν κάποιος απλός πολίτης ξημεροβραδιάζεται στο καζίνο, αφορά μόνον τον ίδιο και την οικογένειά του, όμως εάν πρόκειται για πρόσωπο, πολιτικό ή μη, το οποίο διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα, τότε αφορά και άλλους.

Η Νοτοπούλου προφανώς δεν είναι μια τέτοια περίπτωση. Έγινε γνωστή στον πολύ κόσμο όταν ο Αλέξης Τσίπρας την τοποθέτησε επικεφαλής στο παράρτημα του πρωθυπουργικού γραφείου στη Θεσσαλονίκη. Θέση την οποία υπηρέτησε με επιτυχία κατά τη γνώμη μου, έστω και εάν επρόκειτο για μια άτυπη και αχρείαστη κυβερνητική δομή. Όπως αχρείαστο είναι και το κυβερνητικό χαρτοφυλάκιο που της ανατέθηκε, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση.

Στους περίπου 22 μήνες που φέρει την ιδιότητα του δημοσίου προσώπου η Νοτοπούλου δεν έχει δώσει ιδιαίτερες αφορμές για αρνητικά σχόλια. Πρόσεχε τη δημόσια εικόνα της, απέφευγε τα πολλά λόγια, υπηρέτησε το ρόλο που της ανατέθηκε. Ώσπου κάποια στιγμή ο Αλέξης Τσίπρας έκρινε πως πλέον δεν είχε νόημα να συντηρεί ένα… παραϋπουργείο δίπλα από το ΥΜΑΘ και αποφάσισε ουσιαστικά να τα συνενώσει, αναβαθμίζοντας την διευθύντρια του εδώ γραφείου του σε υφυπουργό.  

Η Νοτοπούλου δεν είναι το πρώτο παιδί του κομματικού σωλήνα που αναρριχάται σε αξιώματα, ούτε είναι περισσότερο ανεπάγγελτη από άλλους πολιτικούς, ακόμη και από πρωθυπουργούς (βλέπε Κώστας Καραμανλής, Γιώργος Παπανδρέου, Αλέξης Τσίπρας). Πλέον, οι προβολείς της δημοσιότητας θα είναι εντονότερα στραμμένοι πάνω της και η διαχείριση της δημόσιας εικόνας της θα είναι περισσότερο απαιτητική.

Όμως, πέραν των αυτονόητων, η διαδικτυακή συζήτηση των τελευταίων ημερών περί «σεξισμού» και «ανθρωποφαγίας» έχει και δύο ακόμη πτυχές. Η πρώτη έχει να κάνει με την όχι και τόσο αυτονόητη διάκριση ανάμεσα στα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης -κυρίως το facebook- και στα παραδοσιακά ή και νέα μέσα ενημέρωσης. Δεν είναι τυχαίο ότι η συντριπτική πλειονότητα των απαράδεκτων σχολίων και υπαινιγμών σε βάρος της Νοτοπούλου και της μητέρας της, παράχθηκε και αναπαράχθηκε στα social media, μέσω κυρίως ψεύτικων λογαριασμών. Εκεί που ο δημόσιος λόγος στερείται ταυτότητας καθώς είναι κατά βάση ανυπόγραφος ή ψευδεπίγραφος. Αντιθέτως, θα πρέπει να ψάξει, κανείς, πολύ για να βρει σχόλια αντίστοιχης χυδαιότητας σε εφημερίδες, ραδιοτηλεοπτικά μέσα ή ειδησεογραφικά sites. Εκεί, δηλαδή, που όλα φέρουν υπογραφή.

Η δεύτερη πτυχή αφορά τον κίνδυνο, κάθε επικριτικό σχόλιο, ακόμη και αυτό που θα αφορά τυχόν άστοχες πολιτικές επιλογές ενός δημοσίου προσώπου ή συμπεριφορές που προκαλούν το δημόσιο αίσθημα, να απαξιώνονται πίσω από ταμπέλες σαν κι αυτές που είναι πολύ της μόδας τελευταία όπως «δολοφονία χαρακτήρων», «fake news» κ.ο.κ. Εν ολίγοις, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η απολύτως καταδικαστέα «ανθρωποφαγία», να μετεξελιχθεί σε ένα εργαλείο συγκεκαλυμμένης λογοκρισίας, ακόμη και αυτολογοκρισίας. Ας έχουμε το νου μας, κυρίως οι επαγγελματίες του χώρου που τα τελευταία χρόνια έχουμε πέσει κι εμείς θύματα ανάλογης χυδαιότητας, πολλές φορές μάλιστα, με θύτες τους ίδιους τους πολιτικούς.