Skip to main content

Η ψηφιακή εποχή, το real estate και η μάχη χαρακωμάτων της Θεσσαλονίκης

Το αφήγημα για μία Θεσσαλονίκη στην αιχμή των τεχνολογικών και ψηφιακών εξελίξεων είναι εξόχως γοητευτικό, αλλά καθόλου απλό...

Εάν η Θεσσαλονίκη έχει μια ευκαιρία να μη χάσει το τρένο της ψηφιακής εποχής τότε οφείλει να κινηθεί γρήγορα.

Εάν, μάλιστα, θέλει να ηγηθεί στο πεδίο της καινοτομίας και των νέων τεχνολογιών στην Ελλάδα και στην ευρύτερη Νοτιοανατολική Ευρώπη θα πρέπει να όχι να αναπτύξει ταχύτητα, αλλά να πραγματοποιήσει έξυπνες κινήσεις και πιθανόν να αλλάξει προτεραιότητες. Στην προκειμένη περίπτωση αυτό σημαίνει να οργανωθεί επαγγελματικά εστιάζοντας στα ουσιώδη και καθοριστικά και όχι μόνο σε αυτά που φαίνονται δια γυμνού οφθαλμού και είναι απολύτως κατανοητά παντού, μέχρι το καφενείο της γειτονιάς.  

Κατά τη χθεσινή επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο στη Θεσσαλονίκη υπεγράφη μία καινούργια συμφωνία τεχνολογικής συνεργασίας ανάμεσα στις δύο πλευρές. Όπως εξήγησε ο ελληνικής καταγωγής υφυπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, επικεφαλής Τεχνολογίας στον Λευκό Οίκο, Μάικλ Κράτσιος, η συμφωνία αντανακλά την κοινή δέσμευση Ουάσινγκτον και Αθήνας για την προαγωγή της επιστήμης και της τεχνολογίας προς όφελος της ευημερίας των πολιτών και της οικονομίας, αλλά και της προώθησης της ασφάλειας στην ανατολική Μεσόγειο.

Ο ίδιος τόνισε πως πρόκειται ουσιαστικά για την πρώτη -από το 1980- επικαιροποίηση της ελληνοαμερικανικής σχέσης στον συγκεκριμένο τομέα. Αυτές οι γενικόλογες εκφράσεις, όπως και η επίσης γενικόλογη συμφωνία, θα αποκτήσουν περιεχόμενο στην πράξη. Εάν αποκτήσουν δηλαδή κάποιο περιεχόμενο και δεν παραμείνουν «πουκάμισο αδειανό», διότι παρά το ειδικό βάρος των υπογραφών που έπεσαν χθες στο δεκάλεπτης διάρκειας τελετουργικό στα γραφεία του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος, τίποτα δεν κινείται στον αυτόματο πιλότο. Εκείνο που επείγει είναι οι αρμόδιοι παράγοντες –του δημοσίου, του ημικρατικού, αλλά και του ιδιωτικού τομέα- να καθορίσουν προτεραιότητες και να τις προωθήσουν συστηματικά. Όλοι λίγο – πολύ ξέρουν τι πρέπει να γίνει, τι επείγει και τι είναι μεν καλό, αλλά χαμηλότερης προτεραιότητας. Κι επειδή δεν πρόκειται για… πυρηνική φυσική, τα πράγματα είναι μάλλον απλά. Οι βασικές προτεραιότητες είναι δύο:

Πρώτον, η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού με δεξιότητες κατάλληλες για την ψηφιακή οικονομία. Ήδη οι τρεις επενδύσεις αμερικάνικων εταιρειών το τελευταίο διάστημα –κατά χρονική σειρά της Deloitte, της Cisco και της Pfizer- έχουν οξύνει το πρόβλημα στην αγορά της Θεσσαλονίκης, αφού έχουν απορροφήσει μερικές εκατοντάδες κατάλληλα καταρτισμένων επιστημόνων. Προγραμματιστές δεν υπήρχαν σε αφθονία έτσι κι αλλιώς, με αποτέλεσμα επί της ουσίας κάθε εταιρεία που θέλει να κάνει τη δουλειά της να αναζητά προσωπικό που ήδη εργάζεται αλλού, δημιουργώντας δυσλειτουργίες. Η προσέλκυση κατάλληλων ανθρώπων στην περιοχή μας είναι σοβαρό στοίχημα και η καθιέρωση κινήτρων –κυρίως μείωσης του μη μισθολογικού κόστους, δηλαδή της φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης των αμοιβών- καθίσταται επιτακτική. Άλλωστε το συγκεκριμένο ζήτημα αποτελεί μέρος της αποστολής της Αλεξάνδρειας Ζώνης Καινοτομίας από την ίδρυσή της. Όπως και η καθιέρωση κινήτρων για την προσέλκυση επιχειρήσεων με υψηλή καινοτομική προστιθέμενη αξία. Κάποια στιγμή θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στην ΑΖΚ ΑΕ, μέσα από συγκεκριμένα εργαλεία, να αναδεικνύει «θύλακες καινοτομίας» με βάση τη δραστηριότητα και όχι τη χωροταξία. Το κτιριακό απόθεμα της Θεσσαλονίκης είναι μεγάλο και αρκεί να στεγάσει τέτοιες δραστηριότητες, όπως αποδείχθηκε στις περιπτώσεις των τριών αμερικανικών εταιρειών, οι οποίες ήρθαν, έψαξαν και βρήκαν με σχετική ευκολία χώρους στέγασης.  

Δεύτερον, η ουσιαστική ενίσχυση των ψηφιακών υποδομών της Θεσσαλονίκης, που παραμένουν υποβαθμισμένες. Από το πιο απλό, όπως είναι το γρήγορο ίντερνετ, μέχρι τα πιο πολύπλοκα συστήματα δικτύωσης, η πραγματικότητα είναι μελαγχολική για τα δεδομένα του προχωρημένου 21ου αιώνα. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν επιχειρήσεις που έχουν οργανώσει και υποστηρίζουν με δικά τους μέσα –μέχρι κεραίες στον Όλυμπο- ένα καλύτερο, γρηγορότερο και αξιόπιστο ίντερνετ, προκειμένου να διακινούν τον μεγάλο όγκο των δεδομένων τους με σχετική ασφάλεια. Δυστυχώς όμως στη Θεσσαλονίκη ακόμη την πρωτοκαθεδρία έχει το… μπετόν αρμέ, το real estate και τα πεζοδρόμια. Προφανώς όλα χρειάζονται, αλλά σε μια επενδυτική λογική προηγούνται τα εργαλεία παραγωγής πλούτου, δηλαδή αυτά που είναι απαραίτητα για να γίνουν δουλειές και συμβάλλουν στην προώθησή τους στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Κάτι που θα έπρεπε να είναι στην κορυφή της κυβερνητικής ατζέντας για τη Θεσσαλονίκη ή τουλάχιστον σε ίδια μοίρα με τα υπόλοιπα κλασικού τύπου δημόσια έργα. Η επερχόμενη τεχνολογία 5G συνιστά μία ακόμη ευκαιρία και φαίνεται ότι η χώρα κινείται γρήγορα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά οι φορείς που ασχολούνται με τη Θεσσαλονίκη πρέπει αφού κατανοήσουν την αναγκαιότητα να τη θέσουν επιτακτικά ως προτεραιότητα.

Το αφήγημα για μία Θεσσαλονίκη στην αιχμή των τεχνολογικών και ψηφιακών εξελίξεων είναι εξόχως γοητευτικό. Αλλά καθόλου απλό και εύκολο στην υλοποίηση του. Αθροίζοντας κάποιος τα σχέδια που υπάρχουν, τις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται και τις δηλώσεις που γίνονται δικαιούται να αμφιβάλλει εάν πρόκειται για θέμα που έχει γίνει κατανοητό κατ’ αρχήν απ’ όλους τους αρμόδιους και εν συνεχεία από την κοινωνία. Δυστυχώς στην Ελλάδα η έννοια του δημοσίου έργου ταυτίζεται με κάποιους είδους κατασκευές, όπως άλλωστε και η έννοια της επένδυσης. Κατά κάποιο τρόπο η υπόθεση θυμίζει τον στρατό, που υπάρχει για την απευκταία περίπτωση ενός πολέμου. Μόνο που στην εποχή της γνώσης την οποία διανύουμε, οι πόλεμοι, όταν η έκβαση τους δεν καθορίζεται στα πεδία της οικονομίας και της γενικότερης ισχύος, κρίνονται κυρίως στον αέρα και στη θάλασσα, οι περισσότεροι ανάμεσά μας αντιλαμβάνονται τον πόλεμο ως μάχη λασπωμένων χαρακωμάτων ή –στη χειρότερη περίπτωση- ως ανταρτοπόλεμο. Σαν κινηματογραφική ταινία ή σειρά στην τηλεόραση…