Skip to main content

Η ψηφιακή προοπτική της Θεσσαλονίκης σκοντάφτει σε μαϊμού - τσάντες

Οι τουρίστες «εκπαιδεύονται» με ψηφιακές περιηγήσεις σε μνημεία και καταστήματα της Θεσσαλονίκης και «σκοντάφτουν» ανυποψίαστοι στα προϊόντα-μαϊμού

Την τελευταία εβδομάδα, λόγω της 83ης Διεθνούς Εκθέσεως και ειδικότερα εξαιτίας του περιπτέρου των ΗΠΑ και των πολυεθνικών εταιριών που συμμετέχουν σε αυτό, η οικονομική ειδησεογραφία της Θεσσαλονίκης έχει ένα σύγχρονο, ψηφιακό άρωμα. Ξαφνικά οι συζητήσεις γίνονται σε διαφορετικό από τα συνήθη επίπεδο, είναι δημιουργικές κι έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στο μέλλον. Σε ένα μέλλον που σε αρκετά σημεία του πλανήτη είναι ήδη παρόν –άρα αποτελεί πραγματικότητα- και στην Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη ο κατάπλους του έχει την αναμενόμενη καθυστέρηση.

Η ζωή όμως εκτός από τις μελλοντικές προσδοκίες προβάλει με ένταση και την πραγματικότητα της καθημερινότητας, όσο ζοφερή κι αν είναι. Την ίδια, λοιπόν, στιγμή, που η Google, η Facebook και οι υπόλοιποι ψηφιακοί παίκτες, οι οποίοι, πλέον, καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό τις εξελίξεις στην οικονομία και την αγορά εξηγούσαν με ποιους τρόπους η Θεσσαλονίκη θα βγει κερδισμένη στη νέα εποχή, τα τρία Επιμελητήρια της πόλης -Εμπορικό και Βιομηχανικό, Βιοτεχνικό, Επαγγελματικό- έστελναν στους συναρμόδιους υπουργούς και στο σύνολο της τοπικής εξουσίας κοινή επιστολή για το παρεμπόριο, που ανθεί στους δρόμους, τα πεζοδρόμια και τις πλατείες του ιστορικού κέντρου. Κατά σύμπτωση η μεγάλη δραστηριότητα των παράτυπων υπαίθριων πολιτών, οι οποίοι διαθέτουν προϊόντα – μαϊμού, συμβαίνει πέριξ της διασταύρωσης των οδών Αριστοτέλους και Εγνατίας. Δηλαδή γύρω από το υπέροχο κτήριο που στεγάζει στους δύο πρώτους ορόφους του το Επαγγελματικό Επιμελητήριο και στους δύο υψηλότερους το Βιοτεχνικό. Οπότε οι άνθρωποι έχουν άμεση και καθημερινή εικόνα που φαινομένου, σε απευθείας μετάδοση.

Ένα φαινόμενο που κρατάει πολλά χρόνια, έχει… σκαμπανεβάσματα, αλλά παραμένει σταθερή αξία. Στερεί έσοδα από το κράτος, αφαιρεί δουλειά και τζίρο από το νόμιμο εμπόριο, καταργεί θέσεις εργασίας και δίνει μια τριτοκοσμική αύρα στη Θεσσαλονίκη. Την ώρα, λοιπόν, που ο κεντρικός δήμος και οι επαγγελματίες της πόλης θέλουν να αξιοποιήσουν τα ψηφιακά εργαλεία της Google και της Facebook για να αυξήσουν την αναγνωρισιμότητα και της επισκεψιμότητα της πόλης, οι αρμόδιοι αδυνατούν να αντιμετωπίσουν το παρεμπόριο που ασκείται καθημερινά εδώ και χρόνια σε συγκεκριμένα σημεία του κέντρου. Ενώ οι πάντες αντιλαμβάνονται την αξία της αύξησης του τουρισμού ως πηγή δημιουργίας πλούτου σε 12μηνη βάση για τη Θεσσαλονίκη, κανείς δεν μπορεί να απαλλάξει το κέντρο από εικόνες που χαρακτηρίζουν αποκλειστικά τη Βαλκανική Θεσσαλονίκη.

Τη στιγμή που οι τουρίστες «εκπαιδεύονται» με ψηφιακές περιηγήσεις να επισκεφθούν μνημεία και καταστήματα της Θεσσαλονίκης, «σκοντάφτουν» ανυποψίαστοι στα προϊόντα – μαϊμού που είναι στρωμένα στα πεζοδρόμια, ακριβώς έξω από την είσοδο των μνημείων και των καταστημάτων που επέλεξαν να επισκεφθούν.

Η Θεσσαλονίκη λόγω της ιστορίας της και των γεωγραφικών της δεδομένων ήταν πάντα η πιο «ανατολικοδυτική» ελληνική πόλη. Με τις παραδοσιακές αγορές στο Καπάνι και στο Μοδιάνο, αλλά και την λαμπερή Τσιμισκή σε απόσταση μερικών δεκάδων μέτρων. Με την ώχρα πολλών κτιρίων να δημιουργεί εντελώς διαφορετικά συναισθήματα από τον ανοικτό ορίζοντα του λιμανιού. Όλα αυτά έχουν μια γοητεία, επειδή προέκυψαν φυσιολογικά. Χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο. Αυτή είναι η Θεσσαλονίκη. Οι ανορθογραφίες, όμως, με τα στρωμένα σεντόνια σε ρόλο υπαίθριων παραμάγαζων και τους επίμονους πωλητές καπνικών προϊόντων που σε ρωτούν αν ενδιαφέρεσαι να αγοράσεις σε κάθε σου βήμα στο Καπάνι και στην πλατεία της Αρχαίας Αγοράς, δεν ανήκουν σε καμία παράδοση. Κινούνται εκτός της γεωμετρίας του αστικού τοπίου και αλλοιώνουν το χαρακτήρα του.

Μέχρι σήμερα οι πάσης φύσεως διωκτικές αρχές –τα περίφημα μικτά κλιμάκια- έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικές. Και το ερώτημα που εκ των πραγμάτων τίθεται είναι απλό: εάν η Θεσσαλονίκη δεν τα καταφέρνει στα στοιχειώδη, όπως είναι η αντιμετώπιση της παραβατικότητας που συμβαίνει φόρα παρτίδα, υπό το φως του ήλιου, πως θα μπορέσει να περάσει στην επόμενη, στην ψηφιακή περίοδο; Τώρα, βέβαια, μάλλον δεν θα είναι η πρώτη φορά, που από πάνω και απ’ έξω θα τρέχει το φως και από κάτω και πιο μέσα θα επικρατεί σκότος. Από πάνω και απ’ έξω το ίντερνετ με τις υψηλές του ταχύτητες, τις πολύχρωμες οθόνες, τους χάρτες, τα σχεδιαγράμματα και την παγκόσμια κοινότητα και από κάτω και προς τα μέσα οι συμπαθείς πλανόδιοι μικροπωλητές αφρικανικής ή ασιατικής καταγωγής να διαλαλούν την πραμάτεια τους, τις επώνυμες τσάντες των 30 ευρώ και τα αερόσολα αθλητικά παπούτσια των 35 ευρώ.