Skip to main content

Η Θεσσαλονίκη δεν είναι μια πόλη με «ειδικές ανάγκες» και «ιδιαίτερο χαρακτήρα»

Η πόλη δικαιούται να έχει όραμα και οφείλει να το διεκδικήσει χωρίς να αντιμετωπίζεται πλέον ως μια πόλη «ειδικών αναγκών».

Οι ιδιαιτερότητες ενός τόπου, είτε αφορούν στα λεγόμενα συγκριτικά πλεονεκτήματά του, είτε στις ελλείψεις του, δεν μπορούν να τον καθιστούν τόπο «με ειδικές ανάγκες». Η Θεσσαλονίκη διαχρονικά όμως αντιμετωπίζεται ως «πόλη με ειδικές ανάγκες», θαρρείς κι αντιμετωπίζει διαφορετικά προβλήματα από τις άλλες ελληνικές πόλεις.

Η εικόνα αυτή για πολλούς λόγους έχει διαμορφωθεί στην ελληνική κοινή γνώμη κι αν κάποιος θέλει να δει την αλήθεια γυμνή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του και την εικόνα της κατάστασης που έχουν όσοι δεν ζουν στη Θεσσαλονίκη για την πόλη.

Άλλωστε, κι όλοι όσοι γεννήθηκαν, μεγάλωσαν, ζουν και εργάζονται στη Θεσσαλονίκη, συνηθίζουν να προβάλλουν με έναν στρεβλό τρόπο τις ιδιαιτερότητες της πόλης, θαρρείς και το να είσαι «ξεχωριστός» είναι αναγκαστικά καλό ή προσφέρει κάποια ικανοποίηση και αποτελεί και ζητούμενο ή από την άλλη... κατάρα.

Ούτε το ένα ισχύει, ούτε το άλλο. Η Θεσσαλονίκη, όπως και κάθε πόλη, έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Το γενικό αίσθημα είναι ότι τα πλεονεκτήματα δεν αξιοποιούνται και για τα μειονεκτήματα μας φταίνε όλοι και όλα.

Η Θεσσαλονίκη είναι τόσο «ξεχωριστή» όσο είναι η Αθήνα, η Λάρισα, τα Γιάννενα, η Πάτρα και όλα τα αστικά κέντρα της χώρας και της Ευρώπης. Κι όμως, η νοοτροπία που έχει καλλιεργηθεί στους Θεσσαλονικείς είναι ότι η περιοχή είναι «ιδιαίτερη», ότι έχει «ειδικές ανάγκες», ότι χρήζει «ιδιαίτερης προσοχής». Και οι ίδιοι την αποδέχτηκαν και την ενσωμάτωσαν ως κυρίαρχη ιδέα, που όμως τελικά έχει πολλές συνέπειες, με κυρίαρχη την αδυναμία ικανοποίησης από οτιδήποτε καλό συμβαίνει σ' αυτή την πόλη και τις υπερβολικές αντιδράσεις για οτιδήποτε κακό.

Αρχικά καλλιεργήθηκε η κόντρα με την Αθήνα. Τα δυο μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας προφανώς και είναι ανταγωνιστικά. Έτσι γίνεται παντού στον κόσμο. Όμως εδώ το απογειώσαμε. Ο όρος της «συμπρωτεύουσας», που δόθηκαν μάχες για να θεωρηθεί ανοίκειος, ανάρμοστος και ανεπιθύμητος και να μην κολακεύει, μεγάλωσε γενιές και γενιές. Κάλυψε ευθύνες, χρησιμοποιήθηκε πολιτικά με πελατειακό τρόπο, σκέπασε προβλήματα κάτω από το χαλί και οδήγησε σε φαινόμενα υστέρησης.

Σήμερα τα κατάλοιπα της κόντρας με την πρωτεύουσα παραμένουν. Είναι μεγάλη κουβέντα αν η Θεσσαλονίκη πήρε από την Πολιτεία αυτό που της αναλογεί διαχρονικά και πώς το εξαργύρωσε και δεν υπάρχει εδώ σωστό και λάθος. Ένας κάτοικος της Λάρισας για παράδειγμα αν εξετάσει πόσοι πόροι σπαταλήθηκαν από τις κυβερνήσεις όλα τα προηγούμενα χρόνια για την ανάπτυξη της πόλης του και για τη βελτίωση της καθημερινότητας και τους συγκρίνει με τους πόρους που δαπανήθηκαν για τη Θεσσαλονίκη (αναλογικά με τον πληθυσμό) θα αισθανθεί ριγμένος. Το ίδιο αισθάνεται και ο Θεσσαλονικιός όταν βλέπει τι αποτέλεσμα είχαν οι πόροι που δαπανήθηκαν για την Αθήνα.

Ο συγκεντρωτισμός των Αθηνών είναι πρόβλημα όχι μόνο για τη Θεσσαλονίκη, αλλά για όλη τη χώρα. Γίνεται –εύλογα- πιο έντονα αισθητός στη Θεσσαλονίκη, λόγω μεγέθους της πόλης.

Από το «αθηνοκεντρικό κράτος» περάσαμε σταδιακά στη Θεσσαλονίκη των «ειδικών αναγκών». Ο χαρακτηρισμός χρησιμοποιήθηκε ως μέσο πίεσης και διεκδίκησης. Κι αν αρχικά όμως ο σκοπός αγίαζε τα μέσα, στην πορεία εξελίχθηκε σε... καρκίνωμα, από το οποίο η πόλη δυσκολεύεται να απαλλαγεί.

Προσωπικά ενοχλούμαι όταν η Θεσσαλονίκη αντιμετωπίζεται ως «πόλη με ειδικές ανάγκες» και με ενοχλεί που έτσι την αντιμετωπίζουν και πολλοί, οι οποίοι έχουν αποφασιστικές αρμοδιότητες και κυρίως πολιτικοί. Κάποια στιγμή παύει να είναι «χαριτωμενιά» να αναγνωρίζεις με χαμόγελο συμπάθειας και με συγκαταβατικό τρόπο την πόλη αυτή και τους πολίτες της και να διατυμπανίζεις ως γενικευμένο χαρακτηριστικό εκείνο του «γκρινιάρη» και του «μονίμως παραπονιάρη».

Δεν είναι γκρίνια να διεκδικείς το καλύτερο για τον τόπο σου κι ας γίνεσαι και επίμονος και πολλές φορές φορτικός ή άδικος, αρκεί να μη γίνεσαι άπληστος. Ε δεν νομίζω ότι φτάσαμε σε τέτοιο σημείο. Δεν θέλει συμπάθειες η Θεσσαλονίκη. Κάλυψη των ελλείψεών της χρειάζεται, αναπτυξιακή ώθηση χρειάζεται κι αυτή η ανάγκη δεν θα πάψει ποτέ να υφίσταται.

Δεν είναι όμως και αποτελεσματικός τρόπος για να καλύψεις τις ανάγκες η μιζέρια και η διαρκής γκρίνια στη βάση μιας εσφαλμένης νοοτροπίας, ενός ιδεολογήματος, που φρενάρει την ανάπτυξη της πόλης και αφήνει τους κατοίκους της με το αίσθημα του ανικανοποίητου.

Στη λεπτή ισορροπία μεταξύ μιας πόλης που διεκδικεί ένα καλύτερο παρόν και μέλλον και μιας πόλης που ψάχνει να βρει τρόπους –δικαιολογίες- για να επιρρίψει ευθύνες για τις ελλείψεις της, καλό είναι να διαλέξουμε σε ποια πλευρά θα κλίνουμε τελικά, αντί να ρισκάρουμε.

Τα όσα ακούστηκαν για τις ιδιαιτερότητες της Θεσσαλονίκης και των Θεσσαλονικιών στη διάρκεια του δεύτερου κύματος της πανδημίας είναι ένα δείγμα της αντιμετώπισης της πόλης. Επειδή για πολύ συγκεκριμένους λόγους και με πολύ συγκεκριμένες ευθύνες η έξαρση της πανδημίας έπληξε περισσότερο την πόλη σε σύγκριση με άλλες περιοχές, ορισμένοι επιχείρησαν και επιχειρούν να παρουσιάσουν τη Θεσσαλονίκη και πάλι ως «ειδική περίπτωση». Με το «Θεσσαλονίκη» να φανταστώ εννοούν όλη τη Βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλία μαζί, διότι δεν διαφέρει και πολύ η κατάσταση στην πόλη από ό,τι στη μισή Ελλάδα...

Το κάνουν ειδικά εκείνοι, που προσπαθούν να κρύψουν τις δικές τους ευθύνες για την εξέλιξη του δεύτερου κύματος της πανδημίας του κορωνοϊού. Δεν χρειάζεται να πετάξουν την μπάλα στην κερκίδα, αλλά να χρησιμοποιήσουν γι' ακόμη μια φορά το... καρκίνωμα σε βάρος της πόλης, τις «ειδικές ανάγκες», τις «ιδιαιτερότητές» της. Θαρρείς και είναι η πόλη ξένο σώμα...

Στη Θεσσαλονίκη οφείλουμε να κάνουμε την αυτοκριτική μας. Όμως αυτό δε σημαίνει αυτομαστίγωση. Και προφανώς είναι εξωφρενικό ορισμένοι να κουνάνε το δάχτυλο στην τοπική κοινωνία και να επικαλούνται τον «ιδιαίτερο χαρακτήρα» των Θεσσαλονικιών θαρρείς και η πόλη είναι σε άλλη επικράτεια ή αποτελεί τόπο ανεφάρμοστων νόμων και κανόνων, που ισχύουν και εφαρμόζονται σε όλη την υπόλοιπη χώρα. Να μας αντιμετωπίζουν ως παρίες...

Με κάτι τέτοια ρίχνουν νοητές μπάρες και διευκολύνουν όλους όσοι επιδίδονται σε διχαστικά κηρύγματα.

Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που έχει τις δικές της ανάγκες και έχει το δικαίωμα να διεκδικεί την κάλυψή τους. Όπως κάθε πόλη, κάθε τοπική κοινωνία. Η Θεσσαλονίκη δικαιούται να έχει όραμα, προοπτική και οφείλει να τη διεκδικήσει χωρίς να αντιμετωπίζεται και χωρίς να αντιμετωπίζει η ίδια τον εαυτό της ως κάποια πόλη με «ειδικές ανάγκες».