Skip to main content

Η τραγωδία της Σαμοθράκης να ταρακουνήσει τον τουρισμό στη Β. Ελλάδα

Η Βόρεια Ελλάδα οφείλει να επαναπροσδιοριστεί τουριστικά από την αρχή και να αξιοποιήσει –επιτέλους!- τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα.

του Γιώργου Δώρα

Η τραγωδία –περί τραγωδίας πρόκειται, γιατί να φοβόμαστε τις λέξεις;- που ζει η Σαμοθράκη αυτό το καλοκαίρι, με τον εβδομαδιαίο αποκλεισμό και την συνακόλουθη ζημιά στον τουρισμό και την οικονομία που θα την ακολουθεί και θα την… παρακολουθεί για χρόνια, ίσως αποτελεί μια καλή αφορμή για να ασχοληθούν οι αρμόδιοι με επιμέλεια γύρω από τα θέματα του τουρισμού στη Βόρεια Ελλάδα.

Μια ιδέα είναι ότι πρόκειται για μια καλή δουλειά για το υφυπουργείο Μακεδονίας – Θράκης, οι ένοικοι του οποίου διαχρονικά αναζητούν τρόπους για να φανούν χρήσιμοι στην περιοχή ευθύνης τους, ξεπερνώντας το ρόλο της «γέφυρας» και του «γραμματοκομιστή», που συνήθως καλούνται να παίξουν για να δικαιολογήσουν το ρόλο τους. Η ανάπτυξη είναι για την σημερινή Ελλάδα ένα στοίχημα που πρέπει να κριθεί γρήγορα σε κάθε γωνιά της χώρας, από την Ανατολή μέχρι τη Δύση και από τον Βορρά μέχρι το Νότο. Και ο τουρισμός έχει την ιδιότητα να αποδίδει σε σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς σώνει και καλά τεράστιες επενδύσεις, αλλά με έξυπνες δημιουργικές κινήσεις.  

Τα σημάδια είναι, πλέον, πολλά: Ο βορράς της χώρας, σε αντίθεση με το νότο, παραμένει –εκτός εξαιρέσεων- τουριστικά υπανάπτυκτος. Από τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες και τους μικρότερους επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, μέχρι τους εργαζόμενους που δουλεύουν, τις τοπικές κοινωνίες που υποδέχονται τους πελάτες που τροφοδοτούν την τουριστική αγορά των περιοχών της Β. Ελλάδος χρειάζονται αναβάθμιση, προκειμένου να υπάρξουν τα θετικά αποτελέσματα που όλοι προσδοκούν. Καλύτερο προϊόν σημαίνει ακριβότερο προϊόν και υψηλότερου επιπέδου πελάτες. Διότι η σημερινή εικόνα είναι αδιέξοδη κι επειδή η τουριστική αγορά είναι ευμετάβλητη η πτώση και η περεταίρω υποβάθμιση είναι μάλλον αναπόφευκτες. Θα μοιάζουν μοιραίες εξελίξεις, αλλά στην πραγματικότητα θα οφείλονται στην έλλειψη στρατηγικής και σε απανωτά λάθη τακτικής.

Το βέβαιον είναι –το ομολογούν και οι βασικοί παίκτες της τουριστικής αγοράς στην περιοχή- ότι η Βόρεια Ελλάδα οφείλει να επαναπροσδιοριστεί τουριστικά από την αρχή. Να αξιοποιήσει –επιτέλους!- τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα: τις φυσικές ομορφιές, την λαμπρή ιστορία με τοπόσημα παγκοσμίου εμβέλειας, η ισχυρή παράδοση και τον αυθεντικό πολιτισμό. Στην ουσία να αξιοποιήσει την συμπυκνωμένη πείρα και την τεχνογνωσία, που έχουν καλλιεργηθεί στη Νότια Ελλάδα από τη δεκαετία του 1960.

Όπως σε κάθε ξεκίνημα –διότι περί ξεκινήματος οφείλουμε να μιλήσουμε εάν είμαστε σοβαροί- σημαντικός παράγων είναι η στάση της πολιτείας, η οποία πρέπει να δημιουργήσει προϋποθέσεις συγκεκριμένου τύπου τουριστικής ανάπτυξης, με κίνητρα που θα προσελκύσουν σοβαρούς επιχειρηματίες, οι οποίοι με τη σειρά τους θα δουλεύουν με πιο απαιτητικούς πελάτες, που μπορούν να στηρίξουν μια αναβαθμισμένη αγορά. Είναι προφανές ότι η Σαμοθράκη «πληρώνει» το μονοπώλιο που έχει δημιουργηθεί στην περιοχή, με επιδοτούμενα τους χειμερινούς μήνες δρομολόγια και δεκαετείς συμβάσεις. Προφανώς σε μια νησιωτική χώρα όπως είναι η Ελλάδα υπάρχει μεγάλη εμπειρία στον τομέα της επιβατηγού ναυτιλίας, η οποία πρέπει να αξιοποιηθεί για να μην υπάρξουν τα επόμενα χρόνια ανάλογες θλιβερές –και μαζί εξοργιστικές- καταστάσεις.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε κεντρικό επίπεδο η ελληνική τουριστική αγορά εμφανίζεται προβληματισμένη από τις εξελίξεις που καταγράφονται. Στη χθεσινή (19 Αυγούστου 2019) «Ναυτεμπορική» δημοσιεύθηκε ρεπορτάζ με τίτλο «Πως θα κερδίσει το ‘στοίχημα’ του μέλλοντος η τουριστική αγορά», στο οποίο αναφέρονται τα ακόλουθα: «Το πέρασμα στην επόμενη ημέρα, με συγκεκριμένο στρατηγικό σχέδιο, τόσο σε επίπεδο χώρας όσο και ανά προορισμό, είναι το μεγάλο στοίχημα για τον ελληνικό τουρισμό. Φέτος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η χώρα κρατάει τις δυνάμεις της όσον αφορά την κίνηση, όχι μόνο χάρη στις αφίξεις από το εξωτερικό, αλλά και εξαιτίας των Ελλήνων που επανεμφανίζονται σταδιακά στον τουριστικό χάρτη της χώρας. Κατά τη διάρκεια του Αυγούστου οι πληρότητες φαίνεται ότι έχουν φτάσει στο ζενίθ, αλλά δύσκολα θα καλύψουν τις απώλειες στις διανυκτερεύσεις για τα ξενοδοχεία, που υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν από την αρχή του χρόνου το 15%. Πέραν του ζητήματος των διανυκτερεύσεων, η άνοδος της Τουρκίας και της Αιγύπτου, η απουσία ρεαλιστικής εικόνας για τις ανάγκες σε υποδομές, ο υπερτουρισμός σε δημοφιλείς περιοχές, η άναρχη δόμηση, η ανάπτυξη χωρίς συγκεκριμένο κανονιστικό πλαίσιο των βραχυχρόνιων μισθώσεων και εν τέλει η απουσία πολιτικών διαχείρισης των προορισμών, στέλνουν προειδοποιητικά μηνύματα σε πολιτεία, τοπική αυτοδιοίκηση και φορείς». Όταν όλα αυτά προβληματίζουν τον ανεπτυγμένο τουριστικά ελληνικό Νότο, ο καθένας μπορεί να υποστηρίξει ότι ισχύουν απολύτως και για τον Βορρά. Εκτός κι αν υπάρχει κανείς –έστω ένας- που να πιστεύει ότι με 12 ευρώ τη βραδιά το δωμάτιο, σε αγχωμένους και ταλαιπωρημένους Βαλκάνιους, υπάρχει ποτέ περίπτωση να δημιουργηθεί κοινωνικός πλούτος, αν αυξηθεί και να βελτιωθεί ποιοτικά η απασχόληση και τελικά να υπάρξει ανάπτυξη επ’ ωφελεία του συνόλου.  

ΥΓ. Η Ελλάδα βρίσκεται προ των πυλών για να εισέλθει στη δεκάδα των κορυφαίων τουριστικών προορισμών του πλανήτη. Τα τελευταία χρόνια –και τους τελευταίους μήνες- εγχώρια και διεθνή κεφάλαια δισεκατομμυρίων τοποθετούνται στην ελληνική τουριστική αγορά, προσδοκώντας κέρδη. Εννοείται ότι απ’ όλη αυτή τη δημιουργική φάση η Βόρεια Ελλάδα βρίσκεται εκτός.