Skip to main content

Οι παλιές συνταγές του επιχειρηματικού κόσμου και οι χαμένες ευκαιρίες της Θεσσαλονίκης

Ο επιχειρηματικός κόσμος της Θεσσαλονίκης παραμένει κολλημένος σε παλιές συνταγές, στη λογική του «μωρό που δεν κλαίει, δεν τρώει»

του Γιώργου Δώρα

To μέλλον της ελληνικής οικονομίας, άρα και της ελληνικής κοινωνία, θα κρίνουν οι ιδιωτικές επενδύσεις. Σε μια υπερχρεωμένη χώρα, όπως είναι η Ελλάδα με το δημόσιο χρέος αυτή τη στιγμή να διαμορφώνεται άνω του 200%, ό,τι κι αν κάνει το κράτος δεν μπορεί να σηκώσει μόνο του το βάρος της ανάπτυξης της οικονομίας, της αύξησης του πλούτου, της ενίσχυσης της απασχόλησης και –τελικά- της αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών. Με αυτή την έννοια το Ταμείο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, που δημιούργησε η Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω των επιπτώσεων στην οικονομία της πανδημίας του κορωνοϊού, ήρθε την κατάλληλη ώρα. Μαζί με το νέο ΕΣΠΑ, αλλά και τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, δημιουργούν ένα περιβάλλον, το οποίο με την κατάλληλη μόχλευση μπορεί να οδηγήσει μέχρι το 2030 σε εγχώριες και ξένες επενδύσεις 260 δισ. ευρώ, που θα φέρουν μεσοσταθμική ανάπτυξη 3,5% ετησίως και πρόσθετο εισόδημα 80 δισ. ευρώ για τα ελληνικά νοικοκυριά. Το σενάριο είναι εφικτό, καθώς την περίοδο 1990-1999 πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα επενδύσεις ύψους 269 δισ. ευρώ, οι οποίες κατά τη... χρυσή περίοδο 2000-2008 έφτασαν τα 400 δισ., ενώ το δύσκολο διάστημα 2009-2020 διαμορφώθηκαν σε περίπου 280 δισ. ευρώ.   

Με δεδομένο ότι οι βασικοί προνομιακοί τομείς επιχειρηματικής δράσης στη χώρα μας είναι ο τουρισμός, οι μεταφορές, η «πράσινη ενέργεια», η ψηφιακότητα, η αγροτική παραγωγή και ευρύτερα η αγροδιατροφή, αλλά και η εξαγωγικού προσανατολισμού μεταποίηση, για τη Βόρεια Ελλάδα τα επόμενα χρόνια θα καθορίσουν τις εξελίξεις για δεκαετίες. Η Θεσσαλονίκη τα τελευταία 30 χρόνια, παρά τις ιστορικά ευνοϊκές διεθνείς εξελίξεις, χάνει διαρκώς ευκαιρίες. Για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή το κατά καιρούς ενδιαφέρον της κεντρικής κυβέρνησης αποδεικνύεται ανεπαρκές και χαλαρό, υπό την έννοια ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται για έργα και στόχους είναι αποσπασματικές κι έχουν χαμηλό ορίζοντα. Δεύτερον, διότι ούτε οι τοπικές δυνάμεις –πολιτικό προσωπικ ό αυτοδιοίκηση, παραγωγικοί φορείς, επιχειρηματίες, κοινωνία των πολιτών- μπορούν να σηκώσουν το βάρος. Ενδεχομένως να μη θέλουν, αλλά σίγουρα δεν προσπαθούν καν να απογαλακτιστούν.

Ειδικά ο επιχειρηματικός κόσμος, οι επιχειρήσεις και οι φορείς που τους εκπροσωπούν, παραμένουν σε σημαντικό βαθμό κολλημένοι στις παλιές συνταγές. Στη γκρίνια και στα παράπονα. Στη λογική «μωρό που δεν κλαίει, δεν τρώει». Ασφαλώς και υπάρχουν οι διακεκριμένες εκείνες περιπτώσεις επιχειρηματιών που βλέπουν πέρα από τη μύτη τους, έχουν αλλάξει επίπεδο, το παλεύουν και έχουν δημιουργήσει καλές επιχειρήσεις, που πρωταγωνιστούν στην ελληνική αγορά και διεθνώς. Σε ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις επιχειρήσεις με διεθνή εμβέλεια. Αληθινά διαμάντια. Πρόκειται, κυρίως, για ανθρώπους οι οποίοι εκπροσωπούν μεγαλύτερα επιχειρηματικά μεγέθη και έχουν τις δυνατότητες και την οργάνωση να ενημερωθούν για τις εξελίξεις αυτοβούλως, να προσαρμοστούν και να προχωρήσουν. Οι πολλοί, όμως, που εκπροσωπούν μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις παραμένουν παραδοσιακοί στα όλα τους. Κυρίως στον τρόπο σκέψης. Όπως φαίνεται το πιεστικό παρόν τους στριμώχνει σε τέτοιο βαθμό, που δεν ασχολούνται με το μέλλον κι ας γνωρίζουν στη θεωρία τόσο ότι «το σήμερα φτιάχτηκε χθες και το αύριο φτιάχνεται σήμερα», όσο και ότι «το προλαμβάνειν είναι καλύτερο του θεραπεύειν».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα νοοτροπίας είναι η τελευταία συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης το βράδυ της περασμένης Πέμπτης. Χάρη σε ενέργειες της ηγεσίας του Επιμελητηρίου στη συνεδρίαση πήρε μέρος, μέσω τηλεδιάσκεψης, ο Χρήστος Σταϊκούρας. Ο υπουργός Οικονομικών σε μια αντικειμενικά δύσκολη ημέρα, στην οποία κυριαρχούσαν οι συνέπειες της κακοκαιρίας που δημιούργησε τεράστια προβλήματα στην Αθήνα, αλλά και η πρόταση μομφής του ΣΥΡΙΖΑ κατά της κυβέρνησης, συμμετείχε στο ΔΣ για περισσότερη από μία ώρα. Στην τοποθέτηση του αναφέρθηκε στην κατάσταση της οικονομίας, από την ανάπτυξη, την ακρίβεια και τον πληθωρισμό μέχρι τις συνέπειες της πανδημίας, που ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη, και το ενεργειακό πρόβλημα. Όταν, όμως, ήρθε η ώρα των ερωτήσεων, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, βρέθηκε μπροστά σε ένα καταιγισμό μικροοικονομικής, υπό την έννοια ότι του τέθηκαν θέματα που αφορούσαν το myDatata, τα τελωνεία, το αν τα συστήματα πληρωμών και εισπράξεων του Δημοσίου είναι συμβατά μεταξύ τους και τα σχετικά. Ήταν, μάλιστα, τόσο πολλές και τόσο πιεστικές οι ερωτήσεις, οι οποίες αφορούσαν τη φορολογική διοίκηση που ο ίδιος ο ΥΠΟΙΚ ζήτησε από το ΕΒΕΘ να οργανώσει το επόμενο 15νθήμερο ειδική συνεδρίαση του ΔΣ, στην οποία θα πάρει μέρος τόσο ο ίδιος, όσο και ο διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Γιώργος Πιτσιλής, προκειμένου να διευκρινιστούν οι απορίες. Προφανώς αυτά τα μικρά θέματα της καθημερινότητας είναι πολύ σοβαρά για τη λειτουργία των επιχειρήσεων και κανείς δεν μπορεί να τα υποτιμήσει, αλλά όταν σου δίνεται η δυνατότητα να απευθυνθείς στον υπουργό Οικονομικών –και μάλιστα σε μια μεταβατική συγκυρία σαν κι αυτή που βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία- δεν μπορεί να μη ρωτάς για την προοπτική και πώς βλέπει τις εξελίξεις. Ούτε καν για το ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο έτσι όπως είναι δομημένο αφορά τελικά σχεδόν όλες τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους, που έχουν διάθεση να επενδύσουν σε σύγχρονες κατευθύνσεις, όπως η πράσινη οικονομία και η ψηφιακότητα.  

Στην Ελλάδα το δημόσιο –εσχάτως και οι τράπεζες- αποτελούν τον εύκολο στόχο για τις επιχειρήσεις. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι και η σύγχρονη επιχειρηματικότητα έχει χτυπητές αδυναμίες. Είτε λόγω μεγέθους είτε λόγω νοοτροπίας έχει μάθει κυρίως να ζητάει, πάντα να γκρινιάζει, σχεδόν ποτέ να μη ρισκάρει πέραν αυτού που δεν μπορεί να αποφύγει και γενικώς να παίζει –όσο μπορεί- εκ του ασφαλούς. Ειδικά στη Θεσσαλονίκη πάνε πολλά χρόνια από τότε που οι επιχειρηματίες και οι φορείς που τους εκπροσωπούν βρίσκονταν στην πρωτοπορία. Γι’ αυτό και σήμερα δεν εμπνέουν την υπόλοιπη κοινωνία. Δεν είναι τυχαίο ότι σύμφωνα με τις μετρήσεις της κοινής γνώμης τα αρκετά τελευταία χρόνια τα πλεονεκτήματα και οι προοπτικές της Θεσσαλονίκης, που άπτονται και απορρέουν από την επιχειρηματικότητα βρίσκονται σχεδόν στην τελευταία θέση. Ή ακριβώς στην τελευταία θέση.