Skip to main content

Ηλιακό Μικροζυθοποιείο Ξάνθης: Οι μπίρες από τη Θράκη που αγαπούν τον… ήλιο

Η αγάπη του Ορέστη Στεφάνου για το περιβάλλον συνάντησε την αγάπη του για την μπίρα και οδήγησε στο πρώτο ηλιακό μικροζυθοποιείο της χώρας.

Φτιάχνει τις μπίρες του παρέα με τον… ήλιο, που καλύπτει πάνω από το 90% των ενεργειακών αναγκών του μικροζυθοποιείου του, κυρίως στο θερμικό κομμάτι. Η αγάπη του άλλωστε για το περιβάλλον συνάντησε την αγάπη του για την μπίρα, οδηγώντας στη δημιουργία του πρώτου ηλιακού μικροζυθοποιείου της χώρας, στην Ξάνθη, του Solar Beer.

Ο Θεσσαλονικιός Ορέστης Στεφάνου, αν και με σπουδές φιλόλογου και μεταπτυχιακό στην εφαρμοσμένη γλωσσολογία, επέλεξε να γίνει… καθηγητής στον ζύθο, παρόλο που μάλλον η διαδικασία αυτή τον έχει κάνει να αισθάνεται περισσότερο μαθητής, αφού μαθαίνει συνεχώς νέα πράγματα για την μπίρα. Σήμερα το Ηλιακό Μικροζυθοποιείο Ξάνθης διαθέτει τρεις ετικέτες -μπίρες φρέσκιες, απαστερίωτες και αφιλτράριστες- τη Θέρος, μια Summer Ale που ήταν και η πρώτη του μπίρα, τη Γαία, μια Irish Red Ale και την Έρεβος, μια σπάνια μαύρη μπίρα Bohemian Dunkel.

Μέσα δε από τους εγκλεισμούς της πανδημίας ο Ορέστης Στεφάνου είχε τον χρόνο για πολλούς πειραματισμούς και δοκιμές που θα φέρουν στην αγορά ωραίες, νέες μπίρες χωρίς προηγούμενο, όπως λέει χαρακτηριστικά στη Voria.

Το Ηλιακό Μικροζυθοποιείο Ξάνθης έχει παρουσία στην Ξάνθη, σε επιλεγμένα σημεία στην περιφέρεια της Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης, από τον Έβρο μέχρι τη Θάσο, αλλά και σε Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Κρήτη και Πελοπόννησο. Σχεδιάζει δε για το επόμενο διάστημα μια πιο οργανωμένη εξόρμηση ανά την Ελλάδα.
Και μπορεί οι σπουδές του Ορέστη Στεφάνου στη φιλολογία και τη γλωσσολογία να μην τον οδήγησαν σε μια σχολική αίθουσα, τον βοήθησαν όμως με την αναλυτική προσέγγιση που τις διακρίνει να προσεγγίσει την μπίρα, άλλα και κάθε του εγχείρημα μέχρι τώρα.

«Σαφώς και ο κόσμος ανταποκρίνεται θετικά στον ηλιακό χαρακτήρα του μικροζυθοποιείου, αυτό όμως που κυρίως τον ενδιαφέρει είναι να γεύεται μια ωραία μπίρα» εξηγεί, υπογραμμίζοντας πως η φιλοσοφία της ανακύκλωσης διέπει την επιχείρησή του σε όλα τα στάδιά της, αφού, όπως λέει, δεν θέλει τα παιδιά του στο μέλλον να κάνουν βόλτες στο Νέστο και να βρίσκουν πεταμένα μπουκάλια από τις μπίρες του μπαμπά τους.

Η αναζήτηση για τον ζύθο και η ηλιακή… έμπνευση

Όταν σε νεαρή ηλικία o Ορέστης Στεφάνου ήπιε μια βέλγικη μπίρα επαναζύμωσης, κατάλαβε πως υπήρχαν πολλά πράγματα που δεν ήξερε για τον ζύθο, τα οποία διψούσε να μάθει. Κάπως έτσι μπήκε μέσα του το μικρόβιο της ζυθοποίησης, που, σε συνδυασμό με την αγάπη του για το περιβάλλον και την ανάγκη του να μειώσει το περιβαλλοντικό του αποτύπωμα όσο το δυνατό περισσότερο, οδήγησε στη δημιουργία του πρώτου και μοναδικού μέχρι σήμερα ηλιακού μικροζυθοποιείου στη χώρα. Ξεκινώντας την αναζήτησή του ήρθε σε επαφή με ένα κιτ οικιακής ζυθοποίησης και μπήκε στη διαδικασία να κάνει τις πρώτες του δοκιμές στο σπίτι. Χρειάστηκαν πολλή μελέτη και πολλοί πειραματισμοί, ώστε οι συνταγές του να τύχουν της θερμής υποδοχής των φίλων και του περιβάλλοντός του, που άρχισαν να τον ενθαρρύνουν να ασχοληθεί επαγγελματικά με το αντικείμενο. Έτσι, το 2014 μπήκε σε ένα πρόγραμμα του ΕΣΠΑ και όταν τέθηκε το ζήτημα πώς θα στηθεί το μικροζυθοποιείο, ο Ορέστης Στεφάνου ήταν σίγουρος πως ήθελε να φτιάξει μια ωραία μπίρα, αλλά όχι εις βάρος του περιβάλλοντος. Μετά από σχετική έρευνα κατέληξε στη χρήση ηλιακών συλλεκτών, οι οποίοι καλύπτουν πάνω από το 90% των αναγκών του μικροζυθοποιείου σε θερμική ενέργεια, που είναι και η βασική μορφή ενέργειας για τη δημιουργία της μπίρας του. Η πρώτη του παραγωγή βγήκε το 2016, όμως μια κλοπή εξοπλισμού από τη μονάδα του το 2017 πήγε πίσω τη διαδικασία, δεν έκαμψε όμως το φρόνημά του και σίγουρα όχι την αγάπη του για την μπίρα. Ξαναμπήκε στην παραγωγή το καλοκαίρι του 2018, ενώ πρόσθεσε στη δραστηριότητά του και υπηρεσίες ζυθοποίησης για τρίτους, δημιουργώντας μπίρες για εστιατόρια και μπαρ που ήθελαν να σερβίρουν ζύθο με τη δική τους ετικέτα. Μάλιστα, πλέον αυτή η υπηρεσία αποτελεί πάνω από το ένα τρίτο της δραστηριότητάς του.

«Η μπίρα για μένα είναι ένα κομμάτι της απόλαυσης της ζωής. Είναι ένα βασικό είδος, όχι ένα είδος πολυτελείας, δεν είναι σαμπάνια. Είναι ένα απλό προϊόν, όχι όμως γευστικά, που πρέπει να παραμείνει απλό και προσιτό για τον κόσμο, χωρίς υπερβολές στις πρώτες ύλες του» εξηγεί.