Skip to main content

ΙΟΒΕ: Επιβράδυνση της οικονομίας κατά 1,6% το δ' τρίμηνο του 2018

Η έξοδος της χώρας μας από το μνημόνιο δεν σηματοδότησε τον τερματισμό της κρίσης ούτε την επιστροφή μας στην κανονικότητα, δήλωσε ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ

Την επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας στο τελευταίο τρίμηνο του περασμένου έτους, σε 1,6%, 0,6 και 0,5 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη από το προηγούμενο τρίμηνο και το ίδιο τρίμηνο πρόπερσι κατέγραψε το Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών.

Όπως αναφέρει σε έκθεσή του, στο σύνολο του 2018 το ΑΕΠ ήταν 1,9% υψηλότερο από ότι ένα χρόνο νωρίτερα, μεταβολή πολύ κοντά σε εκείνη που είχε προβλέψει το ΙΟΒΕ από τον Οκτώβριο του 2017 (2,0%).

«Η ανάπτυξη πέρσι προήλθε κυρίως από βελτίωση του εξωτερικού ισοζυγίου, λόγω διεύρυνσης των εξαγωγών (+8,8%) και αρκετά μικρότερης ανόδου των εισαγωγών (+2,0%). Οι εξαγωγές διαμορφώθηκαν σε νέο διαχρονικά μέγιστο επίπεδο, τόσο σε αξία (€64,9 δισεκ. σε σταθερές τιμές), όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ (34,2%). Ήπια διεύρυνση των καταναλωτικών δαπανών των νοικοκυριών (1,0%), ενώ αντιθέτως, περιορίστηκε η δημόσια κατανάλωση (-2,5%). Οι επενδύσεις ενισχύθηκαν οριακά, κατά 1,6%, αποκλειστικά όμως από τη διεύρυνση των αποθεμάτων, αφού ο σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου υποχώρησε κατά 12,0%», σημειώνει το ΙΟΒΕ.

Ο ρυθμός ανάπτυξης το 2019 ήταν ίδιος ή ελαφρώς χαμηλότερος του 2018, από κλιμάκωση επενδυτικής δραστηριότητας (+8-11%) και ιδιωτικής κατανάλωσης (+1,3%). Η ισχυρότερη εγχώρια ζήτηση θα εκδηλωθεί και στις εισαγωγές, αλλά ήπια (+5,0%), καθώς πολλές εκ των επενδύσεων θα αφορούν σε κατασκευαστικά έργα, με πρώτες ύλες εγχωρίως παραγόμενες. Υπό τα περιοριστικά μέτρα πολιτικής στο διεθνές εμπόριο και την ολοκλήρωση επέκτασης του Q-E, θα αποκλιμακωθεί η άνοδος των εξαγωγών (+5,5%).

Η υπέρβαση στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος Κρατικού Προϋπολογισμού στο πρώτο δίμηνο φέτος, κατά 1,01 δισ. ευρώ προήλθε κυρίως από την πραγματοποίηση λιγότερων «πιστώσεων υπό κατανομή» και, στην πλευρά των εσόδων, από μικρή υπέρβαση στα έσοδα από ΦΠΑ (+140 εκατ. ευρώ), όπως επίσης σε εκείνα από μεταβιβάσεις (+127 εκατ. ευρώ). Οι δαπάνες του διμήνου δεν έχουν επιβαρυνθεί με την καταβολή επιδομάτων η χορήγηση των οποίων άρχισε μετά το Φεβρουάριο (π.χ. οικογενειακό), ούτε έχουν αποτυπωθεί σε αυτές οι επιπτώσεις από την αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία επηρεάζει περισσότερα από 20 επιδόματα.

Περαιτέρω κάμψη της ανεργίας καταγράφηκε σε σχέση με ένα χρόνο πριν στο τελευταίο τρίμηνο του 2018, σε 18,7%, επίπεδο που είναι το χαμηλότερο σε αυτό το χρονικό διάστημα του έτους από το 2011. Κατά μέσο όρο πέρυσι το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε σε 19,3%, 2,2 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα απ’ ό,τι πρόπερσι. Η εξασθένιση της ανεργίας πέρυσι κατά 112 χιλ. άτομα, προήλθε κυρίως από την αύξηση της απασχόλησης κατά 2,0% ή 75,4 χιλ. (67,3% της μείωσης του αριθμού των ανέργων) και δευτερευόντως από τον περιορισμό του εργατικού δυναμικού (-36,7 χιλ.). Οι περισσότερες από το 2017 θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν κυρίως σε κλάδους οι οποίοι στο παρελθόν δεν είχαν εμφανίσει έντονα ανοδική τάση στην απασχόλησή τους: στον Πρωτογενή τομέα, στην Υγεία και τον Τουρισμό. Το 2019 αναμένεται αύξηση της απασχόλησης στον Κατασκευαστικό τομέα, από επενδύσεις σε ιδιωτικοποιήσεις – παραχωρήσεις, αλλά και ανακαίνιση ή κατασκευή κατοικιών, περισσότερες θέσεις εργασίας στο Χονδρικό – λιανικό εμπόριο, λόγω της μεγαλύτερης ανόδου της ιδιωτικής κατανάλωσης, καθώς και στο δημόσιο τομέα, μέσω προγραμμάτων προσωρινής απασχόλησης. Υποχώρηση τόνωσης απασχόλησης από τον Τουρισμό. Ακολούθως, η πτώση της ανεργίας θα είναι ηπιότερη και θα διαμορφωθεί κοντά στο 18,0%.

Ο ρυθμός μεταβολής τιμών το πρώτο τρίμηνο φέτος ήταν θετικός, 0,7%, από -0,1% την αντίστοιχη περίοδο του 2018 και 1,1% στο τελευταίο τρίμηνο πέρυσι. Ο πληθωρισμός οφείλεται στην ήπια ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης, καθώς η μεταβολή του γενικού δείκτη με σταθερούς φόρους και χωρίς τα ενεργειακά αγαθά το α΄ δίμηνο του τρέχοντος έτους διαμορφώθηκε σε 0,9%, έναντι οριακής ανόδου 0,2% το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Καθώς δεν έχει μεταβληθεί η έμμεση φορολογία φέτος και η μέση τιμή του πετρελαίου θα είναι κατά μέσο όρο χαμηλότερη της περυσινής, το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι η αύξηση του δείκτη τιμών καταναλωτή θα προέλθει από την εγχώρια ζήτηση και θα είναι παραπλήσια με το 2018, 0,5% - 0,7%.

Το τραπεζικό σύστημα καλείται να εφαρμόσει μια εμπροσθοβαρή στρατηγική μείωσης των ΜΕΔ με βάση τους αναθεωρημένους επιχειρησιακούς στόχους έως το 2021. Οι ποσοτικοί στόχοι μείωσης των ΜΕΔ έως και το 2018 επιτεύχθηκαν, ωστόσο απαιτείται επιτάχυνση και ποιοτικότερο μείγμα εργαλείων για την περαιτέρω μείωσή τους μέσα και από αύξηση των ρευστοποιήσεων και των εισπράξεων. Μεταξύ θετικών εξελίξεων, το νέο πλαίσιο προστασίας πρώτης κατοικίας στοχεύει να περιορίσει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, το επενδυτικό ενδιαφέρον προς τον χρηματοπιστωτικό κλάδο ανακάμπτει, ενώ οι τράπεζες εξάλειψαν πλήρως την εξάρτησή τους από τον ELA. Μεταξύ των προκλήσεων, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα που δεν ανακάμπτουν μετά την έξοδο από το πρόγραμμα, ενώ συνεχίζεται για ένατη χρονιά η πιστωτική συρρίκνωση, με την πιστοδοτική ικανότητα των τραπεζών να αναμένεται να βελτιωθεί σταδιακά το 2019, ειδικά για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, προς τις οποίες καταγράφηκαν κάποια πρώτα σημάδια ανάκαμψης χρηματοδότησης, σε κλάδους όπως τουρισμός, γεωργία, ενέργεια, μεταφορές, ακίνητη περιουσία και ναυτιλία.

«Η έξοδος της χώρας μας από το μνημόνιο δεν σηματοδότησε τον τερματισμό της κρίσης ούτε βέβαια την επιστροφή μας στην κανονικότητα όπως την γνωρίζαμε στην περίοδο πριν την κρίση. Ο χρονισμός της εξόδου βρήκε τη χώρα μας βαθύτατα τραυματισμένη και αποπροσανατολισμένη από τη μεγάλη καταστροφή αξίας, με τη μείωση του εθνικού εισοδήματος κατά 25%, με την φυγή μισού εκατομμυρίου από τους πλέον ενεργούς Έλληνες πολίτες, επιφέροντας σοβαρότατο πλήγμα και στο δημογραφικό της ισοζύγιο», σημείωσε ο Πρόεδρος του ΔΣ του ΙΟΒΕ, Τάκης Αθανασόπουλος.