Skip to main content

Καμπανάκι ΔΝΤ για ανάγκη νέας ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους

Το Ταμείο επισημαίνει πως η Αθήνα πρέπει να εφαρμόσει τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν νομοθετηθεί για την διετία 2019-20.

«Καμπανάκι» πως η Ελλάδα ενδεχομένως θα χρειαστεί περαιτέρω ελάφρυνση του δημόσιου χρέους στο μέλλον κρούει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, επισημαίνοντας πως οι στόχοι για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν θέσει οι Ευρωπαίοι θα καταστήσουν δύσκολη την συνεχιζόμενη πρόσβαση στις αγορές σε βάθος χρόνου.

Στην προκαταρκτική έκθεση για την χώρα μας, που συντάχθηκε μετά την συμφωνία του Eurogroup, οι αναλυτές του ΔΝΤ επισημαίνουν πως εάν υπάρξει νέα αναδιάρθρωση οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να την συνοδεύσουν με αναθεώρηση των δημοσιονομικών στόχων που έχουν θέσει έως το 2060, και να τους προσαρμόσουν σε «ρεαλιστικά» επίπεδα.

Σύμφωνα με το skai.gr, η έκθεση δεν περιέχει πλήρη Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους, η οποία θα δημοσιευτεί όταν θα εκδοθεί ολόκληρη η έκθεση, κατά πάσα πιθανότητα στα τέλη Ιουλίου ή στις αρχές Αυγούστου. Η Ανάλυση θεωρείται κρίσιμη καθώς θα επηρεάσει την εικόνα που έχουν οι αγορές για την προοπτική των ελληνικών ομολόγων, ενόψει της ολοκλήρωσης του Μνημονίου, στις 20 Αυγούστου.

Το Ταμείο επισημαίνει πως η Αθήνα πρέπει να εφαρμόσει τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν νομοθετηθεί για την διετία 2019-20, που περιλαμβάνουν περικοπή των συντάξεων και μείωση του αφορολόγητου.

Τονίζει μάλιστα πως η κυβέρνηση θα πρέπει να αξιοποιήσει την εξοικονόμηση πόρων από το ασφαλιστικό για να χρηματοδοτήσει στοχευμένα μέτρα κοινωνικής πρόνοιας και τόνωση των κρατικών επενδύσεων.

Στο μέτωπο των εργασιακών, το ΔΝΤ απευθύνει ξεκάθαρη προειδοποίηση στην Αθήνα ότι η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, και μάλιστα με την αρχή της επεκτασιμότητας, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τα κέρδη σε ανταγωνιστικότητα που έχει αποκομίσει η χώρα από τις μεταρρυθμίσεις των προηγούμενων ετών.

Η αποστολή του Ταμείου «καλεί επιτακτικά τις Αρχές να μην αναστρέψουν αυτές τις μεταρρυθμίσεις».

Το ΔΝΤ υπογραμμίζει μάλιστα πως κάθε αύξηση του βασικού μισθού, όπως προβλέπει η συμφωνία του Eurogroup, θα πρέπει να γίνει με σύνεση και να συνάδει με την αύξηση της παραγωγικότητας, ώστε να μην υπονομευτεί η αυξημένη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής αγοράς εργασίας.