Skip to main content

Κεραμέως: Αναβαθμίζονται σημαντικά τα δημόσια πανεπιστήμια, αυξήθηκε 14% η χρηματοδότηση

Η υπουργός Παιδείας τόνισε ότι στην εκπαίδευση αυξήθηκε η τακτική χρηματοδότηση κατά 14% όταν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είχε μειωθεί κατά 30%.

Με την κυβερνητική πλειοψηφία να υποστηρίζει ότι «ενισχύεται και αναβαθμίζεται η ακαδημαϊκή έρευνα και ανοίγονται νέοι ορίζοντες για τα δημόσια Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, συνδέοντας τα με την κοινωνία και την αγορά εργασίας» και την αντιπολίτευση να την κατηγορεί ότι, «προχωρά σε μία ακόμα αντιμεταρρύθμιση αγνοώντας, αδιαφορώντας και παραπληροφορώντας για τα πραγματικά προβλήματα της ακαδημαϊκής κοινότητας, νομοθετώντας την ιδιωτικοποίηση τους», ξεκίνησε στην αρμόδια επιτροπή της βουλής η επεξεργασία του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας με τίτλο, ««Νέοι ορίζοντες στα ΑΕΙ, ενίσχυση της ποιότητας της λειτουργίας και της σύνδεσης των ΑΕΙ με την κοινωνία».

Η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, δήλωσε ανοιχτή σε νέες βελτιωτικές προτάσεις, ενώ απαντώντας στις επικρίσεις της Αντιπολίτευσης, που έκανε λόγο για αντιεκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης, αντέτεινε ότι φέτος αυξήθηκε η τακτική χρηματοδότηση κατά 14% όταν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είχε μειωθεί κατά 30%.

Παράλληλα, η κ. Κεραμέως, επέμεινε ότι «αναβαθμίζονται σημαντικά τα δημόσια πανεπιστήμια, εξασφαλίζεται η αξιοκρατία και η διαφάνεια στην εκλογή των μελών των ΔΕΠ, και ενισχύονται τα ελληνικά πανεπιστημιακά προγράμματα έρευνας και καινοτομίας και αναδεικνύονται στην διεθνή και ευρωπαϊκή αγορά».

Έμφαση, επίσης, έδωσε στα ελληνικά προγράμματα Erasmus, στη χορήγηση υποτροφιών που για πρώτη φορά όπως είπε, έχουν ενταχθεί και τα κοινωνικά κριτήρια καθώς και στην υποχρεωτική ασφαλιστική κάλυψη και αποζημίωση των φοιτητών.

Η κ. Κεραμέως επεσήμανε ακόμα ότι, η Σύνοδος των Πρυτάνεων έχει εκφραστεί θετικά για τα 4/5 του νομοσχεδίου, αναγνωρίζοντας την προσπάθεια εξωστρέφειας και βελτίωσης της λειτουργίας των δημόσιων πανεπιστημίων, ενώ σημείωσε ότι για ένα σημείο διαφωνίας δεν υπάρχει ουσιαστικά αντιπρόταση.

Τέλος, απαντώντας στις επικρίσεις τόσο της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ, Σίας Αναγνωστοπούλου, όσο και της εισηγήτριας του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, για την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, η κ. Κεραμέως αντέτεινε ότι λύθηκαν πάνω από 30 καταλήψεις σε πανεπιστήμια με την εφαρμογή του και μάλιστα, όπως είπε, στη Θεσσαλονίκη διαρκούσε 34 χρόνια η κατάληψη.

Από την πλευρά του, ο Υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, αρμόδιος για την έρευνα και την ανάπτυξη, Χρήστος Δήμας , έκανε λόγο για «ένα μεταρρυθμιστικό σχέδιο ενίσχυσης της ελληνικής έρευνας και της καινοτομίας που θα συμβάλει στην αναβάθμιση των ΑΕΙ, ώστε να μπορέσουν να γίνουν ανταγωνιστικά μέσα σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο».

Μίλησε ακόμα για «ένα σημαντικό βήμα απλοποίησης των γραφειοκρατικών διαδικασιών σε ότι αφορά την λειτουργία των ερευνητικών και τεχνολογικών κέντρων» και για «ευεργετικές διατάξεις και ενισχυμένους πόρους για τη στήριξη του ερευνητικού έργου».

«Βασικός μας στόχος είναι να αυξήσουμε την ιδιωτική χρηματοδότηση στην έρευνα, να προσελκύσουμε περισσότερα κεφάλαια, αλλά και να επαναπατριστούν αξιόλογοι και καταξιωμένοι έλληνες ερευνητές που έφυγαν από τη χώρα με τη κρίση.

Όλοι συνειδητοποιούμε ότι είναι αναγκαίο να συνδέσουμε τα πανεπιστήμια μας και τα ερευνητικά κέντρα με την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία. Η διεθνοποίηση τους είναι σημαντικό εργαλείο για την περαιτέρω ανάπτυξη τους. Και με αυτό το νομοσχέδιο χτίζουμε τις γέφυρες επικοινωνίας με το εξωτερικό κομμάτι της ελληνικής έρευνας και της τεχνολογίας που είναι βασικός μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας μας», κατέληξε ο κ. Δήμας.

«Ορθώνουμε το ανάστημα μας απέναντι στη κυβερνητική προπαγάνδα και την καρικατούρα της δημόσιας εκπαίδευσης, απέναντι στο εκτρωματικό νομοσχέδιο και συντονιζόμαστε με τη φωνή των 19 πανεπιστημίων που είναι εναντίον των επιτήδειων αρπακτικών δυνάμεων της αγοράς», τόνισε ο αρμόδιος τομέαρχης και εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Φίλης.

Παράλληλα, κατηγόρησε τη κυβέρνηση της ΝΔ ότι «ουσιαστικά, αυτό που επιχειρεί να κάνει είναι να καταστήσει παρελθόν το Πανεπιστήμιο της μεταπολιτευτικής περιόδου, με την τεράστια συμβολή στην πρόοδο της χώρας, που διακρίνεται στις διεθνείς κατατάξεις και να μετατρέψει ένα ακόμη δημόσιο αγαθό προς ιδιωτικοποίηση, ώστε ο τόπος, από τις κοινωνικές και πολιτικές ισορροπίες που εξασφάλισε η Δημοκρατική Μεταπολίτευση, να οδηγηθεί στην περιορισμένη Δημοκρατία της νεοδεξιάς του κ. Μητσοτάκη».

«Βήμα-βήμα η Ελλάδα καθίσταται το διεθνές αντιπαράδειγμα για τη Δημοκρατία στην Ευρώπη» είπε ο κ. Φίλης και πρόσθεσε:

«Το δημοκρατικό πανεπιστήμιο καθίσταται ετεροδιοικούμενο, με δομή ιδιωτικής εταιρείας που θα επιβάλλει τις αποφάσεις του και με πειθαρχικά μέσα.

Δεν θα επιδιώκει να βρίσκεται στην επιστημονική και τεχνολογική πρωτοπορία και δεν θα συγκροτεί πλέον Ενιαίο Χώρο Εκπαίδευσης και Έρευνας, μαζί με τα Ερευνητικά Κέντρα.

Θα απονέμει πληθώρα τίτλων άσχετα από επαγγελματικά δικαιώματα και θα πολυδιασπά τα επιστημονικά αντικείμενα».

«Εμπορευματοποιούνται οι μεταπτυχιακές σπουδές και η φοιτητική μέριμνα, σε βάρος των φοιτητών από τα πιο αδύναμα στρώματα. Θα ξαναδούμε όλες εκείνες τις στρεβλώσεις που είχαν εμφανιστεί πριν μπει μια τάξη στα μεταπτυχιακά με τη νομοθέτηση των ετών 2015-2019. Με καθηγητές να διδάσκουν έως και σε δεκάδες μεταπτυχιακά επ' αμοιβή, αναπόφευκτα αφήνοντας σε τρίτη μοίρα το υπόλοιπο εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο τους», ανέφερε ο κ. Φίλης και κατέληξε:

«Επιχειρείται η διάλυση των φοιτητικών συλλόγων στο όνομα της απολιτικοποίησης.

Ωθείται το εκπαιδευτικό προσωπικό με έμμεσο και άμεσο τρόπο προς ποικίλες μορφές ιδιωτικού πλουτισμού, κάτι που ωθεί σε εκυτελισμό της ακαδημαϊκής ιδιότητας. Παράλληλα, διαμορφώνει με ακόμη πιο έντονο τρόπο ευέλικτες εργασιακές σχέσεις μια που η υποχρηματοδότηση θα οδηγεί σε όλο και περισσότερες θέσεις επισφαλούς εργασίας συμβασιούχων».

Η εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Χαρά Κεφαλίδου, έκανε λόγο για «νομοσχέδιο καρικατούρα μεταρρύθμισης που συντηρεί τα βαρίδια που κρατάνε το ελληνικό πανεπιστήμιο κολλημένο στον περασμένο αιώνα», ενώ επιφυλάχθηκε να τοποθετηθεί επί της αρχής του.

«Παρά τα όσα διαφημίζονται, στα τρία χρόνια διακυβέρνησής της, η ΝΔ δεν κατάφερε να χαράξει μια εθνική πολιτική στην τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Αντίθετα η σημερινή κυβέρνηση αποδόμησε την μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ του 2011 και ο ΣΥΡΙΖΑ έβαλε την ταφόπλακα, τόσο στο νόμο, όσο και στον εκσυγχρονισμό του ελληνικού πανεπιστημίου», σημείωσε.

Η κ. Κεφαλίδου, επέκρινε το νόμο για την πανεπιστημιακή Αστυνομία υποστηρίζοντας ότι «έκανε μια τρύπα στο νερό ενώ συνεχίζεται η έλλειψη ασφάλειας στα πανεπιστήμια μέχρι και σήμερα».

Όπως υποστήριξε η κ. Κεφαλίδου, «η υπουργός αποφεύγει συστηματικά να απαντήσει πόσα Πανεπιστήμια και σε πόσους υποψήφιους εισακτέους μπορεί να εξασφαλίσει ποιοτικές σπουδές η χώρα μας, αλλά και ούτε τι θέλει να θεραπεύσει το σχέδιο νόμου».

«Αυτό που χρειάζεται σήμερα το δημόσιο ελληνικό πανεπιστήμιο είναι λιγότερο κράτος και ανάκτηση της εμπιστοσύνης, που γίνεται μόνο με την εξασφάλιση διαφάνειας, θεσμικών μηχανισμών αυτόματου ελέγχου και λογοδοσίας, που ωστόσο το νομοσχέδιο δεν εξασφαλίζει. Το μοντέλο διοίκησης, αντί για τα αυξημένα φίλτρα συλλογικότητας, λογοδοσίας, διαφάνειας και εξωστρέφειας, φέρνει ένα κακέκτυπο Συμβούλιο Διοίκησης, εξαρτημένο από έναν παντοδύναμο πρύτανη, ο οποίος είναι ελέγχων και ελεγχόμενος ταυτόχρονα. Ένα νομοθέτημα που χρησιμοποιεί λέξεις-μεταρρυθμιστικά σύμβολα μόνο προς εξυπηρέτηση των μικροεξουσιών και μικροφέουδων, που έχουν καθηλώσει το ελληνικό πανεπιστήμιο, ντύνοντάς το με δανεικό μανδύα και το βλέμμα στραμμένο στις προσεχείς εκλογές για να χρησιμοποιηθεί ως επίτευγμα επιτυχίας.

Η κυβέρνηση καταφεύγοντας σε τεχνάσματα υπερρύθμισης, υπονομεύει το μέλλον του δημόσιου πανεπιστημίου που υποτίθεται θέλει να δώσει προοπτική», κατέληξε.

«Την άμεση απόσυρση του αντιλαϊκού νομοσχεδίου με το οποίο επίσημα εγκαινιάζονται ως εμπορικά κέντρα τα πανεπιστήμια», ζήτησε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιάννης Δελής.

«Με τον τωρινό νόμο-πλαίσιο για τα ΑΕΙ της χώρας που φέρνει η ΝΔ, τελούνται τα επίσημα εγκαίνια των Πανεπιστημίων ως εμπορικά κέντρα. Και λέω επίσημα εγκαίνια, ακριβώς γιατί η επιχειρηματική δράση έχει ξεκινήσει χρόνια πριν, από τις πολιτικές όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Δελής και συμπλήρωσε:

«Δεν υπάρχει ούτε ένα άρθρο για τη φοιτητική μέριμνα, ούτε λέξη για τα οικονομικά προβλήματα των παιδιών των λαϊκών οικογενειών στην προσπάθειά τους να σπουδάσουν και την ίδια ώρα έρχεται η κυβέρνηση και μιλάει για την κοινωνική πολιτική».

«Ο σημερινός, είναι ο πέμπτος νόμος-πλαίσιο, ο οποίος μαζί με όλους τους προηγούμενους, ενώ διακήρυσσαν αναβάθμιση σπουδών και πτυχίων, οδηγούσαν στο αντίθετο, δηλαδή στην υποβάθμιση των σπουδών, το αδυνάτισμα των προγραμμάτων σπουδών και την απαξίωση των πτυχίων, στο πλαίσιο υλοποίησης των κατευθύνσεων της ΕΕ, μετατρέποντας τα ΑΕΙ σε επιχειρήσεις, εξασφαλίζοντας κέρδη για το μεγάλο κεφάλαιο. Το ίδιο γίνεται και με το σημερινό νομοσχέδιο το οποίο συγκεντρώνει τη μέχρι τώρα νομοθεσία και παγιώνει τα επιχειρηματικά χαρακτηριστικά των Πανεπιστημίων. Από την εμπορευματοποίηση των ΑΕΙ που ξεπερνά το ένα δις ευρώ ούτε ένα ευρώ δεν διατίθεται για τις πιεστικές ανάγκες των φοιτητών. Σε αυτό το νομοσχέδιο γίγας ούτε ένα άρθρο δεν αναφέρεται στην αναγκαία φοιτητική μέριμνα και στην αντιμετώπιση των αξεπέραστων προβλημάτων που βιώνουν οι λαϊκές οικογένειες και τολμάτε να μιλάτε για την κοινωνική δήθεν πολιτική σας. Νομοθετική βόμβα διασποράς είναι για τις λαϊκές ανάγκες, για αυτό ζητάμε την άμεση απόσυρση του», κατέληξε ο κ. Δελής.

Η ειδική αγορήτρια της Ελληνικής Λύσης, Σοφία Χάιδω Ασημακοπούλου, εξέφρασε επιφυλάξεις επί της αρχής του νομοσχεδίου, καλώντας την κυβέρνηση να προχωρήσει σε αποσαφηνίσεις και βελτιωτικές αλλαγές και τονίζοντας ότι «πρέπει να σταματήσει εδώ και τώρα η υποβάθμιση και απαξίωση των ελληνικών πανεπιστήμιων».

Μίλησε για «διαχρονικά προβλήματα που υπάρχουν στην εκπαίδευση», ενώ επέκρινε το υπουργείο Παιδείας ότι ενεργεί αυτοβούλως στις ορέξεις των ιδιωτικών πανεπιστημίων.

Ακόμα, αμφισβήτησε ότι το νομοσχέδιο αποσκοπεί στις ακαδημαϊκές ελεθερίες ενώ εξέφρασε την αντίθεση της στην εκλογή του πρύτανη από τα μέλη της ΔΕΠ.

«Η ανεξαρτησία, αξιοκρατία και η διαφάνεια στα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια, και αυστηρές δικλείδες ασφαλείας για τη λειτουργία τους για εμάς είναι αδιαπραγμάτευτες έννοιες», τόνισε η κ. Ασημακοπούλου.

Τέλος, χαρακτήρισε «αδιανόητη την διάταξη που προβλέπει την σύσταση ανώνυμης εταιρίας για την αξιοποίηση και διαχείριση της περιουσίας των ΑΕΙ» και ζήτησε την απόσυρση της, καθώς όπως είπε, έχει στόχο την πλήρη ιδιωτικοποίηση των δημόσιων πανεπιστημίων.

Κατά του νομοσχεδίου τάχθηκε η ειδική αγορήτρια του ΜεΡΑ25, Σοφία Σακοράφα, υπογραμμίζοντας ότι είναι ένα νομοσχέδιο που προκαλεί ομοβροντία αντιδράσεων και δεν έχει την νομιμοποίηση της ακαδημαϊκής κοινότητας.

« Είναι ένα αντιδημοκρατικό, μη νομιμοποιημένο νομοσχέδιο, κλειστού ιδεοληπτικού μηχανισμού που εφαρμόζεται όχι για τις ανάγκες που υπάρχουν της κοινωνίας, αλλά για τις ανάγκες πελατειακών εξυπηρετήσεων της ΝΔ. Δεν έχει τη συναίνεση ούτε ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος της χώρας, είναι ένα μοντέλο διοίκησης που το απορρίπτουν όλοι οι πανεπιστημιακοί καθηγητές» τόνισε η κ. Σακοράφα.

Παράλληλα, κατηγόρησε το υπουργείο Παιδείας ότι ευτελίζει τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες φέρνοντας ένα νομοσχέδιο που δόθηκε στη διαβούλευση για μόλις 3 εβδομάδες, ενώ καλούνται οι βουλευτές μια μέρα μετά την κατάθεση του, να διαβάσουν τα 464 άρθρα του και τις 1384 σελίδες του.

«Είναι προφανές ότι δεν υπηρετεί ούτε στο ελάχιστο τις ανάγκες για μία σύγχρονη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση, ούτε λύνει τα μεγάλα προβλήματα. Αντίθετα, τα δημόσια πανεπιστήμια οδηγούνται στην υποβάθμιση, τα πτυχία απαξιώνονται και ο δρόμος για την παράδοση τους στα ιδιωτικά κολέγια άνοιξε με την θεσμική τους κατοχύρωση. Συνεχίζετε μια καταστροφική πολιτική για τα ερευνητικά κέντρα που θα λειτουργούν ως καρικατούρα των διεθνών ερευνητικών κέντρων με ευέλικτες μορφές εργασίας. Επίσημα δίνεται το δικαίωμα να μπει ένας ακόμα φραγμός στην ανανέωση τους», ανέφερε η κ. Σακοράφα.

«Είναι ένα θνησιγενές μοντέλο που δεν θα κρατήσει γιατί δεν έχει την νομιμοποίηση της πανεπιστημιακής κοινότητας. Η δημοκρατική νομιμοποίηση δεν είναι ψιλά γράμματα. Η παράλειψη της συνιστά βαρύ λάθος με καταστροφικές συνέπειες», κατέληξε.

Η πρώην υφυπουργός Παιδείας και βουλευτής το ΣΥΡΙΖΑ, Μερόπη Τζούφη, μίλησε για «ένα νομοσχέδιο απολύτως αυταρχικό και αντιδημοκρατικό που έχει πανεπιστημιακή λογική σούπερ-μάρκετ και κλείνει την πόρτα σε μεγάλο μέρος της νεολαίας».

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Σία Αναγνωστοπούλου, κάνοντας λόγο για «ένα σκληρό, ιδεολογικό, κανονιστικό, νεοφιλελεύθερο πλαίσιο για τα ελληνικά πανεπιστήμια, που τα γυρίζει πολλά χρόνια πίσω».

Ο εισηγητής της ΝΔ, Φώντας Μπαραλιάκος, έκανε λόγο για ένα νομοσχέδιο «με θετικό αποτύπωμα στην κοινωνία, στην καινοτομία και στην αγορά εργασίας», ενώ κατηγόρησε την Αντιπολίτευση για μικροκομματική τακτική και λογική ελλείψει ουσιαστικών επιχειρημάτων.

«Είναι ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο, αποτέλεσμα μακράς διαβούλευσης που συνυπογράφει η συντριπτική πλειοψηφία της ακαδημαϊκής κοινότητας και το οποίο ανοίγει μια νέα σελίδα για τα ελληνικά πανεπιστήμια. Καλύπτει τις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας και προσαρμόζεται στις σύγχρονες ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις διεκδικώντας αυτόνομα, ευέλικτα, αξιοκρατικά και ανταγωνιστικά πανεπιστήμια και βρίσκει συμμάχους την πλειονότητα της κοινωνίας και των πανεπιστημίων αλλάζοντας οριστικά σελίδα», υπογράμμισε ο εισηγητής της ΝΔ.

Η συζήτηση του νομοσχεδίου θα συνεχιστεί αύριο με τις τοποθετήσεις αρμόδιων εξωκοινοβουλευτικών φορέων.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ