Skip to main content

Κορωνοϊός: Τι μάθαμε για τους ανοιχτούς χώρους της Θεσσαλονίκης

Η Θεσσαλονίκη είναι οργανωμένη περίπου αποκλειστικά για τους κατοίκους της και προσπαθεί να χωρέσει στις υφιστάμενες υποδομές τους ξένους επισκέπτες.

Η κανονικότητα επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη. Τα εμπορικά μαγαζιά άνοιξαν, το ίδιο και τα εμπορικά κέντρα. Ο κόσμος βγήκε από το σπίτι του για να χαζέψει τις βιτρίνες και για να ψωνίσει, με αποτέλεσμα -λόγω των μέτρων προστασίας από τον κορωνοϊό- οι ουρές και ο συγχρωτισμός που υπήρχε κάθε χρόνο αυτή την εποχή μέσα στα καταστήματα να έχει μεταφερθεί στα πεζοδρόμια της οδού Τσιμισκή. Ιδιαίτερα σε κάποιες μπουτίκ με νεανικά και οικονομικά ρούχα που κάνουν εκπτώσεις. Ως γνωστόν η φτήνια τρώει τον παρά.

Το μόνο που λείπει από την εικόνα είναι τραπεζοκαθίσματα, τα οποία αναμένεται να απλωθούν και μάλιστα ακόμη περισσότερο από την ερχόμενη Δευτέρα. Για να ανακουφιστούν –μεταξύ άλλων- οι πλατείες και τα πάρκα, που αναστενάζουν από τους… ελεύθερους πολιορκημένους του κορωνοϊού, που –γεροί να είναι- θα έχουν να διηγούνται σε παιδιά και εγγόνια το δικό τους… Πολυτεχνείο, κόντρα στον... αυταρχισμό κάποιου Τσιόδρα και κάποιου Χαρδαλιά. Δεν είναι λίγο να σε υποχρεώνουν να πίνεις το ποτό σου στα όρθια, στην καλύτερη περίπτωση ακουμπώντας στο πεζουλάκι. Και καλά τη μπίρα της πίνεις από το μπουκάλι ή το μεταλλικό κουτάκι. Αλλά το κρασί, το ουίσκι, το κοκτέιλ σε χάρτινο ή πλαστικό ποτήρι δεν λένε. Ούτε οι σαμπάνιες στο ξύλινο παγκάκι, όπου έκπληκτοι οι υπάλληλοι καθαριότητας του Δήμου έβρισκαν ξημερώματα τα άδεια μπουκάλια τους πεταμένα χύμα εδώ κι εκεί. Επίσης ως γνωστόν, η φτώχεια θέλει καλοπέραση.

Το σημείο της Θεσσαλονίκης που θα υποστεί τη μεγαλύτερη… διόρθωση μόλις ανοίξει η εστίαση θα είναι η παραλία. Τόσο η παλιά, όσο –κυρίως- η νέα παραλία, που έκλεισε λόγω συνωστισμού δικαιολογημένα και άνοιξε –μάλλον αδικαιολόγητα- εντελώς πρόωρα. Κάτι που ευτυχώς σε επιδημιολογικό επίπεδο δεν την πλήρωσε κανείς. Τέτοια κοσμοσυρροή σε καθημερινή βάση δεν έχει υπάρξει ποτέ εδώ και δεκαετίες δίπλα στη θάλασσα της Θεσσαλονίκης. Πραγματικός συνωστισμός. Μια κατάσταση που το σύστημα δεν μπορεί να σηκώσει. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι στην παραλία δεν υπάρχουν τουαλέτες, δεν υπάρχουν αρκετά σημεία για την απόθεση απορριμμάτων, αλλά ούτε και δυνατότητα να προμηθευτεί κάποιος έστω ένα μπουκάλι νερό. Κάπως έτσι οι επισκέπτες της παραλίας αυτή την περίοδο αυτοσχεδιάζουν, με ό,τι σημαίνει κάτι τέτοιο ειδικά στο πεδίο των σκουπιδιών. Είναι, πλέον, σαφές ότι η παραλία, όπως και τα πάρκα και οι πλατείες της πόλης, προσφέρονται για ήπιες δράσεις ενός λογικού αριθμού ανθρώπων κάθε φορά. Για τζόκινγκ, ποδήλατο, βόλτα με το κατοικίδιο, άντε και μια σύντομη βόλτα και λίγο ρεμβασμό. Οτιδήποτε παραπάνω –πολύ περισσότερο κάτι εξαιρετικά… επιθετικό, όπως αυτό που συμβαίνει αυτές τις μέρες- φέρνει τις υποδομές και τα διαχειριστικά συστήματα κάθε χώρου στα όρια τους.

Τι μάθαμε, λοιπόν, αυτήν την περίοδο της πανδημίας στη Θεσσαλονίκη; Ότι οι ανοιχτοί χώροι –συμπεριλαμβανομένης της παραλίας- είναι μάλλον λίγοι και σχετικώς ανοργάνωτοι για να υποδεχθούν κοσμοσυρροή. Ακόμη, δηλαδή, και αν η πόλη –πέρα και ανεξάρτητα από την περιπέτεια του κορωνοίού- ήθελε κάποια στιγμή να «πουλήσει» τουριστικά τη ζωή στους εξωτερικούς χώρους ως ενδιαφέρουσα κοσμοσυρροή δεν θα έπειθε. Κατά κάποιο τρόπο αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων ότι η Θεσσαλονίκη είναι οργανωμένη περίπου αποκλειστικά για τους κατοίκους της και προσπαθεί να χωρέσει στις υφιστάμενες υποδομές τους ξένους επισκέπτες. Δεν υπάρχει, δηλαδή, ούτε ειδική πρόβλεψη, ούτε ειδική οργάνωση, ούτε ειδική μέριμνα για την υποδοχή των επισκεπτών. Με απλά λόγια: καμία επένδυση στον δημόσιο χώρο της Θεσσαλονίκης, δεκαετίες τώρα, δεν λαμβάνει υπόψιν της την εξωστρέφεια της χώρας. Πουλάμε –μάλλον προσπαθούμε να πουλήσουμε- ένα περιβάλλον που φτιάχνουμε για δική μας χρήση, με γνώμονα τα δικά μας γούστα και τις δικές μας ανάγκες. Όποιος θέλει αγοράζει. Όπως ακριβώς όποιος θέλει επισκέπτεται τα μνημεία, τα ιστορικά σημεία, τα μουσεία. Μόνο που αυτά –δικαιολογημένα- συνομιλούν με την ιστορία που τα ανέδειξε και την οποία έχουν σύμμαχο. Ενώ η σύγχρονη πόλη –στην προκειμένη περίπτωση η Θεσσαλονίκη- οφείλει να αποδείξει ότι αξίζει να την επισκεφθεί κάποιος για τον τρόπο ζωής και το περιβάλλον που προτείνει. Οφείλει δηλαδή στο σχεδιασμό να λάβει υπόψιν της και τη συγκεκριμένη προοπτική των επισκεπτών.

Για πολλούς αυτά είναι ψιλά γράμματα. Για ορισμένους είναι οι λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά. Η κινητοποίηση αυτών των ημερών για την εξυπηρέτηση των επιχειρήσεων εστίασης σε όλη την Ελλάδα –κατά κύριο λόγο στη… φραπεδούπολη Θεσσαλονίκη- είναι συγκινητικές. Μακάρι η χρήση του δημοσίου χώρου με τόση ευελιξία να πιάσει τόπο. Διότι σε άλλες περιπτώσεις –επί παραδείγματι για τα λεωφορεία που τα Σαββατοκύριακα των τελευταίων χρόνων φέρνουν επισκέπτες στο κέντρο της πόλης- η αντίδραση των τοπικών αρχών ήταν υποτονική. Γι’ αυτό και δεν λύθηκε ποτέ το πρόβλημα με τα διπλο-τριπλοπαρκρισμένα λεωφορεία με πινακίδες από την Τουρκία, τη Βουλγαρία και τα Σκόπια μπροστά στο Βασιλικό Θέατρο.

ΥΓ. Οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια –ή μάλλον όλη την αλήθεια-, αλλά τα μαθηματικά συνιστούν αναμφίβολα εργαλείο για να προσεγγίσει κάποιος την αλήθεια. Σύμφωνα με τους φορείς της οργανωμένης εστίασης ην οργανωμένη εστίαση λειτουργούν στην Ελλάδα 90.000 επιχειρήσεις του κλάδου, οι οποίες απασχολούν 330.000 εργαζομένους. Αυτά τα νούμερα λαμβάνονται υπόψιν, αγωνιούν και λαμβάνουν μέτρα για να σώσουν οτιδήποτε κι αν σώζεται. Μια απλή διαίρεση μας δείχνει ότι μεσοσταθμικά κάθε μία από αυτές τις επιχειρήσεις απασχολεί τρεις έως τέσσερις εργαζομένους. Πως σας φαίνεται; Σα να λείπουν από την εικόνα άλλοι τόσοι τουλάχιστον ή μήπως όχι; Για να ξέρουμε για τί ακριβώς μιλάμε και πως να το υπολογίζουμε…