Skip to main content

Κρίσιμη χρονιά για το μέλλον της Χριστιανικής Ένωσης

Η πολιτικά κρίσιμη εκλογική χρονιά στη Γερμανία δεν ξεκινά με τους καλύτερους οιωνούς για τις σχέσεις των δυο κομμάτων της χριστιανικής ένωσης

Η πολιτικά κρίσιμη εκλογική χρονιά στη Γερμανία δεν ξεκινά με τους καλύτερους οιωνούς για τις σχέσεις των δυο κομμάτων της χριστιανικής ένωσης, τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και τους Χριστιανοκοινωνιστές (CSU).

Κι αυτό διότι οι πληγές που άνοιξε η προσφυγική κρίση στις σχέσεις των δύο αδελφών κομμάτων CDU και CSU είναι βαθιές και δεν έχουν ακόμη επουλωθεί. Οι μνήμες από το παρατεταμένο βαρύ "κατηγορώ" του προέδρου της CSU Χορστ Ζέεχοφερ κατά της καγκελαρίου και προέδρου της CDU Άγκελα Μέρκελ για την πολιτική των ανοιχτών συνόρων είναι ακόμη νωπές.

Η προσφυγική κρίση όμως και η επιβολή πλαφόν που αξιώνουν οι βαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές στον αριθμό των προσφύγων που μπορεί να υποδέχεται ετησίως η Γερμανία δεν είναι το μοναδικό αγκάθι στις τεταμένες σχέσεις των δύο πλευρών. Σημαντικές διαφωνίες διαπιστώνονται και όσον αφορά τη διενέργεια παγγερμανικών δημοψηφισμάτων αλλά και την αύξηση των συντάξεων για τις μητέρες.

Κατηγορηματικό "nein" της Μέρκελ σε πλαφόν

Στα μείζονα ζητήματα της ασφάλειας, της ενσωμάτωσης και της μετανάστευσης εν γένει υπάρχει σύμπνοια απόψεων και θέσεων. CDU και CSU συμφωνούν ότι θα πρέπει να βελτιωθεί η προστασία των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, να απλοποιηθούν και να επισπευστούν οι διαδικασίες απέλασης και γενικότερα να αποτρέπεται η ανεξέλεγκτη είσοδος προσφύγων στη γερμανική επικράτεια. Επίσης, ότι θα πρέπει να ενισχυθεί η παρακολούθηση δημόσιων χώρων με κάμερες και να ενισχυθεί το προσωπικό των αρχών ασφαλείας. Τα δύο συντηρητικά κόμματα τάσσονται παράλληλα υπέρ της απαγόρευσης των παιδικών γάμων όπως επίσης -υπό προϋποθέσεις- και της μπούρκα.

Το μεγαλύτερο αγκάθι στο πεδίο της προσφυγικής και μεταναστευτικής πολιτικής αφορά στην προτεινόμενη από τους βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές επιβολή ανώτατου ορίου στον αριθμό των προσφύγων και μεταναστών που μπορεί να υποδέχεται κάθε χρόνο η Γερμανία. Ο βαυαρός πρωθυπουργός Χ. Ζέεχοφερ προτείνει το όριο αυτό να μην ξεπερνά τις 200.000 και θέτει μάλιστα τη θέσπιση του συγκεκριμένου αυτού ορίου ως προϋπόθεση για τυχόν μετεκλογική συνεργασία με τους Χριστιανοδημοκράτες της Άγκελα Μέρκελ σε περίπτωση εκλογικής νίκης. Η γερμανίδα καγκελάριος από την πλευρά της απορρίπτει κατηγορηματικά τις εν λόγω προτάσεις, επικαλούμενη ανθρωπιστικούς αλλά και νομικούς λόγους. Η Α. Μέρκελ παραπέμπει, μεταξύ άλλων, στο γεγονός ότι το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του ασύλου δεν προβλέπει ανώτατα όρια.

Παγγερμανικά δημοψηφίσματα θέλει η CSU

Διαφωνίες υπάρχουν και στο ζήτημα των δημοψηφισμάτων, με την CSU να τάσσεται υπέρ της δυνατότητας να διενεργούνται δημοψηφίσματα σε ομοσπονδιακό επίπεδο -που σήμερα δεν προβλέπεται- και την CDU να είναι κατά. Η Άγκελα Μέρκελ έχει υποστηρίξει κατά καιρούς ότι την ευθύνη των αποφάσεων πρέπει να έχουν και εκείνοι που έχουν εκλεγεί ακριβώς γι΄ αυτό το σκοπό, δηλαδή οι βουλευτές. «Πιστεύω ότι η ισχύουσα δημοκρατική τάξη πραγμάτων έχει προσφέρει και συνεχίζει να προσφέρει μεγάλη εσωτερική σταθερότητα», έχει πει η καγκελάριος.

Φαινομενική είναι την ίδια ώρα η ταύτιση απόψεων μεταξύ των κομμάτων στο ζήτημα της διπλής υπηκοότητας. Στο τελευταίο τους συνέδριο στις αρχές Δεκεμβρίου οι Χριστιανοδημοκράτες τάχθηκαν υπέρ της κατάργησής της. Τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα στη Γερμανία από αλλοδαπούς γονείς μπορούν να έχουν τόσο τη γερμανική όσο και την υπηκοότητα των γονιών τους. Η CDU προτείνει τώρα την επαναφορά της παλιάς νομοθεσίας που προέβλεπε ότι τα παιδιά πρέπει να επιλέγουν μέχρι το 23ο έτος της ηλικίας τους μεταξύ των δύο υπηκοοτήτων. Μπορεί η CSU να πανηγύρισε την απόφαση αυτή του αδελφού κόμματος, εντούτοις η Α. Μέρκελ διαμήνυσε ότι δεν σκοπεύει να την υλοποιήσει.

Μέσα στους επόμενους μήνες λοιπόν και ενόψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου Χριστιανοδημοκράτες και Χριστιανοκοινωνιστές θα πρέπει να συγκεράσουν τις διαφορές τους και να βρουν κοινό παρονομαστή σε μια σειρά κομβικής σημασίας ζητημάτων.

Κρ. Ντουντς / Μ. Χάντεμ (dpa) / Κ. Συμεωνίδης

Πηγή άρθρου: Deutsche Welle