Skip to main content

Ο κορωνοϊός γυρίζει χρόνια πίσω τα ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης

Το πρόβλημα των ξενοδοχείων είναι ότι πρόκειται για μεγάλες επιχειρήσεις που δύσκολα ανοίγουν, δύσκολα κλείνουν και ακόμη πιο δύσκολα… ανοιγοκλείνουν.

Με λιγότερα ξενοδοχεία και σαφή μείωση της τουριστικής της υποδομής θα βρεθεί η Θεσσαλονίκη την επόμενη ημέρα της υγειονομικής κρίσης, όποτε αυτή κι αν έρθει.

Ήδη κάποια ξενοδοχεία στο κέντρο της πόλης –ειδικότερα στην Εγνατία- που έχουν κλείσει δεν πρόκειται να ανοίξουν εκ νέου, τουλάχιστον σύντομα, αφού σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν δρομολογηθεί διαδικασίες έξωσης και η μελλοντική τύχη του ακινήτου παραμένει άγνωστη. Στο μεταξύ, η ανακοίνωση του δεύτερου lockdown πριν από 20 ημέρες είχε ως αποτέλεσμα να κλείσουν τα περισσότερα ξενοδοχεία και τα ελάχιστα που παραμένουν ανοιχτά να λειτουργούν με πολύ μικρή πληρότητα.

Ορισμένα από αυτά, μάλιστα, είναι εξόχως πιθανόν να κλείσουν, αφού καθημερινά γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι οι αυστηροί περιορισμοί στις μετακινήσεις και στην κοινωνικότητα θα συνεχιστούν και την επερχόμενη εορταστική περίοδο, ενώ ο Ιανουάριος είναι παραδοσιακά ένας πολύ χλιαρός μήνας για την κίνηση των ξενοδοχείων της Θεσσαλονίκης. Πολύ περισσότερο που όλοι στην πιάτσα της φιλοξενίας αντιλαμβάνονται ότι η συγκεκριμένη αγορά δεν πρόκειται να εκτιναχθεί σαν ελατήριο, όταν με τη βοήθεια των εμβολίων και των εμβολιασμών το υγειονομικό πρόβλημα θα ξεπεραστεί.

Όπως επισήμανε προς την Voria.gr γνωστός ξενοδόχος της Θεσσαλονίκης, η μονάδα του οποίου παραμένει προς το παρόν σε λειτουργία, αλλά ενδεχομένως να κλείσει στα τέλη του μήνα, οι υποχρεώσεις που δημιουργούνται σε αυτή την περίοδο του κορωνοϊού για τα 12μηνης λειτουργίας ξενοδοχεία είναι βέβαιον ότι πηγαίνουν τις επιχειρήσεις αυτές χρόνια πίσω. «Όσο το κράτος μας δίνει δανεικά, έστω και με σχετικά χαμηλό επιτόκιο, ακόμη και άτοκα, αλλά και όσο πολλές υποχρεώσεις πηγαίνουν πίσω στο χρόνο, αλλά κάποια στιγμή θα πρέπει να πληρωθούν, το παιχνίδι γίνεται δύσκολο, εάν δεν είναι χαμένο, διότι για να ανταποκριθούμε θα απαιτηθεί να πάνε τόσο καλά τα πράγματα, ώστε να έχουμε σημαντική κερδοφορία για σερί χρόνια, κάτι εξαιρετικά αμφίβολο» επισημαίνει, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα ότι «τα πάγια ανελαστικά έξοδα των ξενοδοχείων είναι μεγάλα». Ο ίδιος εκτιμά ότι το κράτος πρέπει να επιδοτήσει τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις έστω έμμεσα –για παράδειγμα πληρώνοντας το ίδιο απευθείας κάποιες υποχρεώσεις-, ώστε να μην θεωρήσει κανείς ότι με αυτό τον τρόπο κάποιοι θα «φάνε λεφτά».

Σε κάθε περίπτωση το πρόβλημα των ξενοδοχείων πόλης είναι ότι πρόκειται για μεγάλες επιχειρήσεις που δύσκολα ανοίγουν, δύσκολα κλείνουν και ακόμη πιο δύσκολα… ανοιγοκλείνουν. Η ατυχία της υπόθεσης είναι ότι η κρίση της πανδημίας συνέπεσε για τη Θεσσαλονίκη με έξαρση των επενδύσεων σε χώρους φιλοξενίας –όχι μόνο ξενοδοχεία, αλλά και ενοικιαζόμενα διαμερίσματα- ως προοίμιο της προσδοκίας για αύξηση της επισκεψιμότητας και του τουριστικού ρεύματος το επόμενο διάστημα. Τώρα πολλά από αυτά τα σχέδια έχουν «παγώσει», ενώ η αγωνία όσων επιχειρηματιών επένδυσαν κεφάλαια –σε πολλές περιπτώσεις κάνοντας χρήση τραπεζικού δανεισμού- είναι μεγάλη, διότι αντιλαμβάνονται ότι για ένα εντελώς ξαφνικό, σοβαρό και μη προβλέψιμο από κανέναν λόγο κινδυνεύουν να βρεθούν εκτεθειμένοι στην αγορά με μεγάλα ανοίγματα, χωρίς, μάλιστα, να έχουν προχωρήσει στη δουλειά τους.