Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Η ιστορία, η εγκατάλειψη και η επόμενη μέρα των Μύλων Αλλατίνη

Τι συμβαίνει με τη ναυαρχίδα της βιομηχανικής κληρονομιάς της Θεσσαλονίκης - Τα στάσιμα νερά ήρθε να ταράξει η απόκτηση του 25% από επενδυτικό σχήμα

Οι Μύλοι Αλλατίνη δεν είναι απλά ένα ερειπωμένο και εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο στην ανατολική Θεσσαλονίκη, αλλά αποτελούν σύμβολο μιας ένδοξης εποχής που γνώρισε η πόλη και ταυτόχρονα οδηγό για το μέλλον.  

Πρόκειται για τη ναυαρχίδα της βιομηχανικής κληρονομιάς που περιμένει εδώ και χρόνια έναν δυνατό ούριο άνεμο, ο οποίος θα φουσκώσει τα πανιά της ανάπτυξης του πρώην συγκροτήματος και ταυτόχρονα ολόκληρης της Θεσσαλονίκης.

Η θέση στην οποία κτίστηκε αλλά και η κατασκευή του, μαρτυρούν τις συνθήκες που επικρατούσαν στη Θεσσαλονίκη στις τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα. Μια πόλη πολυπολιτισμική, με προοπτικές, σταυροδρόμι πολιτισμών και αναμφίβολα κέντρο εμπορίου από την ανατολή στη δύση και αντίστροφα.

Δεν είναι τυχαίο που επιχειρηματίες, Γάλλοι, Ιταλοί, Εβραίοι, επενδύουν στην πρωτεύουσα των Βαλκανίων. Χτίζουν εργοστάσια και εμπορικές στοές σε σχέδια γνωστών αρχιτεκτόνων σε σημεία κλειδιά, με εύκολη πρόσβαση στο λιμάνι για την άμεση μεταφορά των προϊόντων πρώτα προς τη Βαλκανική χερσόνησο και από εκεί για ολόκληρη την Ευρώπη.

Η ιστορία του συγκροτήματος

Χαρακτηριστικό παράδειγμα των επενδύσεων που έγιναν στη Θεσσαλονίκη είναι και οι Μύλοι Αλλατίνη. Ο πρώτος αλευρόμυλος που χτίζεται στο σημείο είναι το 1854 από τη γαλλική εταιρεία Darblay de Corblay.

Το 1883, η γνωστή εβραϊκή οικογένεια Αλλατίνι αγοράζει το μερίδιο των Μοδιάνο και Ντάρμπλεϊ και γίνεται ο κύριος ιδιοκτήτης του εργοστασίου, εγκαθιστώντας τον πρώτο κυλινδρικό μύλο, ο οποίος ήταν ηλεκτροδοτούμενος, με την ημερήσια παραγωγή να φτάνει τις 80.000 οκάδες αλεύρι.

Το 1898 μια φωτιά καταστρέφει τις εγκαταστάσεις, ωστόσο χτίζονται ξανά σε σχέδια του ιταλού αρχιτέκτονα Vitaliano Posseli. Το νέο συγκρότημα περιλαμβάνει το κτήριο του κυλινδρόμυλου, φούρνους, μηχανουργείου, κτήρια διοίκησης, και την εμβληματική καμινάδα με τα κόκκινα τούβλα, ύψους 35 μέτρων.  

Το συγκρότημα γνωρίζει μεγάλη άνθηση μέχρι και την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων, οπότε και η οικογένεια Αλλατίνι εκποιεί την περιουσία της και μετακινείται στο Λιβόρνο.

Το 1926 ο Κοσμάς Πανούτσος, εισαγωγέας σιτηρών, αγοράζει τον μύλο. Διπλασιάζει τις δυνατότητές του, και τροφοδοτεί τα αρτοποιία της Θεσσαλονίκης που εκείνη την εποχή παρασκεύαζαν 84.000 οκάδες ψωμιού την ημέρα. Το 1939 μια φωτιά προκαλεί ζημιές στο κτίσμα, ωστόσο επαναλειτουργεί. Ο μύλος δεν σταματά τη λειτουργία του, ούτε κατά τη διάρκεια της κατοχής.

Το 1950 μια 3η πυρκαγιά προκαλεί εκτεταμένες φθορές στον κεντρικό μύλο αλλά η εταιρεία καταφέρνει να το χτίσει ξανά, ωστόσο η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει και το 1980 σταματά οριστικά τη λειτουργία του.

Η κατάσταση τα τελευταία χρόνια

Το 1991 το πρώην βιομηχανικό συγκρότημα χαρακτηρίζεται ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο.

Το ερειπωμένο και εγκαταλελειμμένο συγκρότημα μετατρέπεται σε χώρο παράνομων δραστηριοτήτων. Η εύκολη πρόσβαση θα αποβεί μοιραία το 2015, όταν ένα 15χρονο κορίτσι θα χάσει τη ζωή του, πέφτοντας στο κενό από ύψος τριών μέτρων.

Η περίφραξη που τοποθετήθηκε γύρω από το εργοστάσιο αλλά και η φύλαξη από σεκιούριτι περιόρισε σημαντικά την ανεξέλεγκτη πρόσβαση, ωστόσο ακόμη και σήμερα κατά διαστήματα νεαροί βρίσκουν τρόπους να εισέλθουν στο εσωτερικό του, ρισκάροντας τη ζωή τους.

Το σχέδιο «Πολιτεία Αλλατίνη»

Η τελευταία προσπάθεια για την ανάταξη και αξιοποίηση του πρώην βιομηχανικού συγκροτήματος έγινε το 2003 με την ονομασία «Πολιτεία Αλλατίνη».

Στο πρότζεκτ συμμετείχαν η Αλλατίνη Α.Ε. η Θεμελιοδομή Α.Ε, οι Αστικές Αναπτύξεις Θεσσαλονίκης Α.Ε. και η Ωμέγα Τράπεζα. Το πλάνο περιελάμβανε την επανάχρηση των διατηρητέων κτηρίων, την ανέγερση νέων κατοικιών, την κατασκευή υπόγειου χώρου στάθμευσης και χώρων πρασίνου, με συνολικό προϋπολογισμό 40 εκατ. ευρώ.

Το σχέδιο «σκόνταψε» στους συντελεστές δόμησης που απέτρεπαν την ανέγερση νέων κτισμάτων, ενώ είχαν προηγηθεί και προσφυγές κατοίκων της περιοχής στο ΣτΕ. Το μόνο που έμεινε να θυμίζει το μεγαλόπνοο σχέδιο είναι η πινακίδα που στέκει ακόμη στην μπροστινή πύλη του οικοπέδου, επί της Γ. Παπανδρέου.

Το ιδιοκτησιακό καθεστώς και ο ρόλος-κλειδί της Eurobank

Το τελευταίο διάστημα τα στάσιμα νερά ήρθε να ταράξει η απόκτηση του 25% από επενδυτικό σχήμα στο οποίο συμμετέχει εταιρεία συμφερόντων της οικογένεια Φάις, γνωστή για τις επενδύσεις της στη Θεσσαλονίκη.

Σύμφωνα με πληροφορίες της Voria.gr η εξαγορά του 25% έναντι 1,5 εκατ. ευρώ από τους επενδυτές έγινε από την Alpha Αστικά Ακίνητα, η οποία ορίστηκε ως εκκαθαριστής της Θεμελιοδομής, η οποία πτώχευσε.

Τα προσημειωμένα της Eurobank

Το 50% του ακινήτου ανήκει στην εταιρεία Nutriart, πρώην Κατσέλης και πρώην εταιρεία Δημητριακών Βορείου Ελλάδος (παλιά Αλλατίνη). Η Nutriart τελεί σε καθεστώς πτώχευσης, έχει οριστεί εκκαθαριστής και το ποσοστό της είναι προσημειωμένο από τη Eurobank.

Το υπόλοιπο 25% έχουν οι «Αστικές Αναπτύξεις Θεσσαλονίκης», η οποία και αυτή βρίσκεται σε διαδικασία πτώχευσης με το ποσοστό της να είναι προσημειωμένο στην ίδια τράπεζα.

Γνώστες της κατάστασης επισημαίνουν στη Voria.gr ότι για να ξεκινήσει η οποιαδήποτε διαδικασία αξιοποίησης θα πρέπει η τράπεζα να βγάλει σε πλειστηριασμό τα ποσοστά που έχει προσημειώσει και στη συνέχεια να ξεκινήσει μια νέα διαδικασία αδειοδοτήσεων, η οποία θα είναι ιδιαίτερα χρονοβόρα.

Χαρακτηριστικό άλλωστε είναι το παράδειγμα της ανάπλασης της Αγοράς Μοδιάνο, έργο σαφώς μικρότερο όπου χρειάστηκαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια για τη διαδικασία των αδειοδοτήσεων.  

Συν τοις άλλοις, πέραν της αξιοποίησης των διατηρητέων και του υπόγειου σταθμού πάρκινγκ δεν μπορεί να γίνει κάτι άλλο καθώς δεν υπάρχει πλέον συντελεστής δόμησης.

Να τονιστεί ότι το πρώην βιομηχανικό συγκρότημα εκτείνεται σε μια έκταση 27 χιλιάδων τ.μ. και τα διατηρητέα κτίσματα που μπορούν να αξιοποιηθούν είναι περίπου 11,5 χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα.