Skip to main content

Μητσοτάκης ή Τσίπρας; Ποιος επικράτησε στην πολιτική αρένα της ΔΕΘ;

Η φετινή αναμέτρηση Μητσοτάκη - Τσίπρα διέφερε από τις δύο προηγούμενες - Οι εκλογές, η νεολαία, η μεσαία τάξη και η Θεσσαλονίκη

Μητσοτάκης ή Τσίπρας; Ποιος βγήκε νικητής από την πολιτική αρένα της 85ης Διεθνούς Έκθεσης; Μια απάντηση με την οποία ενδεχομένως να συμφωνούσε η πλειονότητα όσων παρακολούθησαν τις ομιλίες και τις συνεντεύξεις των δύο πολιτικών αρχηγών, θα ήταν “κανένας από τους δύο”. Μια δεύτερη ωστόσο, θα μπορούσε να είναι “και οι δύο”, καθένας στο δικό του ακροατήριο.

Πάντως, η φετινή αναμέτρηση διέφερε από τις δύο προηγούμενες. Το 2019 ο κ. Μητσοτάκης είχε ανέβει στη Θεσσαλονίκη με τον αέρα του θριαμβευτή των εκλογών, ο δε κ. Τσίπρας ήταν ακόμη σοκαρισμένος από το εύρος της εκλογικής ήττας του. Αλλά και το 2020, στη μεταλλαγμένη αρένα, λόγω της πανδημίας, του Thessaloniki Helexpo Forum η εικόνα παρέμενε λίγο πολύ η ίδια. Άλλωστε το εκλογικό αποτέλεσμα δεν είχε ακόμη ξεθυμάνει, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι οι συσχετισμοί είχαν παραμείνει λίγο πολύ ίδιοι, αν όχι δυσμενέστεροι για τον κ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό είχε επιτρέψει στον πρωθυπουργό να επιβεβαιώσει την κυριαρχία του στο πολιτικό σκηνικό, παρά την όποια φθορά είχε υποστεί από τον ένα και πλέον χρόνο της διακυβέρνησης.

Φέτος το πολιτικό περιβάλλον ήταν διαφορετικό. Ο κ. Μητσοτάκης έχει διέλθει πλέον το μέσο της κυβερνητικής θητείας του κι επιπλέον, έχει στο παθητικό του σοβαρά πολιτικά λάθη με πιο πρόσφατα την αποτυχημένη διαχείριση των καταστροφικών πυρκαγιών και τους ατυχέστατους χειρισμούς κατά τον ανασχηματισμό. Γι' αυτό και βασική του επιδίωξη ήταν η 85η ΔΕΘ να αποτελέσει μια νέα αφετηρία για το υπόλοιπο της κυβερνητικής θητείας του η οποία είναι άγνωστο πόσο θα διαρκέσει.

Την ίδια ώρα ο κ. Τσίπρας επιχείρησε για πρώτη φορά από τότε που πέρασε στην αντιπολίτευση να παρουσιάσει έναν άξονα προγραμματικών θέσεων, πρόπλασμα ενός μελλοντικού κυβερνητικού προγράμματος. Επίσης υπηρέτησε με συνέπεια τη στρατηγική της αποδόμησης του κ. Μητσοτάκη την οποία έχει υιοθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους μήνες, σε μια προσπάθεια να απομειώσει το πολιτικό κεφάλαιο του πρωθυπουργού.

Εκλογές

Οι παρεμβάσεις του κ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, σε συνδυασμό και με το περιορισμένο εύρος του ανασχηματισμού δημιουργούν την εντύπωση ότι ενδεχομένως οι εκλογές να μην είναι μακρύτερα από τον Μάιο του 2022. Την εκτίμηση αυτή ενίσχυσε και ο ίδιος με όσα είπε στη συνέντευξη Τύπου σχετικά με το δίλημμα των εκλογών. Ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε πως εάν δεν επιτύχει αυτοδυναμία στις εκλογές, οι οποίες θα γίνουν με απλή αναλογική, δεν θα επιδιώξει κυβέρνηση συνεργασίας αλλά θα προκηρύξει νέες εκλογές προκειμένου να την επιτύχει.  

Οι απαντήσεις τις οποίες έδωσε ο κ. Τσίπρας ερωτώμενος για τις εκλογές έδωσαν την εντύπωση ότι προσπαθεί να τις αποφύγει, κάτι πολύ λογικό καθώς τα δημοσκοπικά δεδομένα δείχνουν μεν να κάμπτονται κάπως τα ποσοστά της ΝΔ, αλλά να μην επωφελείται απ' αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης προτίμησε να πετάξει το μπαλάκι στον πρωθυπουργό προκαλώντας τον “εάν έχει το θάρρος ας προκηρύξει εκλογές” και την ίδια ώρα ανέφερε πως “αν είναι τόσο ανεύθυνος ο πρωθυπουργός, να κάνει εκλογές εν μέσω πανδημίας ας αναλάβει την ευθύνη. Συμμέτοχοι σε αυτήν την ευθύνη δεν θα γίνουμε”. Προσέθεσε δε ότι “δεν είναι στην κουλτούρα μου να ασκώ τέτοια αντιπολίτευση” λησμονώντας βεβαίως ότι ήταν εκείνος που προκάλεσε τις εκλογές το 2014 όταν η χώρα βρισκόταν σε δημοσιονομική περιδίνηση. 

Σε αντιδιαστολή δε, με το δίλημμα “αυτοδυναμία ή εκλογές” του κ. Μητσοτάκη, ο κ. Τσίπρας προέβαλε το μοντέλο κυβέρνησης συνεργασίας, θεωρώντας μάλιστα πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτο κόμμα. Αυτό βεβαίως, προϋποθέτει τη συναίνεση και άλλων, τουλάχιστον δύο κομμάτων, κάτι που με τα σημερινά δεδομένα δεν διαφαίνεται. Για το θέμα αυτό ρωτήθηκε δυο, τρεις φορές χθες ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά απέφυγε να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι το εκλογικό αποτέλεσμα θα είναι τέτοιο που κανείς δεν θα αναλάβει την ευθύνη να μην συμπράξει μαζί του, οδηγώντας έτσι τη χώρα σε νέες εκλογές. Απέκλεισε, μάλιστα, το ενδεχόμενο, να παραχωρήσει την πρωθυπουργία σε άλλο πρόσωπο, προκειμένου να επιτευχθεί συνεργασία. Όπως απέφυγε να δώσει απάντηση για το τι θα πράξει σε περίπτωση που χάσει ξανά τις εκλογές. Επιχείρησε να ξορκίσει αυτό το ενδεχόμενο λέγοντας ότι “δεν πιστεύω πως θα χάσω τις εκλογές κι εφόσον δεν το πιστεύω, δεν κάνω καμία τέτοια προετοιμασία”.

Νεολαία – μεσαία τάξη

Τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επιχείρησαν με τις παρεμβάσεις τους να διευρύνουν την επιρροή τους και σε άλλες κοινωνικές ομάδες, πέρα από τους ψηφοφόρους τους.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, για παράδειγμα, ανακοίνωσε πακέτο μέτρων που απευθύνεται στη νέα γενιά, όπου εμφανίζει υστέρηση. Την κίνηση αυτή θέλησε να ακυρώσει ο κ. Τσίπρας απευθυνόμενος και αυτός στους νέους, υποσχόμενος μεταξύ άλλων αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ, μέτρο που αφορά κυρίως νέους, καθώς και κατάργηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής στα πανεπιστήμια.

Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε επίσης να αποκαταστήσει γέφυρες με τη λεγόμενη μεσαία τάξη η οποία του γύρισε επιδεικτικά την πλάτη το 2019, λόγω της φορολογικής αφαίμαξης που της επιφύλασσε. Ο κ. Τσίπρας είπε πως είναι “γέννημα θρέμμα της μεσαίας τάξης” και χαρακτήρισε την υπερφορολόγησή της ως “εθνική ανάγκη” για να σωθεί η χώρα και να βγει από τα μνημόνια. Υποσχέθηκε, δε, μέτρα (φοροελαφρύνσεις, διαγραφή ιδιωτικού χρέους κ.ά.) τα οποία κοστολόγησε περίπου στα 3,5 δισ. ευρώ.

Από την πλευρά του ο κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε νέες φοροελαφρύνσεις οι οποίες, βεβαίως, σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα η επέκταση του αφορολόγητου της γονικής παροχής ως τα 800.000 ευρώ, ανά γονέα, υπερβαίνουν κατά πολύ τα, έτσι κι αλλιώς ασαφή, όρια της μεσαίας τάξης.  

Κατά τα άλλα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης μίλησε για ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης, με περιορισμό των μετακλητών υπαλλήλων και αξιοποίηση μη κομματικών στελεχών σε κρίσιμες θέσεις του κρατικού μηχανισμού. Όταν ρωτήθηκε γιατί δεν τα έπραξε όταν ήταν κυβέρνηση το απέδωσε στις έκτακτες συνθήκες υπό τις οποίες κυβέρνησε, απάντηση βεβαίως, που σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί τους διορισμούς τύπου Καρανίκα και λοιπών.

Ο κ. Τσίπρας απέφυγε επίσης να μιλήσει, αν και ρωτήθηκε, για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού των υγειονομικών, καλώντας πάντως, τους πολίτες να εμβολιαστούν.

Για τη Θεσσαλονίκη

Όσον αφορά τα θέματα της Θεσσαλονίκης οι δύο πολιτικοί αρχηγοί συμφώνησαν στο σχέδιο ανάπλασης της ΔΕΘ, κάτι που ισχυροποιεί πολιτικά το εν λόγω εγχείρημα αν και παραμένει ακόμη ασαφές από που θα βρεθούν τα απαιτούμενα κεφάλαια. Στο θέμα αυτό ο κ. Τσίπρας ζήτησε να διατεθούν και κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Επιβεβαίωσαν τη διαφωνία τους ως προς τον σταθμό Βενιζέλου του μετρό με τον πρωθυπουργό να τάσσεται υπέρ της λύσης της απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων, τον δε πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ να θεωρεί ότι αυτό καταστρέφει τις αρχαιότητες και πάει πίσω την ολοκλήρωση του έργου. Ο κ. Τσίπρας επανέλαβε δύο επιχειρήματα τα οποία, πάντως, ελέγχονται ως προς την αξιοπιστία τους. Κατ' αρχάς ισχυρίστηκε ότι εάν δεν έχανε τις εκλογές το μετρό θα λειτουργούσε μέσα στο 2020 όταν, στα μέσα Ιουλίου δεν είχαν καν ξεκινήσει τα δοκιμαστικά δρομολόγια τα οποία απαιτούν 18 μήνες κατ' ελάχιστο, ούτε είχαν έρθει όλοι οι συρμοί. Επίσης, τη λύση της λειτουργίας του μετρό χωρίς το σταθμό Βενιζέλου αρχικά, την οποία επανέλαβε χθες, την είχε εξετάσει αλλά την είχε τελικά εγκαταλείψει και η διορισμένη από τον ΣΥΡΙΖΑ ηγεσία της Αττικό Μετρό.

Κατά τα άλλα, ο κ. Μητσοτάκης παρουσίασε ως θετικό έργο την αποκατάσταση του στόλου της αστικής συγκοινωνίας, έστω μέσω της μίσθωσης μεταχειρισμένων οχημάτων, ενώ ο κ. Τσίπρας δεν έκανε σχεδόν καμία αναφορά σε αυτό. Στις δε πρωθυπουργικές αναφορές για τα έργα στο λιμάνι, το flayover, τα νέα γήπεδα ΠΑΟΚ και ΑΡΗ, το νέο ογκολογικό νοσοκομείο κ.λπ., ο κ. Τσίπρας αντέτεινε τις παρεμβάσεις που έκανε η δική του κυβέρνηση (προώθηση του έργου του μετρό, πάρκο Π. Μελά κ.ά.) και επέκρινε την κυβέρνηση για καθυστερήσεις στην υλοποίηση άλλων έργων που είχαν δρομολογηθεί (στρατόπεδο Κόδρα, διαμετακομιστικό κέντρο στο πρώην στρατόπεδο Γκόνου κ.ο.κ.).