Skip to main content

Μητσοτάκης: Το Ολοκαύτωμα ασήκωτο βάρος στη συνείδηση της ανθρωπότητας

Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με την αγριότητα της σύλληψης και εκτέλεσης του σχεδίου αφανισμού των Εβραίων, είπε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.

«Είναι υποχρέωσή μου, ως πολιτικός και ως άνθρωπος να σκύψω το κεφάλι μου στη μνήμη της εβραϊκής κοινότητας», δήλωσε από το βήμα της εκδήλωσης για την Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος στη Θεσσαλονίκη, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης.

«Η παγκόσμια Ιστορία είναι βαμμένη με το αίμα των πολέμων, ωστόσο τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με την αγριότητα της σύλληψης και της εκτέλεσης του σχεδίου αφανισμού των Εβραίων στην Ευρώπη από τη ναζιστική Γερμανία», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης.

Όπως είπε, «έχουμε αυξημένη υποχρέωση να κρατήσουμε ζωντανή την ιστορική παρακαταθήκη του Ολοκαυτώματος», ενώ «πρέπει να καταδεικνύουμε, να απομονώνουμε και να καταδικάζουμε έμπρακτα κάθε φαινόμενο ρατσισμού, σεξισμού, εθνικισμού και μισαλλοδοξίας. 

Παράλληλα, αναφέρθηκε για πρώτη φορά δημόσια στην ιστορία της θείας του πατέρα του Ευαγγελίας Γεωργιάδη που πήρε υπό την προστασία της την 6χρονη εβραιοπούλα Υβέτ Βεντούρα, προκειμένου να την σώσει από τους διωγμούς των Ναζί. 

 

Αναλυτικά ολόκληρη η ομιλία του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας στην εκδήλωση:

«Κυρίες και κύριοι,

Θέλω, κατ’ αρχάς, να σας ευχαριστήσω για την μεγάλη τιμή που μου κάνετε να μοιραστείτε μαζί μου την σημερινή ημέρα μνήμης των δολοφονημένων από τους ναζί, Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης.

Της πόλης που κάποτε έφερε το προσωνύμιο «Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων».

Και δικαίως, καθώς αποτελούσε την έδρα της μεγαλύτερης εβραϊκής κοινότητας της διασποράς. Μιας κοινότητας από τις αρχαιότερες στην Ευρώπη και επίκεντρο του Σεφαραδίτικου εβραϊσμού.

Και δεν είναι μόνο τιμή μου, αλλά και υποχρέωση μου, όχι μόνο ως πολιτικός, αλλά κυρίως ως άνθρωπος, να σκύψω το κεφάλι μου στη μνήμη αυτής της ιδιαίτερης κοινότητας, που τόσα πολλά έχει προσφέρει στην Ελλάδα και σε όλη την ανθρωπότητα.

Ως πολιτικός, καλούμαι συχνά να εκφωνήσω ομιλίες. Όμως, η σημερινή ημέρα μνήμης είναι τόσο ξεχωριστή.

Δεν σας κρύβω ότι δυσκολεύτηκα πολύ να βρω τις κατάλληλες λέξεις να εκφράσω τα συναισθήματά μου για τα 50.000 αδέλφια μας, που εκτοπίστηκαν και εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα του Άουσβιτς – Μπίρκεναου.

Για αυτό, θα σας μιλήσω από καρδιάς, επιχειρώντας να αποδώσω τον προσήκοντα φόρο τιμής στα θύματα του Ολοκαυτώματος, του Shoa, την εβραϊκή λέξη για τη γενοκτονία την καταστροφή.

Δυστυχώς, η παγκόσμια Ιστορία είναι βαμμένη με το αίμα των πολέμων και τις σφαγές αθώων ανθρώπων.

Αλλά, τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με την αγριότητα της σύλληψης και της εκτέλεσης του σχεδίου αφανισμού των Εβραίων στην Ευρώπη από τη ναζιστική Γερμανία.

Βεβαίως, και έχουν γίνει και άλλες γενοκτονίες και το ελληνικό έθνος έχει υποστεί πολλές.

Το Ολοκαύτωμα, όμως, είναι ένα γεγονός μοναδικό στην Ιστορία του κόσμου.

Ποτέ στην ταραγμένη ιστορία της ανθρωπότητας, δεν είχαν δημιουργηθεί εργοστάσια με ένα και μόνο σκοπό: Τη μαζική δολοφονία ανθρώπων με όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικό τρόπο.

Από νεαρός φοιτητής κοινωνικών επιστημών με απασχολούσε ένα αμείλικτο ερώτημα:

Πως έγινε αυτό; Πως σε μια προηγμένη ευρωπαϊκή χώρα με πλούσια πολιτιστική παράδοση, σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε ένα καλά οργανωμένο σχέδιο με τελική κατάληξη τη σφαγή 6 εκατομμυρίων ανθρώπων της Ευρώπη;

Δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις. Το κακό μπορεί να φωλιάσει στην ψυχή του κάθε ανθρώπου. Αλλά πως μπορεί να εκφραστεί;

«Η κοινοτοπία του κακού» είναι η φράση με την οποία η Χάνα Άρεντ περιέγραψε μια τραγική πραγματικότητα.

Έγραφε η Άρεντ: «Το πρόβλημα με τον Άιχμαν ήταν ότι υπήρχαν πολλοί σαν κι αυτόν και ότι οι περισσότεροι δεν ήταν διεστραμμένοι ούτε σαδιστές αλλά ήταν, και εξακολουθούν να είναι, τρομερά φυσιολογικοί».

Όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για κάθε πράξη μίσους και μισαλλοδοξίας, εκείνη την τραγική περίοδο, υπήρχαν αντίστοιχες πράξεις καλοσύνης και απαράμιλλης γενναιότητας.

Το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής εκφράστηκε από αυτούς που πήγαν κόντρα στο ρεύμα. Που δεν συμβιβάστηκαν με τις κατεστημένες λογικές. Που με τις πράξεις τους και τη γενναιότητα έγραψαν το δικό τους κεφάλαιο στο βιβλίο των πανανθρώπινων αξιών.

Γιατί η Ελλάδα μπορεί να είναι περήφανη για τους πολλούς Έλληνες πολίτες που στάθηκαν στο πλευρό των Εβραίων αδελφών τους. Η Ελλάδα πρέπει να είναι περήφανη για τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο και τον Δήμαρχο Ζακύνθου Λουκά Καρρέρ που έσωσαν ολόκληρο τον Εβραϊκό πληθυσμό του νησιού τους. Πρέπει να είναι περήφανη για τον Μητροπολίτη Δαμασκηνό και τον Αρχηγό της Αστυνομίας Άγγελο Έβερτ – πατέρα του Μιλτιάδη Έβερτ – που έσωσαν πολλούς Εβραίους εκδίδοντάς τους ψεύτικες ταυτότητες.

Κυρίως, πρέπει να είναι περήφανη για όλους τους απλούς πολίτες της, που το όνομα τους βρίσκεται στη λίστα των «Δικαίων Των Εθνών». Την ύψιστη τιμή του εβραϊκού λαού προς αυτούς που έβαλαν τη ζωή τους σε κίνδυνο για να σώσουν τις ζωές των Εβραίων συμπολιτών τους.

Εδώ, θα μου επιτρέψετε και μια πιο προσωπική αναφορά στην θεία του πατέρα μου, την Ευαγγελία Γεωργιάδη, που το όνομά της βρίσκεται στην τιμητική λίστα των «Δικαίων των Εθνών». Το 1942, η θεία Ευαγγελία, πήρε υπό την προστασία της – κυριολεκτικά ως τρίτη της κόρη – την Υβέτ Βεντούρα – τότε 6 ετών. Την Υβέτ, παρέδωσε στην μεγάλη θεία μου η ίδια της η μητέρα, προκειμένου να την σώσει από τους διωγμούς των Ναζί. Για να επιτευχθεί αυτό, η Υβέτ άλλαξε όνομα – έγινε Μαρία Παπαδάκη. Πλάστηκε ολόκληρη ιστορία – ότι δήθεν σκοτώθηκαν και οι δυο γονείς της σε αυτοκινητιστικό ατύχημα στην Κρήτη – οπότε η μεγάλη θεία μου υιοθέτησε το κοριτσάκι. Κατασκευάστηκαν πλαστά πιστοποιητικά για όλα αυτά. Με τη συμμετοχή κρατικών λειτουργών που δεν δίστασαν να εκθέσουν τον εαυτό τους σε τεράστιο κίνδυνο προκειμένου να διασωθεί η μικρή Υβέτ.

Η ιστορία αυτή είχε αίσιο τέλος. Διότι οι γονείς της Υβέτ – Μπιάνκα και Ραφαήλ Βεντούρα – κατάφεραν να σωθούν, ζώντας σε ένα ανήλιο υπόγειο στα Σεπόλια υπό την προστασία της οικογένειας Σφακιανάκη. Ο μικρός αδελφός της Υβέτ, Ιωσήφ Βεντούρας, επίσης ένα «κρυμμένο παιδί της κατοχής», διασώθηκε από την οικογένεια Πετρόχειλου στην Εκάλη. Και έτσι, μετά την απελευθέρωση η οικογένεια Βεντούρα ξανάσμιξε με την Υβέτ.

Αναρωτιέμαι πολλές φορές τι θα κάναμε εμείς σε μια τέτοια συγκυρία. Πως θα απαντούσαμε στο ερώτημα του Θεού, εσύ που ήσουν; Aν θα βρίσκαμε το θάρρος, το κουράγιο να παράσχουμε αγάπη και στοργή σε μία εποχή που τα πάντα διαλύονταν. Αν θα μπορούσαμε να κάνουμε το σωστό, αυτό που η ανθρώπινη συνείδηση μας επέβαλε, διακινδυνεύοντας τόσο την προσωπική μας ασφάλεια, όσο και αυτή της οικογένειάς μας.

Πολλοί συμπολίτες μας άκουσαν τη φωνή του Θεού και της συνείδησής τους και έκαναν το σωστό. Και είμαι πολύ συγκινημένος που θα παραστώ στην απονομή του τίτλου του «Δικαίου των Εθνών» στους απογόνους του Γεωργίου Σπυρίδωνος Σταυρίδη για τη διάσωση της οικογένειας Ιωσήφ Μεναχέμ Στρούμτσα.

Κυρίες και κύριοι,

Στέκομαι σήμερα εδώ μπροστά σας, συναισθανόμενος την υποχρέωση να μιλήσω για το Ολοκαύτωμα, ως το ασήκωτο βάρος στη συνείδηση την ανθρωπότητας.

Σήμερα, παραπάνω από 70 χρόνια μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, πληθαίνουν οι τόποι μνήμης και οι μέρες μνήμης της γενοκτονίας των Ευρωπαίων Εβραίων.

Στην Ελλάδα, με καθυστέρηση δεκαετιών, θεσπίσαμε την 27η Ιανουαρίου ως μέρα μνήμης των Ελλήνων Εβραίων μαρτύρων και ηρώων του Ολοκαυτώματος.

Δυστυχώς, όμως, ο βαθμός κατανόησης της ελληνικής κοινωνίας και ειδικά της νέας γενιάς για το τι πραγματικά συνέβη στο Άουσβιτς, στο Μαϊντάνεκ και στα άλλα στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξόντωσης, δεν είναι ικανοποιητικός.

Το Ολοκαύτωμα δεν είναι μια απλή υποσημείωση στην τραγική ιστορία του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.

Ο μέσος Έλληνας δεν γνωρίζει ότι το ποσοστό εξόντωσης των Ελλήνων Εβραίων είναι ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Ότι η ζωντανή εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης ξεκληρίστηκε σχεδόν ολοκληρωτικά. Ότι μια βόμβα βούλιαξε ένα πλοίο, το οποίο μετέφερε στοιβαγμένους στα αμπάρια του, τους Εβραίους των Χανίων, με αποτέλεσμα να πνιγούν όλοι.

Γι’ αυτό και είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατόν το Μουσείο του Ολοκαυτώματος, εδώ στην Θεσσαλονίκη, το ιστορικό κέντρο του ελληνικού Εβραϊσμού. Και τα παιδιά που θα περιηγηθούν στις εκθέσεις του δεν θα έρθουν απλά αντιμέτωπα με ιστορίες φρίκης. Αλλά θα μάθουν ποιο είναι το έσχατο σημείο που μπορεί να οδηγηθεί ο άνθρωπος, τυφλωμένος από το ρατσισμό. Και πως τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, αφού φιμώσουν κάθε φωνή αντίστασης, μπορούν να επιβάλουν τις λογικές τους σε ολόκληρες κοινωνίες. Διότι η ιστορία του Ολοκαυτώματος δεν φορά μόνο Εβραίους ή μόνο Γερμανούς. Αφορά ανθρώπους. Αφορά ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Σε μια ταραγμένη εποχή, όπου ξυπνούν τα πάθη και οι διχασμοί του παρελθόντος, η ιστορία του Ολοκαυτώματος αποκτά τη δική της ξεχωριστή σημασία. Λιγοστεύουν πια οι επιζώντες που με ένα απλό σήκωμα του μανικιού τους έδειχναν ένα γαλαζωπό νούμερο στον αριστερό τους βραχίονα. Μπορούσαν να πουν την ιστορία τους χωρίς καν να ανοίξουν το στόμα τους.

Τώρα, η ευθύνη για να κρατηθεί ζωντανή αυτή η μνήμη περνά στις επόμενες γενιές. Εμείς έχουμε την ευθύνη να αποκρούσουμε τις νέες φωνές μίσους και μισαλλοδοξίας που ξεπηδούν με ανησυχητική συχνότητα. Ξέρουμε ότι δεν θα μπορέσουμε ποτέ να ξεριζώσουμε το μίσος από κάθε ανθρώπινη ψυχή. Ούτε να εξαφανίσουμε τελείως το μίασμα του αντισημιτισμού. Αλλά πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε. Όλοι μας έχουμε ευθύνη.

Και χαίρομαι που μια νέα γενιά Ελλήνων ιστορικών ερευνά τις ξεχασμένες πτυχές της δικής μας ιστορίας και τις σχέσεις μας με την Εβραϊκή κοινότητα. Και αν πρέπει να ειπωθούν και κάποιες σκληρές αλήθειες, ας γίνει. Οι κοινωνίες προχωρούν και δεν επαναλαμβάνουν τα ίδια λάθη, παρά μόνο όταν τακτοποιούν τους λογαριασμούς τους με την ιστορία. Πρέπει να ξεπεράσουμε τον ξύλινο – ανούσιο – λόγο και να κοιτάξουμε την πραγματικότητα κατάματα. Μόνο τότε, θα αποδώσουμε στα θύματα του Ολοκαυτώματος το σεβασμό που τους αξίζει. Και μόνο τότε, θα αρχίσουν να επουλώνονται πληγές που δυστυχώς παραμένουν ανοιχτές 70 χρόνια τώρα.

Σήμερα, η συρρικνωμένη Εβραϊκή κοινότητα δεν κουβαλά μόνο τις δικές της οδυνηρές μνήμες. Βρίσκεται αντιμέτωπη και με την πραγματικότητα ενός αυξανόμενου αντισημιτισμού. Δεν με φοβίζει μόνο το γεγονός ότι αρνητές του Ολοκαυτώματος κάθονται με αυταρέσκεια στα βουλευτικά έδρανα. Αυτούς τουλάχιστον τους ξέρουμε. Πιο πολύ με φοβίζει η απαξιωτική ματιά απέναντι σε όποιον επιλέγει να κυκλοφορεί με κιπά. Οι ασυνάρτητες θεωρίες συνομωσίας που διακινούνται στα chat rooms του διαδικτύου. Η αφοριστική εξίσωση μιας θεμιτής πιθανώς διαφωνίας με την εξωτερική πολιτική του Ισραήλ με έναν ισοπεδωτικό αντισημιτισμό.

Η πρόσφατη έρευνα του Anti – Defamation League για τα υψηλά ποσοστά αντι-εβραϊκών αισθημάτων στη χώρα μας πρέπει να μας προβληματίσει. Πρέπει να είμαστε σε ετοιμότητα και με αυξημένα αντανακλαστικά, ώστε να αποκρούουμε με αυστηρότητα και κατηγορηματικά φωνές, εκδηλώσεις και πράξεις νοσταλγών της ναζιστικής θηριωδίας. Αλλά να πολεμήσουμε και τα πιο ανώδυνα στερεότυπα, τα οποία εύκολα μπορούν να εξελιχθούν προς το χειρότερο.

Το άνθος του κακού ευδοκιμεί σε ταραγμένες εποχές, όπου οι κουρασμένοι και απογοητευμένοι άνθρωποι καταφεύγουν στα πιο βασικά ένστικτα για να ερμηνεύσουν τον κόσμο γύρω τους. Αν δεν πολεμήσουμε συστηματικά το ρατσισμό, τον αντισημιτισμό και τη μισαλλοδοξία, θα είναι σαν να μην διδαχτήκαμε τίποτα από το Ολοκαύτωμα.

Σε μια εποχή όπου η πολιτική της «μετα – αλήθειας» γίνεται ο κανόνας και τα πραγματικά γεγονότα διαστρεβλώνονται με τεράστια ευκολία, έχουμε αυξημένη υποχρέωση να κρατήσουμε ζωντανή την ιστορική παρακαταθήκη του Ολοκαυτώματος. Με το μάτι, κυρίως, στραμμένο στη νέα γενιά.

Η αδράνεια σε τέτοιου είδους ζητήματα δεν είναι αποδεκτή. Η αδράνεια ισοδυναμεί με σύμπραξη στο έγκλημα. Γι’ αυτό σήμερα, αλλά και κάθε μέρα, πρέπει να προασπιζόμαστε, χωρίς περιστροφές, τα ανθρώπινα δικαιώματα. Να αγωνιζόμαστε για την ισότητα των ανθρώπων ανεξαρτήτως προέλευσης, αντίληψης, φύλου, χρώματος, θρησκείας, τρόπου ζωής.

Σήμερα, αλλά και κάθε μέρα, πρέπει να καταδεικνύουμε, να απομονώνουμε και να καταδικάζουμε έμπρακτα κάθε φαινόμενο ρατσισμού, σεξισμού, εθνικισμού και μισαλλοδοξίας. Σήμερα, αλλά και κάθε μέρα, πρέπει να σκύβουμε το κεφάλι στη μνήμη των Εβραίων αδελφών μας που χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα. Και η σκέψη μας να κυριαρχείται από δύο λέξεις: "ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ!"».