Skip to main content

Μονογονεϊκή οικογένεια

Το θέμα των μονογονεϊκών οικογενειών είναι ένα αμιγώς εθνικό θέμα .

Η έννοια της μονογονεϊκής οικογένειας προσδιορίζεται από τις κοινωνικές συνθήκες, από τις επικρατούσες δομές, από τις εδραιωμένες παραδόσεις, από τις δημοσιονομικές παραμέτρους.


Δεχόμενοι έναν τυπικό ορισμό της, αυτόν δηλαδή του ενός γονέα με ένα ή περισσότερα παιδιά κάτω των 16 ετών που είναι οικονομικά ανενεργά, ορισμός που αποτελεί άλλωστε και τη βάση των σχετικών στατιστικών μετρήσεων της Eurostat, οι μονογονεϊκές οικογένειες, σύμφωνα με δημογραφικά στοιχεία του 2001, ήταν περίπου 4,3 εκατομμύρια  στην ΕΕ των 15 χωρών.


Το θέμα των μονογονεϊκών οικογενειών είναι ένα αμιγώς εθνικό θέμα και ως προς τη φύση του και ως προς τα παραγόμενα αποτελέσματα αλλά και ως προς την μεθοδολογία της διαχείρισής του, παρά τα κοινά στοιχεία που θα μπορούσε να αντλήσει κανείς από την ευρωπαϊκή εμπειρία.


Ενδεικτική της σοβαρότητας του θέματος είναι η διαπίστωση πως η έλλειψη των αναγκαίων πόρων για την πλήρη συμμετοχή των μόνων γονέων στην κοινωνία, τους ωθεί σε ένα ιδιότυπο αυτοαποκλεισμό, επιλέγοντας έτσι την ανεργία και την εξάρτηση από τις κοινωνικές παροχές, είτε σε έναν εκ των συνθηκών αποκλεισμό, από την ίδια την αγορά, λόγω αντικειμενικών εμποδίων.


Η έλλειψη πρακτικών λύσεων εγκλωβίζει τους μόνους γονείς σε έναν φαύλο κύκλο μεταξύ έλλειψης εργασίας, εισοδηματικής φτώχειας και κοινωνικής απομόνωσης.
Η εξάρτηση τους από τα δίκτυα κοινωνικής βοήθειας αλλά και το γεγονός πως (οι γυναίκες κυρίως) είναι ευάλωτες σε όρους κοινωνικής φροντίδας και εκτιθέμενες σε έναν δύσκολο διμέτωπο αγώνα οικογενειακών ευθυνών και οικονομικής επιβίωσης, καθιστά απαραίτητη την εφαρμογή ενεργητικών πολιτικών κοινωνικής προστασίας.

 

 Συγκεκριμένα: την ένταξή τους στην αγορά εργασίας και την κοινωνία, την εναρμόνιση της οικογένειας με την εργασία, το οργανωμένο σύστημα παιδικής φροντίδας, την επάρκεια των κοινωνικών δομών υποδοχής, τον εξορθολογισμό των προνοιακών ρυθμίσεων και επιδομάτων, τη στήριξη σε όλα τα επίπεδα.
Και με δεδομένο πως η μονογονεϊκότητα είναι γένους θηλυκού (91% στην Ελλάδα, που αποτελεί και τον μέσο ευρωπαϊκό όρο), κέντρο του σχεδιασμού πρέπει να είναι η Ελληνίδα μητέρα και οι ανάγκες της.


Θα μπορούσε κάποιος να συμφωνήσει πως η διαφορετικότητα στο οικογενειακό αυτό μοντέλο αναγνωρίζεται με αργά βήματα και οι κοινωνικές πολιτικές είναι μάλλον
διάσπαρτες σε πολλά νομοθετήματα.
Απαιτείται συνεπώς μια προσπάθεια κωδικοποίησης των ήδη υφιστάμενων κοινωνικών και οικονομικών παροχών, που θα συνοδεύονταν ενδεχομένως και από μια κοινωνικά σύγχρονη και πρακτική αναθεώρηση των προϋποθέσεων ένταξης μιας οικογένειας στον τύπο των μονογονεϊκών, που θα την καθιστούσε αυτομάτως δικαιούχο των προνοιακών πολιτικών.


Τέλος, το γεγονός πως στην Ελλάδα η παροχή υποστήριξης προς τα εξαρτώμενα άτομα των μονογονεϊκών οικογενειών παραμένει ευθύνη της ευρύτερης οικογένειας σε σχέση με άλλες χώρες που αναλαμβάνεται από συστήματα κοινωνικής προστασίας, «λέει κάτι» για την δομή της Ελληνικής οικογένειας και την ποιότητα της κοινωνίας μας. Πρωταρχικό, λοιπόν, μέλημα σε μια εποχή που το ζητούμενο είναι η επιστροφή στις παραδοσιακές οικογενειακές αξίες, πριν φθάσουμε να στηρίξουμε τις μονογονεϊκές οικογένειες, ή έστω παράλληλα, είναι να εξαλείψουμε τις αιτίες που τις δημιουργούν. Και αυτό αποτελεί ευθύνη όλων μας.

 

Έλενα Ράπτη
Ιδρυτικό Μέλος της Κοινωνικής Οργάνωσης «Αγάπη»,