Skip to main content

Μπροστά σε δύσκολες αποφάσεις οι εταιρείες που μένουν στη Ρωσία

Σοβαρά διλήμματα αντιμετωπίζουν πολυεθνικές εταιρείες που επέλεξαν να παραμείνουν στη Ρωσία, μετά την επιβολή πολλαπλών κυρώσεων από Ευρώπη και ΗΠΑ.

Οι πολυεθνικές εταιρείες οι οποίες αποφάσισαν να παραμείνουν στη Ρωσία, όταν πάμπολλες άλλες αποχώρησαν με πρωτοφανή ταχύτητα και ομαδόν, βρίσκονται ενώπιον σοβαρών διλημμάτων αναφορικά με τους εργαζομένους τους, τους καταναλωτές, τους συνεργάτες τους και όσους γενικότερα εξυπηρετούν στη χώρα. Ο γαλλικός όμιλος της Danone διέκοψε μεν τις νέες επενδύσεις, αλλά παραμένει εκεί, ισχυριζόμενος ότι έχει ευθύνη «απέναντι στους ανθρώπους που τρέφει και τους αγρότες οι οποίοι τον προμηθεύουν γάλα», όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα στους Financial Times. Ο καθηγητής του Γέιλ, Τζέφρι Σόνενφελντ, ο οποίος παρακολουθεί τι κάνουν οι δυτικές επιχειρήσεις στη Ρωσία, υπολογίζει ότι περισσότερες από 400 έχουν δεσμευθεί να αναδιπλωθούν, να αναστείλουν δραστηριότητες ή και να απομακρυνθούν πλήρως. Πέραν της σωρείας ανακοινώσεων, πάντως, η εφαρμογή στην πράξη είναι κοπιώδης και περίπλοκη, όπως προσθέτει ο πανεπιστημιακός. Ακόμα και όσοι όμιλοι δήλωσαν πως αποσύρονται συνολικά από τη χώρα, καλούνται να απαντήσουν σε ερωτήματα σχετικά με τους ανθρώπους τους, τα περιουσιακά στοιχεία τους, το παθητικό τους, αλλά και τις βραχείες και μακροπρόθεσμες προοπτικές τους εκεί.

Αναφορικά με το προσωπικό που απασχολούν, ας δούμε τι λέει ο διευθύνων σύμβουλος της ιταλικής τράπεζας UniCredit, Αντρέα Ορσέλ: «Θα μου ήταν εύκολο να πω ότι φεύγουμε, αλλά εδώ απασχολούμε 4.000 άτομα». Αλλες εταιρείες έκλεισαν τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία, χωρίς δεύτερη σκέψη, όπως η εταιρεία συμβούλων Accenture, παρά το γεγονός πως απασχολούσε σχεδόν 2.300 υπαλλήλους, ενώ η αυτοκινητοβιομηχανία Τoyota διέκοψε τη λειτουργία του εργοστασίου της στην Αγία Πετρούπολη και μετά σταδιακά άφησε τους Ιάπωνες με τις οικογένειές τους, συνολικά 48 άτομα, να επανέλθουν στη βάση τους. Στην πλειονότητά τους οι εργοδότες αγωνίζονται να βρουν ισορροπία ανάμεσα στο να αποστασιοποιηθούν από ένα ξαφνικά τοξικό περιβάλλον και να προστατεύσουν το προσωπικό τους. Ακόμα κι αν η αλυσίδα McDonald’s ανέστειλε τη λειτουργία των 850 εστιατορίων της, υποσχέθηκε να συνεχίσει να πληρώνει τους 62.000 υπαλλήλους της. Για πόσο, όμως, χωρίς να εργάζονται; Πάντως, όπως αναφέρει η εφημερίδα των Financial Times, ελάχιστες εταιρείες επικαλέστηκαν τους υπαλλήλους τους ως λόγο παραμονής. Ο γενικός διευθυντής της Koch Industries, Ντέιβ Ρόμπερτσον, είπε ότι «δεν θα απομακρυνθούμε από τους εργαζομένους μας (600 στον αριθμό στα δύο υαλουργεία της), ούτε θα εκχωρήσουμε τις δραστηριότητές μας στη ρωσική κυβέρνηση».

Κι αυτό είναι ακόμα ένα πρόβλημα, το ενδεχόμενο δηλαδή να κατασχεθούν από το κράτος οι δραστηριότητες των δυτικών εταιρειών, ενώ ο Πούτιν προειδοποίησε ότι θα βρεθεί νόμιμη λύση να μεταβιβαστούν περιουσιακά στοιχεία όσων πολυεθνικών απήλθαν «σε όσους θέλουν πραγματικά να εργαστούν». Κατά τον καθηγητή Νομικής στο Παρίσι, Αλμπέρτο Αλεμάνο, «τώρα οι επιχειρήσεις πληρώνουν πολυάριθμους δικηγόρους να διαπιστώσουν τρόπους προστασίας της επένδυσής τους». Πάντως, ο Τζέφρι Σόνενφλεντ επισημαίνει ότι οι εκτός βιομηχανίας εταιρείες δεν έχουν στη Ρωσία παρά ελάχιστα σκληρά περιουσιακά στοιχεία. Τώρα, όσοι όμιλοι, όπως οι ΒΡ και Shell, δηλώνουν πως θα πωλήσουν τα περιουσιακά στοιχεία τους στη Ρωσία, θα πρέπει να βρουν ενδιαφερομένους και το πιο λογικό θα ήταν οι υπάρχοντες συνεργάτες. Πέραν τούτου, όμως, είναι δύσκολο να εντοπίσουν τρίτους αγοραστές, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στις κυρώσεις της Δύσης εις βάρος της Ρωσίας.

Θα πρέπει να αναφερθεί ότι ακόμα και όσοι προετοιμάζονται να αποσυρθούν, όσοι ελπίζουν κάποτε να επιστρέψουν, «πρέπει να σκεφθούν πώς θα το πράξουν», τονίζει ο καθηγητής Διαχείρισης Κινδύνου στο Γουάρτον, Μάικλ Γιούσιμ.

Πηγή: Καθημερινή, FT