Skip to main content

Νέος πρόεδρος ΣΕΒ: Οι επιχειρήσεις να έρθουν πιο κοντά στην κοινωνία

Σύμφωνα με τον Δημήτρη Παπαλεξόπουλο η ενίσχυση της βιομηχανίας είναι πλέον ευρωπαϊκός στόχος και η Ελλάδα θα πρέπει να καλύψει χαμένο έδαφος.

Στην πρώτη του ομιλία ως πρόεδρος του ΣΕΒ ο κ. Δημήτρης Παπαλεξόπουλος άνοιξε τα χαρτιά του λέγοντας πως πρωταρχικός στόχος της νέας διοίκησης θα είναι η αύξηση της συμμετοχής της μεταποίησης στο ΑΕΠ και παράλληλα προέβαλε την ανάγκη οι επιχειρήσεις να έρθουν πιο κοντά στην κοινωνία.

Σύμφωνα με τον κ. Παπαλεξόπουλο η ενίσχυση της βιομηχανίας είναι πλεόν ευρωπαϊκός στόχος και η Ελλάδα θα πρέπει να δουλέψει σκληρά για να καλύψει το χαμένο έδαφος.

«Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, η προστιθέμενη αξία της βιομηχανίας στην οικονομία μας έχει μειωθεί. Αποτέλεσμα εν μέρει αναπόφευκτων διεθνών τάσεων, αλλά και λανθασμένων επιλογών. Ας θυμηθούμε τον άκρατο καταναλωτισμό και αποσάθρωση της παραγωγής στην αρχή του αιώνα. Η άμεση συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ υπολογίζεται σήμερα περίπου στο 10%. Στόχος μας είναι μέσα σε 10 χρόνια το 10% να γίνει 15%, Αν φτάσουμε εκεί, υπολογίζουμε ότι θα δημιουργούνταν σταδιακά 550.000 νέες, καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας», εκτίμησε ο κ. Παπαλεξόπουλος.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒ η αύξηση της συμμετοχής της μεταποίησης στο ΑΕΠ θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη.

Ο συνολικός πολλαπλασιαστής της μεταποίησης στο ΑΕΠ είναι 2,8 και στην απασχόληση 3,5, ωφελώντας και τις υπηρεσίες και το εμπόριο και δημιουργώντας ένα ζωτικό οικοσύστημα μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Η μεταποίηση αντιπροσωπεύει το 44% των συνολικών εξαγωγών, πληρώνει μισθούς που είναι κατά μέσο όρο αισθητά μεγαλύτεροι από την υπόλοιπη οικονομία, συνεισφέρει περισσότερο από το μερίδιο της στα έσοδα του κράτους.

Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της υστέρησης, αλλά και το μέγεθος της ευκαιρίας, ο κ. Παπαλεξόπουλος αναφέρθηκε στο παράδειγμα την Πορτογαλίας. Η Πορτογαλία εξάγει βιομηχανικά προϊόντα αξίας 53 δισ. ευρώ, σε σχέση με τα περίπου 30 δισ. ευρώ της χώρας μας.

Λόγω αυτής της βιομηχανικής εξωστρέφειας, το 17% των εργαζομένων εργάζεται σε βιομηχανικές επιχειρήσεις, έναντι 9% στην Ελλάδα. Αντίστοιχα ωφελούνται και μεσαίου και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις που συνεισφέρουν το 57% των εξαγωγών, έναντι 45% στην Ελλάδα.

«Υπάρχουν κλάδοι στους οποίους έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα ως χώρα και τους οποίους μπορούμε να αναπτύξουμε», πρόσθεσε ο κ. Παπαλεξόπουλος και ανέφερε ενδεικτικά τα μέταλλα, τα τρόφιμα, τη φαρμακευτική βιομηχανία, την πράσινη ενέργεια, τον ορυκτό πλούτο, τη ναυτιλία, ορισμένους τομείς της υψηλής τεχνολογίας.

Ο διττός ρόλος του ΣΕΒ

Ο κ. Παπαλεξόπουλος αναφέρθηκε και στον διτό ρόλο του ΣΕΒ, ο οποίος εκπροσωπεί τη βιομηχανία αλλά και πλήθος άλλων κλάδων όπως, τουρισμός, τράπεζες, λιανεμπόριο κ.α.

«Στο βαθμό που διεκδικούμε έναν ευρύτερο ρόλο, αυτόν του πρώτου μεταξύ ίσων εκπροσώπων της οργανωμένης επιχειρηματικότητας στον τόπο μας, πρέπει να τον κερδίζουμε κάθε μέρα στην πράξη. Τελικά, αυτή η διπλή υπόσταση του ΣΕΒ, εκπροσώπησης της βιομηχανίας, αλλά και της επιχειρηματικότητας γενικότερα, δεν αποτελεί δίλημμα. Αγκαλιάζουμε και τους δύο ρόλους. Και δουλεύουμε, ώστε να τους υπηρετούμε ταυτόχρονα. Σίγουρα μπορούμε και καλύτερα, αλλά είμαστε στο σωστό δρόμο. Η σημαντική αύξηση των μελών μας, από όλους τους κλάδους και τη βιομηχανία, το επιβεβαιώνει», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ Παπαλεξόπουλος.

Επιχειρήσεις και κοινωνία

Ο νέος πρόεδρος του ΣΕΒ δεν παρέλειψε να αναφερθεί στο χτίσιμο μιας νέας σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στις επιχειρήσεις και την κοινωνία.

«Είναι γεγονός ότι η κοινωνία μας συχνά δεν αγκαλιάζει, δεν εμπιστεύεται την επιχειρηματικότητα. Τη βάζει απέναντι της. Και οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η αμφισβήτηση αυτή είναι, σε κάποιο βαθμό, εύλογο να υπάρχει, δεν οφείλεται μόνο σε φαινόμενα λαϊκισμού», τόνισε ο κ. Παπαλεξόπουλος, εξηγώντας: «Η οικονομία μέσα στην οποία παλεύουμε είναι μικρή, με παράδοση στην εσωστρέφεια και στην υπερ-ρύθμιση. Είναι μία οικονομία όπου οι έντιμοι σπάνια επιβραβεύονται και οι ασυνεπείς σπάνια υφίστανται κυρώσεις. Έχουν υπάρξει, κατά συνέπεια, φαινόμενα στρέβλωσης του ανταγωνισμού, αλλά και κυνικές πρακτικές, που επιτρέπουν σε αρκετούς να αμφισβητούν τη συμβολή των επιχειρήσεων στο κοινό καλό».

Σήμερα, η ανταπόκριση που έχουν δείξει οι επιχειρήσεις στις κοινωνικές ανάγκες, σε συνδυασμό με την ωριμότητα και τη συνειδητοποίηση της κοινωνίας μας, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για να ξεφύγουμε από τα βαρίδια του παρελθόντος.

Στον ΣΕΒ θεωρούμε ευθύνη μας την αντιστροφή αυτής της αντίληψης. Η ενδυνάμωση της σχέσης των επιχειρήσεων με την κοινωνία εξαρτάται πρώτα από μας, τις επιχειρήσεις. Ξεκινώντας με διάθεση αυτογνωσίας και αυτοβελτίωσης, υποστήριξε ο κ. Παπαλεξόπουλος

Οι τρεις προτεραιότητες

Ιδιαίτερη ξεχωριστή αναφορά έκανε ο πρόεδρος του ΣΕΒ στις τρεις οριζόντιες προτεραιότητες του συνδέσμου: την ψηφιακή επανάσταση, τις απαραίτητες δεξιότητες στην εργασία, και την πράσινη ανάπτυξη.

Οπως τόνισε, κάθε μία από τις τρείς ενέχει ευκαιρίες και κινδύνους για την Ελλάδα. Σε κάθε μία ο ΣΕΒ έχει αναπτύξει πολύπλευρη δράση.

«Στηρίζουμε και ενισχύουμε την αναβάθμιση των ψηφιακών ικανοτήτων των ελληνικών επιχειρήσεων, έτσι ώστε να καλύψουμε τη διαπιστωμένη υστέρηση έναντι των περισσοτέρων ευρωπαϊκών χωρών.

Σκοπεύουμε να αναλάβουμε πρόσθετες πρωτοβουλίες για να υποστηρίξουμε τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, ευελπιστώντας ότι ο χρόνος έχει επιτέλους ωριμάσει και υπάρχει συναίνεση για ένα μεγάλο βήμα μπροστά στο κρίσιμο αυτό θέμα», υποστήριξε ο κ. Παπαλεξόπουλος και απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό τόνισε: «Τις προτεραιότητες αυτές τις έχετε αναδείξει ως Κυβέρνηση. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να πάμε πιο μακριά πιο γρήγορα. Στην προσπάθεια σας να τις προωθήσετε αποφασιστικά θα μας βρείτε σύμμαχους».

Κορωνοϊός και διαχείριση της κρίσης

«Το 2020 θα είναι μια πολύ δύσκολη χρονιά», επισήμανε ο κ. Παπαλεξόπουλος και πρόσθεσε πως «πολλές επιχειρήσεις ζουν σήμερα και πάλι με το άγχος της επιβίωσης. Οι τριαντάρηδες, που έχουν ζήσει δύο απανωτές κρίσεις, ζουν με την αγωνία της επαγγελματικής αποκατάστασης. Οι προσδοκίες ματαιώθηκαν την πιο κρίσιμη στιγμή: εκεί που πιστεύαμε ότι έχουμε αφήσει πίσω μας την οικονομική κρίση, και ότι είχε έρθει η ώρα να φύγουμε μπροστά».

Στην Κυβέρνηση, στην οποία όλοι αναγνωρίζουμε την επιτυχημένη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης μέχρι τώρα, ανήκουν οι δύσκολες αποφάσεις για το πώς θα αμβλυνθούν οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, με τι προτεραιότητες και τι πόρους. Οι δικές μας προτάσεις ακολουθούν τις εξής κατευθύνσεις:

Πρώτη προτεραιότητα παραμένει η αντιμετώπιση της πανδημίας και προστασία της ανθρώπινης ζωής. Εξακολουθούμε να τηρούμε τα μέτρα για την προστασία της υγείας των εργαζομένων, των πελατών μας, των προμηθευτών μας. Ταυτόχρονα στηρίζουμε την εθνική προσπάθεια και πέρα από το επιχειρησιακό μας αποτύπωμα, με δωρεές εξοπλισμού και υλικοτεχνική βοήθεια [τα μέλη μας έχουν ήδη προσφέρει δεκάδες εκατομμύρια].

Δεύτερον, θεωρούμε ότι τα οικονομικά μέτρα, πέρα από την προστασία των αδυνάτων, πρέπει να στηρίζουν κατά προτεραιότητα τις θέσεις εργασίας και την παραγωγή (προϊόντων και υπηρεσιών), έτσι ώστε να διαφυλαχθεί κατά το δυνατόν ο ευάλωτος υγιής παραγωγικός ιστός της χώρας. Οι πρωτοβουλίες που ήδη ανέλαβε η Κυβέρνηση κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση.

Τρίτον, η αντιμετώπιση της κρίσης δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίσει από τους στρατηγικούς στόχους, ούτε να αποτελέσει άλλοθι για την αποφυγή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων οι οποίες είναι ανάγκη να κινηθούν πιο γρήγορα.

Τέταρτον, οι επερχόμενοι ευρωπαϊκοί πόροι μας δίνουν μια νέα ευκαιρία να ξεφύγουμε από το ιστορικό χαμένων ευκαιριών και κατασπατάλησης του παρελθόντος. Η ενίσχυση των επενδύσεων σε κρίσιμες υποδομές, αλλά και των ιδιωτικών παραγωγικών επενδύσεων, βοηθούν ταυτόχρονα και βραχυπρόθεσμα και στρατηγικά.

Σύμφωνα με τον νέο πρόεδρο του ΣΕΒ, οι ιδιωτικές παραγωγικές επενδύσεις αντέξανε στην κρίση. Ενδεικτικά, στη δεκαετία 2007-17 οι επενδύσεις της βιομηχανίας μειώθηκαν κατά 5%, όταν το ΑΕΠ μειώθηκε 25%.

Κλείνοντας την ομιλία του ο κ. Παπαλεξόπουλος ανέφερε πως« η υγειονομική κρίση έχει φέρει και μια ευκαιρία. Ο κοινός στόχος μάς ώθησε να εργαστούμε συλλογικά και αποτελεσματικά. Η Αντιπολίτευση στάθηκε επάξια στο ύψος των περιστάσεων. Φαίνεται να αναδεικνύεται ένα πιο ελπιδοφόρο μοντέλο αντιπαράθεσης και διαλόγου, τόσο στην πολιτική, όσο και στην κοινωνία»