Skip to main content

Ο αόρατος κίνδυνος από τη νιτρορύπανση των υδάτων

Από Voria.gr
Η κατάσταση στην Ελλάδα, οι 30 επιβαρυμένες περιοχές και η περίπτωση της Κεντρικής Μακεδονίας - Χαρακτηρισμός των περιοχών που έχουν ρυπανθεί.

Του Ανδρέα Παλαιοχωρινού*

Το άζωτο (Ν) και ο φώσφορος (Ρ) αποτελούν θρεπτικά στοιχεία για τα φυτά και τις αγροτικές καλλιέργειες. Χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη και έπειτα από επεξεργασία τους παράγονται γεωργικά λιπάσματα που στοχεύουν στην επίτευξη υψηλότερων αποδόσεων. Νιτρορύπανση είναι το φαινόμενο κατά το οποίο υπάρχει άμεση ή έμμεση απόρριψη αζωτούχων ενώσεων στο υδάτινο περιβάλλον, με την πρόκληση βλαβών στην ανθρώπινη υγεία και την υποβάθμιση των υδατικών οικοσυστημάτων να αποτελούν τις σημαντικότερες επιπτώσεις.

Οι κύριες πηγές νιτρορύπανσης είναι ανθρωπογενείς δραστηριότητες, με ποιο σημαντικές αιτίες τις αγροτικές δραστηριότητες - γεωργικές και κτηνοτροφικές. Ειδικότερα, υψηλές συγκεντρώσεις νιτρικών ενώσεων παρατηρούνται σε περιοχές με αυξημένη γεωργική δραστηριότητα, όπου γίνεται εντατική χρήση αζωτούχων λιπασμάτων, καθώς και σε περιοχές με μεγάλη συγκέντρωση ζωικών πληθυσμών και των αντίστοιχων αποβλήτων.

Η διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση για τρόφιμα οδηγεί σε αυξημένη παραγωγή και χρήση λιπασμάτων. Πιο συγκεκριμένα, η γεωργική παραγωγή στην ΕΕ σημείωσε αύξηση κατά 14,5% στην περίοδο μεταξύ 2010 και 2019, κάτι που οδηγεί σε υψηλές συγκεντρώσεις αζώτου και –αναπόφευκτα- σε ρύπανση των υδάτων, του αέρα και του εδάφους επηρεάζοντας την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον.

Επιπλέον, η γεωργική έκταση της ΕΕ αποτελεί περίπου το 47% της συνολικής της έκτασης, και σύμφωνα με εκτιμήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η κτηνοτροφική παραγωγή θεωρείται υπεύθυνη για το 81% της εισροής αζώτου από αγροτικές δραστηριότητες στα υδατικά συστήματα και για το 87% των εκπομπών αμμωνίας από τον αγροτικό τομέα στην ατμόσφαιρα.

Χαρακτηρισμός των περιοχών που έχουν ρυπανθεί

Τα κράτη μέλη οφείλουν να εντοπίσουν τις περιοχές που έχουν ρυπανθεί και να τις χαρακτηρίσουν ως ζώνες ευπρόσβλητες από τη νιτρορύπανση (ΖΕΝ), ώστε να εφαρμόσουν υποχρεωτικά μέτρα σε αυτές. Μπορούν, αντί να χαρακτηρίσουν ΖΕΝ, να επιλέξουν να εφαρμόσουν το οικείο πρόγραμμα δράσης στο σύνολο της επικράτειάς τους. Η διαδικασία χαρακτηρισμού μιας περιοχής ως ευπρόσβλητης από τη νιτρορύπανση διενεργείται από την Ειδική Γραμματεία Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σε συνεργασία µε τα συναρμόδια Υπουργεία μεταξύ των οποίων και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Τα στοιχεία που αξιοποιούνται για το χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως ΖΕΝ είναι τυχόν αυξημένες τιμές νιτρικών ιόντων που έχουν καταγραφεί στα υπόγεια και επιφανειακά ύδατα της συγκεκριμένης περιοχής με γνώμονα τις μετρήσεις των σταθμών που απαρτίζουν τα δίκτυα παρακολούθησης υπογείων και επιφανειακών υδάτων, καθώς και τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την ανάλυση των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων στη λεκάνη απορροής όπου ανήκει το εκάστοτε υδατικό δίκτυο. Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί πως μεταξύ των περιόδων αναφοράς 2012-2015 και 2016-2019 η συνολική έκταση των ΖΕΝ της ΕΕ (συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών που εφαρμόζουν διαχειριστικά μέτρα για το σύνολο της επικράτειάς τους) αυξήθηκε κατά 14,4%.

Οι 30 περιοχές στην Ελλάδα

Λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 3 της Κοινοτικής Οδηγίας, η λίστα με τις ευπρόσβλητες από τη νιτρορύπανση ζώνες θα πρέπει να επανεξετάζεται κι ενδεχομένως να αναθεωρείται τουλάχιστον κάθε τέσσερα χρόνια. Σε αυτή τη φάση για την Ελλάδα περιλαμβάνει τις ακόλουθες 30 περιοχές:

Θεσσαλικό πεδίο, Κωπαϊδικό πεδίο, Αργολικό πεδίο, λεκάνη Πηνειού Ηλείας, κάμπος Θεσσαλονίκης-Πέλλας-Ημαθίας (συμπεριλαμβανομένου και του νομού Κιλκίς), λεκάνη Στρυμόνα, πεδιάδα Άρτας-Πρέβεζας, λεκάνη απορροής ποταμού Ασωπού Βοιωτίας, νότιο τμήμα ποταμού Έβρου, πεδιάδα ανατολικά και δυτικά της λίμνης Βιστωνίδας , λεκάνη απορροής ποταμού Αγγίτη, βόρεια Κορινθία, οροπέδιο Τρίπολης, Φιλιατρά Κυπαρισσίας, λεκάνη απορροής ποταμού Λαρισσού Αχαΐας, Λεωνίδιο Αρκαδίας , Μεσογαία Αττικής, Μαραθώνας Αττικής, βόρειο τμήμα Ποταμού Έβρου, Σπερχειός Φθιώτιδας, Πάμισος Μεσσηνίας, Τροιζηνία, Άστρος - Αγ. Ανδρέας Αρκαδίας, Μέγαρα - Αλεποχώρι Αττικής, Αταλάντη Φθιώτιδας, Αλμυρός Μαγνησίας, Πτολεμαΐδα, Επανομή Θεσσαλονίκης και Μουδανιά Χαλκιδικής, Γεροπόταμος- Μεσσαράς, Αρτάκη Ευβοίας.

 

Οι ευπρόσβλητες ζώνες από τη νιτρορύπανση στην Ελλάδα

 



Περιορισμός της χρήσης κοπριάς σε περιοχές που έχουν ρυπανθεί

Ένα επιπλέον μέτρο για τον περιορισμό της ρύπανσης των υδάτων από νιτρικά ιόντα είναι και η εξάλειψη της αλόγιστης εφαρμογής κοπριάς ως λιπαντικό μέσο για τις καλλιέργειες. Η κοπριά αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αζωτούχου λιπάσματος, μιας και χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες για το φυσικό εμπλουτισμό του εδάφους με άζωτο. Η οδηγία για τη νιτρορύπανση προτείνει, μεταξύ άλλων, την εφαρμογή της κοπριάς σε κατάλληλες χρονικές περιόδους και ανάλογα με τις ανάγκες των καλλιεργειών, καθώς και την ασφαλή αποθήκευσή της σε ειδικά διαμορφωμένες αποθηκευτικές εγκαταστάσεις, ώστε να αποφευχθεί η μόλυνση των υδάτων.

Επιπλέον, στις περιοχές στις οποίες εφαρμόζονται προγράμματα δράσης, οι αγρότες δεν επιτρέπεται να διασπείρουν στις καλλιέργειές τους περισσότερα από 170 kg αζώτου προερχόμενου από κοπριά ανά εκτάριο –δηλαδή ανά δέκα στρέμματα- ετησίως. Το όριο αυτό ισχύει ανεξαιρέτως σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, οπουδήποτε τα ύδατα έχουν ήδη ρυπανθεί ή διατρέχουν κίνδυνο ρύπανσης, ανεξαρτήτως από τις εδαφοκλιματικές συνθήκες και τις καλλιέργειες.

Παρόλα αυτά, υπό συγκεκριμένες περιπτώσεις, η οδηγία για τη νιτρορύπανση προβλέπει τη δυνατότητα εναπόθεσης υψηλότερης ποσότητας αζώτου ανά εκτάριο ετησίως. Όμως, οι εν λόγω παρεκκλίσεις μπορούν να επιτραπούν μόνον υπό την προϋπόθεση ότι οι ποσότητες αυτές σε καμία περίπτωση δε θα εμποδίζουν την επίτευξη των στόχων της οδηγίας αναφορικά με την ποιότητα των υδάτων.

 

 

Οι ευπρόσβλητες ζώνες από τη νιτρορύπανση στην Κεντρική Μακεδονία

 



Ανδρέας Παλαιοχωρινός είναι Μηχανολόγος Μηχανικός - Master ΑΠΕ και συνεργάτης της ευρωβουλευτού ΝΔ – ΕΛΚ Μαρίας Σπυράκη.

Το άρθρο προέκυψε από την ανάλυση στοιχείων από την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2021) σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, από το διαδικτυακό χάρτη του Ερευνητικού Κέντρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.