Skip to main content

Ο Φίλιπ Μάρλοου ηλιοκαμένος στις ξαπλώστρες της Χαλκιδικής

Οι βιβλιόφιλοι είχαν ανακαλύψει την αξία των μεταχειρισμένων βιβλίων πολύ πριν η Κομισιόν αναδείξει την κυκλική οικονομία ως προτεραιότητα.

Πριν οι ερευνητές και τα ινστιτούτα παραγωγικότητας του πλανήτη επιβεβαιώσουν την αέναη δυνατότητα επαναξιοποίησης του συνόλου των υλικών που υπάρχουν στον πλανήτη Γη και πριν η Κομισιόν του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ αναδείξει την κυκλική οικονομία ως μέγιστη προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι βιβλιόφιλοι και οι βιβλιοφάγοι είχαν ανακαλύψει την αξία των μεταχειρισμένων βιβλίων.

Τα παλαιότερα χρόνια τα βιβλία άλλαζαν χέρια μεταξύ συγγενών, φίλων και γνωστών πριν καταλήξουν «κουρασμένα» στο ράφι κάποιας βιβλιοθήκης ή στην αποθήκη ή να δοθούν ως δωρεά σε δημόσιες δανειστικές βιβλιοθήκες. Σήμερα πωλούνται ως μεταχειρισμένα όχι μόνο στα παλαιοβιβλιοπωλεία, τα οποία στην Ελλάδα αυξάνονται και πληθύνονται, αλλά και στα ειδικά τμήματα για «βιβλία από δεύτερο χέρι» ορισμένων βιβλιοπωλείων. Με αυτό τον τρόπο διασώζονται τίτλοι προ πολλού καταργημένοι και εκδόσεις ξεχασμένες.     

Το συγκεκριμένο θέμα επανέρχεται στο προσκήνιο τα καλοκαίρια. Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, όταν οι άνθρωποι στην Ελλάδα σχεδιάζουν αποδράσεις, κυρίως ολιγοήμερες, αλλά και του Σαββατοκύριακου και ημερήσιες. Είναι τότε που μπαίνουν στα βιβλιοπωλεία και ψάχνουν κάτι για να διαβάσουν στην παραλία ή στο μπαλκόνι. Σε αυτή την περίοδο βασιλεύουν παραδοσιακά οι ντέτεκτιβς που ανακαλύπτουν το δολοφόνο και γενικότερα οι άνθρωποι που λύνουν γρίφους και μυστήρια. Είναι αλήθεια ότι κάποιος διηγήθηκε ότι είδε τον Φίλιπ Μάρλοου, ηλιοκαμένο, να ανακατεύει το μπέρμπον του σε μπιτς μπαρ της Χαλκιδικής;

Εδώ και καιρό η αστυνομική λογοτεχνία είναι αποδεκτή χωρίς αστερίσκους, όπως συνέβαινε κάποτε. Τότε που τα αστυνομικά μυθιστορήματα τυπώνονταν με μικρά γράμματα και διαβάζονταν σε εκδόσεις τσέπης. Θρυλικά έχουν μείνει τα περίφημα ΒΙΠΕΡ –η ονομασία προέρχεται από την έκφραση «ΒΙβλία ΠΕΡιπτέρου»- που ξεκίνησαν να εκδίδονται στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και σε μία δεκαετία η παραγωγή τους είχε φτάσει τους 2.650 τίτλους. Ξένη λογοτεχνία, ιστορικά βιβλία, κλασικά έργα, σύγχρονες αμφισβητήσεις και –κυρίως- αστυνομικά μυθιστορήματα. Μια εντυπωσιακή παραγωγή.

Όπως εντυπωσιακή ήταν και η εμπορική πορεία των ελληνικών βιβλίων τσέπης, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια της κυκλοφορίας τους. Σύμφωνα με τον εκδοτικό οίκο «Πάπυρος» το 1971 πουλήθηκαν στη χώρα μας έξι εκατομμύρια ΒΙΠΕΡ. Μεγάλος τζίρος για την εποχή. Μετά, τα βιβλιοπωλεία οργανώθηκαν κάπως καλύτερα και φόρτωσαν τους πάγκους τους με κάθε είδους λογοτεχνία και παραλογοτεχνία με εντυπωσιακά εξώφυλλα και μεγαλύτερα γράμματα. Για μερικά χρόνια οι πλανόδιοι πωλητές βιβλίων πολλαπλασιάστηκαν φτάνοντας σε κάθε γραφείο και κάθε διαμέρισμα για να πουλήσουν «βιβλία με δόσεις». Παράλληλα η τηλεόραση καθιερώθηκε και για πολλούς γέμισε εντελώς άκοπα και δωρεάν τις ελεύθερες ώρες τω ανθρώπων.

Παρά την ποικιλία των τίτλων και των ειδών, τα ΒΙΠΕΡ, όπως και τα υπόλοιπα βιβλία τσέπης που κατά καιρούς πωλούνται στα περίπτερα, είναι ταυτισμένα με τις αστυνομικές ιστορίες. Οι περισσότερες έχουν ως πρότυπο την αμερικάνικη σχολή, που εδώ κι έναν αιώνα θεωρείται παραλογοτεχνία, αλλά ανέδειξαν συγγραφείς με παγκόσμια αναγνώριση. Από τους πατριάρχες του νουάρ μυθιστορήματος Ντάσιελ Χάμετ και Ρέιμοντ Τσάντλερ, μέχρι τον σύγχρονο «Πάπα» του είδους Τζέιμς Ελρόι.

Ιστορίες με έντιμους ντετέκτιβς και διεφθαρμένους αστυνομικούς. Με μοιραίες γυναίκες, τυχοδιώκτες γόηδες και ζηλιάρηδες πάμπλουτους επιχειρηματίες συζύγους, που συχνά φτάνουν μέχρι το έγκλημα για να αντιμετωπίσουν κάποιον εκβιασμό. Άνθρωποι του κόσμου και του υποκόσμου, οι οποίοι συνήθως είναι διαφορετικοί από αυτό που δείχνουν. Άλλα σκέφτονται, άλλα λένε, άλλα πράττουν.

Κοσμοπολίτες και περιθωριακοί που μιλάνε την αργκό της πιάτσας, αλλά εμπλέκονται μόνο στις σελίδες κάποιου μυθιστορήματος, αφού στην πραγματική ζωή δεν συναντιούνται καν. Που είναι –επίσης στις σελίδες του αστυνομικού μυθιστορήματος- ίσοι απέναντι στο νόμο και τις εξουσίες.  

Τι απέγιναν όλα αυτά τα εκατομμύρια ΒΙΠΕΡ με τα χαρακτηριστικά εξώφυλλα που πουλήθηκαν στην ελληνική αγορά; Πολλά πετάχτηκαν, κάποια αραχνιάζουν ξεχασμένα σε πατάρια και αποθήκες σπιτιών και κάποια άλλα –με κιτρινισμένα φύλλα από την πολυχρησία και ίσως μερικούς κόκκους άμμου ανάμεσα στις λέξεις- αναζητούν νέους αναγνώστες στριμωγμένα στα ράφια των παλαιοβιβλιοπωλείων. Στη Θεσσαλονίκη πωλούνται προς δύο, τρία ή το ανώτερο πέντε ευρώ έκαστο.