Skip to main content

Ο κορωνοϊός παγώνει τα μυαλά των ανθρώπων αλλά το αύριο δεν μπορεί να περιμένει

Η διαβούλευση για το master plan της μεταλιγνιτικής περιόδου στη Δυτική Μακεδονία και τα προβλήματα που θα επιμείνουν μετά την πανδημία

Στις 10 Νοεμβρίου λήγει η διαβούλευση για το master plan της μεταλιγνιτικής περιόδου στη Δυτική Μακεδονία. Μόνο που το lockdown που έχει επιβληθεί από τις 15 Οκτωβρίου δεν έχει παραλύσει μόνο την αγορά έχει… παγώσει και το μυαλό των ανθρώπων, σύμφωνα με δήλωση του αντιπεριφερειάρχη Κοζάνης Γρηγόρη Τσιούμαρη, ο οποίος ελπίζει ότι θα δοθεί εύλογη παράταση. Ο ίδιος, με έντονη διάθεση αυτοκριτικής, ομολογεί ότι οι πρώτες συζητήσεις για την απολιγνιτοποίηση ξεκίνησαν πριν από 30 χρόνια, αλλά μέχρι σήμερα κανείς δεν είχε πάρει στα σοβαρά το θέμα. Τώρα που ο κόμπος έφτασε στο χτένι οι πάντες στην περιοχή τρέχουν και δεν φτάνουν. Ή μάλλον θέλουν να τρέξουν για να φτάσουν, αλλά δεν βαριέσαι - το αφήνουν για αργότερα.

Προφανώς η Κοζάνη δεν είναι η μοναδική περιοχή της Ελλάδας στην οποία το μέλλον μπορεί να περιμένει. Ούτε οι Κοζανίτες οι μοναδικοί Έλληνες που την περασμένη Άνοιξη πειθάρχησαν με βαριά καρδιά στις απαγορεύσεις για να περιοριστεί ο κορωνοϊός, αλλά μετά την κάμψη της πανδημίας το καλοκαίρι χαλάρωσαν και οδηγήθηκαν και πάλι σε καραντίνα. Όπως επίσης δεν είναι οι μόνοι Έλληνες οι οποίοι στη θεωρία αντιμετωπίζουν τον κορωνοϊό με τόση σοβαρότητα, που επί της ουσίας ακυρώνουν όλες τις άλλες δραστηριότητές τους. Αναθεματίζουν τα μέτρα που τους στερούν τη δυνατότητα να ζήσουν την καθημερινότητα όπως την επιθυμούν, αλλά αντί να είναι επιμελείς και υπεύθυνοι συνεχίζοντας κανονικά -όσο κανονικά γίνεται, αλλά γίνεται- τη ζωή τους, επιλέγουν την αδράνεια. Διότι αδράνεια είναι να μην ασχολείται με τα υπόλοιπα, όπως αδράνεια είναι και να επιμένεις σαν παιδάκι που του πήραν το παιχνίδι να μην αλλάξεις προσωρινά τις συνήθειές σου.

Στην προκειμένη περίπτωση της Κοζάνης υπάρχουν οι ακόλουθες βεβαιότητες: Σε λίγους μήνες ο κορωνοϊός θα αντιμετωπιστεί και η πανδημία θα περάσει. Τα υπόλοιπα θέματα και προβλήματα της ζωής -μικρότερα και μεγαλύτερα- θα επιμείνουν. Πιθανόν θα έχουν επιδεινωθεί, διότι ο χρόνος τρέχει. Ιδιαίτερα ο τρόπος με τον οποίο η τοπική κοινωνία θα διαχειριστεί -με πολλά χρόνια καθυστέρηση και όλες τις βοήθειες που υπάρχουν από Ελλάδα και Ευρώπη- την απολιγνιτοποίηση, θα καθορίσει το μέλλον για πολλές δεκαετίες. Ακόμη περισσότερες από τις τελευταίες πέντε ή έξι που η περιοχή επαναπαύτηκε στη μονοκαλλιέργεια της ΔΕΗ, της εξόρυξης λιγνίτη και της παραγωγής ρεύματος.

Το παράδειγμα δεν συνιστά περιπτωσιολογία, αλλά σε σημαντικό βαθμό χαρακτηρίζει το σύνολο της χώρας. Στην Ελλάδα -200 χρόνια από την επανάσταση και λίγα λιγότερα από την ανακήρυξη του εθνικού κράτους- συνήθως πετάμε τη μπάλα πάνω απ’ τη γραμμή την τελευταία στιγμή. Ενίοτε τρώμε γκολ, αλλά τότε μας αδικεί ο διαιτητής. Όπως όταν στη δεκαετία του 2010 υποβιβαστήκαμε αρκετές κατηγορίες έφταιγε η… παράγκα. Η μακροπρόθεσμη στρατηγική, ο μεσοπρόθεσμος προγραμματισμός και τα καλά αντανακλαστικά, όταν χρειάζεται, δεν είναι τα δυνατά μας χαρτιά. Ούτε στην προσαρμοστικότητα παίρνουμε καλό βαθμό, συνήθως μένουμε στάσιμοι. Τις περισσότερες φορές για να προχωρήσουν τα πράγματα είτε θα πρέπει πρώτα να αιφνιδιαστούμε από κάτι έκτακτο και σοβαρό είτε να υπάρχουν χρονοδιαγράμματα, συγκεκριμένοι μετρήσιμοι στόχοι, σοβαρός έλεγχος από το εξωτερικό και καταλογισμοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της νεότερης ιστορίας μας είναι τα έργα των Ολυμπιακών Αγώνων τη Αθήνας του 2004, τα οποία στο τέλος ολοκληρώθηκαν με πραγματικά fast track διαδικασίες. Είναι να απορεί κανείς γιατί αυτή η μεθοδολογία του 2004, που προφανώς μεταφράστηκε σε τεχνογνωσία, δεν αξιοποιείται από τότε και μετά για τα δημόσια έργα και τις δράσεις του κράτους γενικώς.

Στη Θεσσαλονίκη –για παράδειγμα- ο ΟΑΣΘ έφτασε στο τέλος να… σκάσει, επειδή τα προβλήματα συσσωρεύονταν επί πολύ καιρό και κανείς δεν επενέβαινε. Όταν αυτές οι λογικές επικρατούν μία απολύτως βασική υποδομή μιας πόλης ενός εκατομμυρίου που δεν διαθέτει κανένα άλλο μέσο μαζικής μεταφοράς, φανταστείτε τι συμβαίνει σε άλλες περιπτώσεις, λιγότερο επείγουσες. Όσες βλέπουν το φως της δημοσιότητας και όσες παραμένουν άγνωστες στην αφάνεια. Αλλά και με την κατασκευή του μετρό έγιναν τα ίδια και χειρότερα. Ο αρχικός ελλιπής και σε πολλά στοιχεία άστοχος σχεδιασμός οδήγησε σε εμπλοκές που, σε συνδυασμό με τις εμμονές κάποιων, οδήγησε το έργο σε 15χρονη καθυστέρηση -εάν δεν συμβεί κάτι άλλο από εδώ και πέρα- και πανάκριβη τιμολόγηση.   

Με αυτά τα δεδομένα η πανδημία του κορωνοϊού πιθανότατα έχει μία ακόμη απολύτως αρνητική συνέπεια για την ελληνική κοινωνία, που πρωτίστως έχει ανάγκη από αλλαγή νοοτροπίας. Με την υγειονομική πίεση που υπάρχει και την οικονομική καταστροφή που καταγράφεται, το κράτος επιστρέφει στο προσκήνιο. Όπως παντού στον πλανήτη Γη. Είναι τέτοιο το βάθος και τόσο το εύρος των συνεπειών που δεν γίνεται αλλιώς. Μόνο που το ελληνικό κράτος δεν επιστρέφει σε έναν επιτελικό και οργανωτικό ρόλο, όπως συμβαίνει στις ανεπτυγμένες χώρες και όπως υποστηρίζουν ότι το θέλουν -συνήθως υποκριτικά- πολιτικοί και πολίτες. Αλλά σε ρόλο «πατερούλη» που πρέπει να δώσει στους πάντες για να σώσει τους πάντες. Άσχετα εάν πολλοί από αυτούς τους… πάντες το κλέβουν μια ολόκληρη ζωή με όποιον τρόπο μπορούν και με όποια δικαιολογία βρουν. Εκτός κι αν πιστέψουμε ότι τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΑΑΔΕ πριν τέσσερις ημέρες για τα εισοδήματα του 2018 –ένας στους δύο μισθωτούς εισπράττει ετησίως κάτω από 10.000 ευρώ και τρεις στους τέσσερις επιχειρηματίες κερδίζουν επίσης κάτω από 10.000 ευρώ- αντιπροσωπεύουν απολύτως την πραγματικότητα.

ΥΓ. Το πιο πρόσφατο ελληνικό δράμα έχει τον τίτλο Ταμείο Ανάκαμψης. Το άμεσο μέλλον θα δείξει εάν θα εξελιχθεί σε θρίλερ. Διότι όλοι –κυριολεκτικά όλοι- προσβλέπουν σε αυτά τα 32 δισ. ευρώ, τα 12,5 χαμηλότοκο δάνειο, τα 19,5 επιχορήγηση. Χωρίς αμφιβολία για την Ελλάδα πρόκειται για μεγάλο ποσό, που γίνεται ακόμη μεγαλύτερο εάν προσθέσει κανείς το επόμενο ΕΣΠΑ και τη νέα ΚΑΠ. Όλα όμως θα παιχτούν στις επιλογές και τη διαχείριση αυτών των κονδυλίων, διότι πολλά λεφτά πέρασαν κι άλλες φορές από την Ελλάδα τα τελευταία 40 χρόνια, αλλά το μεγαλύτερο μέρος τους σπαταλήθηκε. Ας μην πιούμε πάλι όλη την παραγωγή ουίσκι της Σκωτίας!