Skip to main content

Ο Πάπας Φραγκίσκος επιθυμεί να μεταβεί στη Μόσχα για να μιλήσει με τον Βλαντιμίρ Πούτιν

Ο Πάπας Φραγκίσκος ζήτησε να έχει συνάντηση στη Μόσχα με τον πρόεδρο της Ρωσίας για να προσπαθήσει να σταματήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία

Ο Πάπας Φραγκίσκος δήλωσε πως έχει ζητήσει από τον Πούτιν να τον δεχτεί για συζήτηση στη Μόσχα στην οποία θα προσπαθήσει να τον πείσει να λύσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Ο Πάπας Φραγκίσκος δηλώνει σε συνέντευξή του, που δημοσιεύεται σήμερα στην Corriere Della Sera, ότι ζήτησε να έχει συνάντηση στη Μόσχα με τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν για να προσπαθήσει να σταματήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά δεν έχει λάβει απάντηση.

Ο Πάπας δήλωσε επίσης ότι ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος, ο οποίος έχει προσφέρει την αμέριστη στήριξή του στον πόλεμο, «δεν μπορεί να γίνει το παπαδοπαίδι του Πούτιν».

«Με τον Ζελένσκι μιλήσαμε από την πρώτη μέρα της εισβολής, όμως αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει λόγος να πάω στο Κίεβο. Με τον πατριάρχη Κύριλλο μίλησα 40 λεπτά. Του είπα: δεν είμαστε κληρικοί των κρατών», πρόσθεσε.

Ο Ποντίφικας, ο οποίος πραγματοποίησε μια άνευ προηγουμένου επίσκεψη στη ρωσική πρεσβεία όταν άρχισε ο πόλεμος, δήλωσε επίσης στην ιταλική εφημερίδα ότι περίπου τρεις εβδομάδες μετά την έναρξη της σύγκρουσης ζήτησε από τον πλέον υψηλόβαθμο διπλωμάτη του Βατικανού να αποστείλει μήνυμα στον Πούτιν.

«Φοβάμαι ότι ο Πούτιν δε θέλει αυτή τη συνάντηση»

Το μήνυμα αυτό ήταν, σύμφωνα με τον Πάπα Φραγκίσκο, «ότι προτίθεμαι να πάω στη Μόσχα. Σίγουρα ήταν απαραίτητο ο ηγέτης του Κρεμλίνου να επιτρέψει ένα άνοιγμα. Δεν έχουμε ακόμη λάβει απάντηση και επιμένουμε ακόμη».

Ο Πάπας πρόσθεσε: «Φοβάμαι ότι ο Πούτιν δεν μπορεί και δεν θέλει να έχει αυτή την συνάντηση αυτή την στιγμή. Αλλά πώς μπορείς να μην σταματήσεις τόση βαναυσότητα;»

Πριν από την συνέντευξη αυτή, ο 85χρονος Φραγκίσκος δεν είχε αναφέρει συγκεκριμένα τη Ρωσία ή τον Πούτιν δημοσίως από τότε που ξέσπασε ο πόλεμος στις 24 Φεβρουαρίου. Ωστόσο έχει αφήσει ελάχιστες αμφιβολίες σχετικά με το ποια πλευρά επικρίνει, χρησιμοποιώντας όρους, όπως αδικαιολόγητη επίθεση και εισβολή, και εκφράζοντας την οδύνη του για φρικαλεότητες εναντίον αμάχων.