Skip to main content

Όλη η απόφαση του ΣτΕ για τον ΟΑΣΘ - Γιατί απορρίφθηκαν οι προσφυγές

Η ουσία και τα επίμαχα σημεία της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας για τον ΟΑΣΘ – Για ποιους λόγους απορρίφθηκαν οι προσφυγές των πρώην μετόχων

Σε 21 σελίδες παρατίθεται η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επί των αιτήσεων ακυρώσεως τις οποίες κατέθεσαν 399 πρώην μέτοχοι του ΟΑΣΘ, ζητώντας να κριθεί αντισυνταγματικός ο νόμος 4482/2017 με τον οποίο ο Οργανισμός περιήλθε στο δημόσιο. Το σκεπτικό του ανωτάτου δικαστηρίου, όπως διατυπώθηκε κατά τη διάσκεψη στις 23 Φεβρουαρίου, περιλαμβάνει 15 σημεία στα οποία περιγράφεται όλο το ιστορικό της υπόθεσης καθώς και οι νομικές κρίσεις στις οποίες προβαίνει το ΣτΕ, μαζί και με την τελική ετυμηγορία του.

Σύμφωνα με την απόφαση, την οποία έχει στη διάθεσή της η Voria.gr και η οποία αναμένεται να καθαρογραφεί σήμερα, καθώς σε κάποια σημεία της είναι χειρόγραφη, το ανώτατο δικαστήριο δεν μπήκε στην ουσία των λόγων ακυρότητας τους οποίους προέβαλαν οι πρώην μέτοχοι, καθώς τους απέρριψε, από το αρχικό στάδιο, ως μη παραδεκτούς (όπως είχε αποκαλύψει ήδη από τις 12 Απριλίου η Voria.gr-δείτε εδώ). 

Οι λόγοι ακυρότητας

Στις αιτήσεις ακυρότητας τις οποίες υπέβαλαν στο ΣτΕ οι πρώην μέτοχοι εστίαζαν κυρίως σε δύο ζητήματα. Το πρώτο αφορούσε κάποια βασικά άρθρα τα οποία αποτελούσαν τους βασικούς πυλώνες του νόμου 4482/2017  με τον οποίο κρατικοποιήθηκε ο ΟΑΣΘ. Το δεύτερο αφορούσε την κοινή υπουργική απόφαση των υπουργών Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου και Υποδομών και Μεταφορών Χρήστου Σπίρτζη με την οποία διορίστηκε το νέο διοικητικό συμβούλιο και ο ορκωτός ελεγκτής του κρατικού πλέον ΟΑΣΘ.

Κρίθηκαν μη παραδεκτοί

Επί αυτών η κρίση του ΣτΕ υπήρξε σαφής: απέρριψε όλους τους υποβληθέντες λόγους κρίνοντάς τους ως απαράδεκτους, με το σκεπτικό ότι το ΣτΕ δεν είναι αρμόδιο να τους κρίνει και παραπέμπει για τα περαιτέρω τους πρώην μετόχους στα πολιτικά δικαστήρια και συγκεκριμένα στο Τριμελές Εφετείο Αθηνών.

Συγκεκριμένα, στη σελίδα 13 της απόφασης και στο σημείο «9» αναφέρονται τα ακόλουθα: «Στην προκειμένη όμως περίπτωση με την κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως προσβάλλονται ρυθμίσεις νόμου. Εν προκειμένω, όλα τα έννομα αποτελέσματα επέρχονται δια του νόμου, χωρίς να απαιτείται η έκδοση κάποιας διοικητικής πράξης, οι δε φερόμενες ως ‘διοικητικές πράξεις’ εξαγοράς του ΟΑΣΘ κ.λπ. αποτελούν διατάξεις τυπικού νόμου οι οποίες δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ.

Ενώ και υπό στοιχείο (δ) απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών με την οποία ως μέλη της Γ.Σ. του ΟΑΣΘ διόρισαν τα μέλη του δ.σ. και τον ορκωτό λογιστή – ελεγκτή του ΟΑΣΘ, δεν αποτελεί έκφραση δημόσιας εξουσίας αλλά κινείται σε κύκλο σχέσεων του ιδιωτικού δικαίου και γεννά διαφορά, η επίλυση της οποίας ανήκει κατά το Σύνταγμα στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων και όχι του ΣτΕ. Με τα ως άνω δεδομένα, δεν υφίσταται εν προκειμένω αντικείμενο ακυρωτικής διαφοράς και περαιτέρω δεν γεννάται αρμοδιότητα του ΣτΕ. Ενώ κατά ρητή πρόβλεψη του άρθρου 31 του ν. 4482/2017 ‘όλες οι διαφορές που προκύπτουν κατά την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου Δ’ και κάθε άλλη διαφορά μεταξύ των μετόχων του ΟΑΣΘ και του ελληνικού δημοσίου επιλύονται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό από το τριμελές εφετείο Αθηνών κατά την τακτική διαδικασία του κώδικα ποινικής δικονομίας’».

Τα προσβαλλόμενα άρθρα

Αναλυτικότερα, όσον αφορά το πρώτο ζήτημα, δηλαδή τα προσβαλλόμενα άρθρα του νόμου, στο σημείο 12 της απόφαση το ΣτΕ αναφέρει: «Επειδή οι προσβαλλόμενες διατάξεις των άρθρων 22, 23, 25 και 27 του ν. 4482/2017 δεν συνιστούν, ούτε υποκρύπτουν κατά το ουσιαστικό περιεχόμενό τους ατομικές διοικητικές πράξεις, όπως εσφαλμένως υπολαμβάνουν οι αιτούντες. Συναπαρτίζουν από κοινού με άλλες διατάξεις του νόμου αυτού ενιαίο σύνολο κανονιστικών ρυθμίσεων με τις οποίες, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, οργανώνεται επί νέας βάσεως, κατόπιν μεταβολής των αντιλήψεων του νομοθέτη, η δημόσια υπηρεσία παροχής συγκοινωνιακού έργου στην περιοχή της Θεσσαλονίκης με την αφαίρεση του παραχωρηθέντος δημοσίας φύσεως προνομίου της αποκλειστικής εκμετάλλευσης του έργου αυτού από τον ΟΑΣΘ και την ανάθεσή του σε κρατικό νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου. Συνεπώς, απαραδέκτως προσβάλλονται οι εν λόγω διατάξεις με την κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως.

Η διυπουργική απόφαση

Αναφορικά με το δεύτερο ζήτημα, δηλαδή την προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών η απόφαση του ΣτΕ στο σημείο 14 αναφέρει μεταξύ άλλων ότι: «Εν προκειμένω με την τέταρτη προσβαλλόμενη πράξη οι υπουργοί Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών ως μέλη της Γ.Σ. του ΟΑΣΘ και εκπρόσωποι του μοναδικού πλέον μετόχου του ΟΑΣΘ, ελληνικού δημοσίου, διόρισαν τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και τον ορκωτό λογιστή – ελεγκτή του ΟΑΣΘ, καθόρισαν τις αμοιβές αυτών, περαιτέρω δε έθεσαν τον ΟΑΣΘ σε εκκαθάριση εν λειτουργία σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4482/2017 και όρισαν την προσωρινή συνέχεια της λειτουργίας της επιχείρησης κατά την εκκαθάριση για την εκτέλεση του μεταβατικού συγκοινωνιακού έργου. Ως εκ τούτου, η ως άνω πράξη κατά το μέρος που ορίζει τα, κατά την κρίση των αρμοδίων υπουργών, κατάλληλα πρόσωπα να διοικήσουν τον ΟΑΣΘ και θέτει τον Οργανισμό αυτό σε εκκαθάριση, δεν συνιστά άσκηση κατά νόμο διοικητικής αρμοδιότητας οργάνου κατ’ ενάσκηση δημόσιας εξουσίας αλλά εντάσσεται στο πλαίσιο οργάνωσης και δράσης νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου. Περαιτέρω δε, η ως άνω πράξη και κατά το μέρος που προβλέπει την προσωρινή συνέχιση της λειτουργίας κατά την εκκαθάριση για την εκτέλεση του μεταβατικού συγκοινωνιακού έργου, αφορά αποκλειστικά στην εσωτερική οργάνωση και λειτουργία του ΟΑΣΘ και δεν παράγει διοικητικής φύσεως έννομες συνέπειες παροχής συγκοινωνιακού έργου…». Συνεχίζοντας το ΣτΕ καταλήγει αναφέροντας: «επομένως η ως άνω πράξη ως προς όλα τα σκέλη της δεν αποτελεί έκφραση της δημόσιας διοικητικής δράσης δημιουργούσα διοικητική διαφορά που ανήκει στην ακυρωτική αρμοδιότητα του ΣτΕ, αλλά κινείται σε κύκλο σχέσεων ιδιωτικού δικαίου και γεννά διαφορές η επίλυση των οποίων ανήκει κατά το Σύνταγμα στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Κατόπιν των ανωτέρω η κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη κατά το μέρος που στρέφεται κατά της ως άνω πράξης».

Μια επίμαχη ερμηνεία

Σε κάποιο σημείο της απόφασης του ΣτΕ, συγκεκριμένα στο σημείο «8», το ανώτατο δικαστήριο κάνει μια αναφορά σχετικά με την άσκηση του συγκοινωνιακού έργου πριν από την κρατικοποίηση. Αυτή ερμηνεύτηκε από ορισμένους ότι το ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματική την επί 57 χρόνια ανάθεση του έργου στον ιδιωτικό ΟΑΣΘ.

Συγκεκριμένα, η επίμαχη αναφορά είναι η εξής: «Επειδή από τις προεκτεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι η εκτέλεση της κοινής ωφέλειας συγκοινωνιακού έργου δια λεωφορείων δημοσίας χρήσεως στην περιοχή της Θεσσαλονίκης το οποίο έχει αναχθεί από το νομοθέτη σε αντικείμενο δημόσιας περιουσίας υπό λειτουργική (ουσιαστική) έννοια, είχε παραχωρηθεί στον ΟΑΣΘ ως αποκλειστικό προνόμιο. Επομένως, η ανάπτυξη αυτής της δραστηριότητας δεν ήταν αποτέλεσμα της συνταγματικώς κατοχυρωμένης, ως ατομικού δικαιώματος, οικονομικής ελευθερίας και ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας από επιχειρήσεις που μπορούσαν να ιδρυθούν ελευθέρως, με οποιαδήποτε νομική μορφή προς ενάσκηση του έργου αυτού ως επιχειρηματικής δραστηριότητας. Ακολούθως μεταβλήθηκαν οι αντιλήψεις του νομοθέτη ως προς το καλύτερο, για το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου, τρόπου εκτέλεσης του συγκοινωνιακού έργου στην πόλη της Θεσσαλονίκης, το οποίο ήταν αντικείμενο δημόσιας υπηρεσίας υπό λειτουργική έννοια, και με τις διατάξεις του ν. 4482/2017 αφαιρέθηκε το παραχωρηθέν, δημοσίας φύσεως προνόμιο της αποκλειστικής εκτέλεσης του έργου αυτού από τον ΟΑΣΘ, δια της λύσεως της συμβάσεως μεταξύ ελληνικού δημοσίου και ΟΑΣΘ και της εξαγοράς του τελευταίου από το Δημόσιο, ταυτοχρόνως δε με τις διατάξεις του ίδιου νόμου, ανατέθηκε το συγκοινωνιακό έργο που εκτελούσε ο ΟΑΣΘ σε κρατικό νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ΑΣΥΘ Α.Ε.)». 

Σχολιάζοντας το σκέλος αυτό της απόφασης ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνος Λαζαράτος, νομικός παραστάτης των μετόχων δήλωσε ότι:

«Το ΣτΕ δεν έκρινε ως αντισυνταγματική την αποκλειστική ανάθεση στον Ο.Α.Σ.Θ. των αστικών συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης με τις αποφάσεις του 870-873/2018, όπως γράφτηκε σε όλες τις ιστοσελίδες και στον Τύπο.

Το ΣτΕ δεν έκρινε ότι σωστά ο νομοθέτης μετέβαλε αντιλήψεις και ανέθεσε την εκτέλεση του συγκοινωνιακού έργου Θεσσαλονίκης σε κρατικό Ν.Π.Δ.Δ.

Το κρίσιμο σημείο της ‘8’ σκέψης του ΣτΕ, που εντάσσεται στο ιστορικό και όχι στο σκεπτικό της αποφάσεως και δημιούργησε ολότελα εσφαλμένες εντυπώσεις έχει ως εξής, λέξη προς λέξη: ‘Ακολούθως μεταβλήθηκαν οι αντιλήψεις του νομοθέτη ως προς τον καλύτερο, για το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου, τρόπο εκτελέσεως του συγκοινωνιακού έργου στην πόλη της Θεσσαλονίκης’. Αυτές όμως είναι οι αντιλήψεις του νομοθέτη και όχι οι αντιλήψεις του ΣτΕ».

Ο σχολιασμός της απόφασης

Η Voria.gr απευθύνθηκε στους νομικούς παραστάτες των διαδίκων ζητώντας ένα πρώτο σχόλιό τους επί της απόφασης του ΣτΕ. Εκ μέρους του ελληνικού δημοσίου ο επίκουρος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ Ακρίτας Καϊδατζής τόνισε ότι δεν μπορεί να προβεί σε οποιοδήποτε σχολιασμό πριν να πάρει καθαρογραμμένη την απόφαση.

Από την πλευρά του ο κ. Λαζαράτος σχολίασε τα εξής: «το ΣτΕ δεν έκανε απολύτως καμία κρίση για τη συνταγματικότητα του νόμου 4482/2017.

Το ΣτΕ έκρινε εαυτό αναρμόδιο να δικάσει την υπόθεση, αφενός μεν, διότι οι αιτήσεις ακυρώσεως στρέφονταν κατά νομοθετικών διατάξεων, αφετέρου δε, διότι η υπόθεση αφορά ως προς τα ζητήματα της εκκαθαρίσεως τα πολιτικά δικαστήρια».