Skip to main content

Όλοι οι δρόμοι της Θεσσαλονίκης οδηγούν στη δεκαετία του 2020!

Οι εξελίξεις που δρομολογούνται οδηγούν τη Θεσσαλονίκη σε ανώτερο επίπεδο. Το κοσμοπολίτικο χρώμα ενδεχομένως θα εμφανιστεί και πάλι

Τα στοιχεία είναι πολλά και συγκλίνουν ότι η δεκαετία του 2020 ανήκει στη Θεσσαλονίκη. Δεν αποκλείεται –το αντίθετο μάλιστα- η εικόνα της πόλης, της κοινωνίας και της οικονομίας της να αλλάξει ριζικά προς το καλύτερο.

Αν, μάλιστα, δε βρισκόμασταν στην Ελλάδα, που επιμένει συχνά πυκνά να αναδεικνύει εντονότερα τον βαλκανικό από τον ευρωπαϊκό της πρόσωπο, η βεβαιότητα για την σημαντική ανάπτυξη της περιοχής θα ήταν μεγαλύτερη. Χθες, στη διάρκεια της ημερίδας για την ευρωπαϊκή και μεσογειακή προοπτική της Θεσσαλονίκης, τα στοιχεία που δόθηκαν οδηγούν στα ίδια αισιόδοξα συμπεράσματα. Διότι αν οι σχεδιασμοί επαληθευτούν σε λίγα χρόνια την εικόνα θα συνθέτουν τα ακόλουθα δεδομένα:

Πρώτον, το λιμάνι θα έχει επί της ουσίας αναβαθμιστεί, μέσω της επέκτασης της 6ης προβλήτας και άλλων επενδύσεων της ΟΛΘ ΑΕ μέχρι το 2022 – 2023 συνολικού προϋπολογισμού 180 εκατ. ευρώ, που είναι βέβαιον ότι θα… συμπαρασύρουν κι άλλες. Η δυναμικότητα του λιμανιού θα αυξηθεί, οι μεταφορικές δυνατότητες θα πολλαπλασιαστούν και η Θεσσαλονίκη θα γίνει πραγματικός διαμετακομιστικός κόμβος.

Δεύτερον, τα επόμενα δύο – τρία χρόνια το αεροδρόμιο θα αλλάξει όψη. Θα μεγαλώσει, ώστε να φιλοξενεί περισσότερες πτήσεις και να εξυπηρετεί τριπλάσιους επιβάτες.

Τρίτον, τα επόμενα δύο χρόνια θα αρχίσει η λειτουργία του μετρό, που είναι βέβαιον ότι θα αλλάξει τη μορφή του κέντρου της πόλης, κάνοντας την πρόσβαση πιο εύκολη. Σε συνδυασμό με τη βελτίωση του ΟΑΣΘ, που μάλλον δεν μπορεί να γίνει χειρότερος, ο αστικός ιστός θα καταστεί βιώσιμος. Τουλάχιστον πολύ περισσότερο απ’ ότι σήμερα.

Τέταρτον, διάφορες παρεμβάσεις στο κέντρο της πόλης, με κορυφαίες την ανάπλαση του εκθεσιακού κέντρου της Διεθνούς Εκθέσεως μέχρι το 2025 - 2026, αλλά και την αναμόρφωση της αγοράς Μοδιάνο πολύ νωρίτερα, θα φέρουν στην επιφάνεια εμπορικά σημεία που σήμερα είναι υποβαθμισμένα λόγω της πολύχρονης εγκατάλειψης.  

Πέμπτον, η αναβάθμιση από το 2020 της σιδηροδρομικής σύνδεσης της Θεσσαλονίκης αρχικά με την Αθήνα και εν συνεχεία προς ανατολάς και προς βορράν, σε συνδυασμό με την Εγνατία και τους άλλους αυτοκινητόδρομους που λειτουργούν  θα άρει πλήρως την απομόνωση της Θεσσαλονίκης από την πάνω και την κάτω ενδοχώρα, ενώ ταυτόχρονα θα δώσει πραγματικό νόημα στην έννοια των συνδυασμένων μεταφορών.

Έκτον, η ολοκλήρωση του Μουσείου του Ολοκαυτώματος θα στρέψει διεθνή φώτα πάνω στη Θεσσαλονίκη. Δεν είναι μόνο η ιστορική μνήμη που θα αποκατασταθεί και θα υπογραμμιστεί δεόντος, είναι η επισκεψιμότητα που θα αυξηθεί για ευνόητους λόγους.

Έβδομον, η πιθανή αξιοποίηση της μαρίνας της Αρετσούς θα ανοίξει ενδεχομένως την όρεξη για αξιοποίηση ολόκληρου του θαλάσσιου μετώπου –από το Καλοχώρι μέχρι το Αγγελοχώρι- που συνιστά το αξεπέραστο και μοναδικό συγκριτικό της πλεονέκτημα. Αλλά αυτό –καλύτερα ίσως γι’ αυτό- πρόκειται για μακροπρόθεσμο σχέδιο που δεν βρίσκεται ακόμη ούτε καν στα χαρτιά. Ίσως αυτή η προοπτική θα μπορούσε να συνδυαστεί με ένα μουσείο για τον προσφυγικό ελληνισμό, που ήρθε από τη θάλασσα κι έκανε τη Θεσσαλονίκη πρωτεύουσά του.

Όγδοον, όλα τα υπόλοιπα μικρότερα που κυοφορούνται. Από την καινοτομία, την τεχνολογία και το εμπόριο, μέχρι την αγροτική παραγωγή και τη μεταποίηση που προσπαθούν να ανακάμψουν.

Οι εξελίξεις που δρομολογούνται οδηγούν τη Θεσσαλονίκη σε ανώτερο επίπεδο. Το κοσμοπολίτικο χρώμα ενδεχομένως θα εμφανιστεί και πάλι, για να τονίσει τον ορίζοντα των νέων καιρών. Με ορισμένες προϋποθέσεις: Κατ’ αρχήν ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει μπροστά με δυναμικό τρόπο –ανάπτυξη, επενδύσεις, παραγωγικότητα, ανταγωνιστικότητα- και δεν θα βουλιάξει από τη γήρανση του πληθυσμού, τις πολιτικές των επιδομάτων και το προσφυγικό τσουνάμι. Αλλά και ότι η γεωγραφική γειτονιά μας, τα βαλκάνια και ειδικότερα τα Δυτικά βαλκάνια, θα προχωρήσουν στοιχειωδώς προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και δεν θα διολισθήσουν με εθνικισμούς και εξαγώγιμες εμφύλιες διαμάχες. Επίσης, η ίδια η κοινωνία της Θεσσαλονίκης και όσοι την εκπροσωπούν σε πολιτικό, αυτοδιοικητικό, κοινωνικό, επιχειρηματικό, πνευματικό και θεσμικό επίπεδο θα ανταποκριθούν στις προκλήσεις, με το βλέμμα κυρίως στην Ευρώπη. Η φυσική ηγεσία θα βγει μπροστά – και αν δεν υπάρχει θα δημιουργηθεί ή θα… μετεγγραφεί από άλλα δημοτολόγια, ως ανάγκη της συγκυρίας. Παράλληλα θα βρεθούν και θα τεθούν κάποιοι μεγάλοι στόχοι, ει δυνατόν με αναφορές στο διεθνές πεδίο, ώστε να μην είναι αναστρέψιμοι, τύπου παγκόσμια Έκθεση ΕΧΡΟ, που χάθηκε για το 2008, αλλά είχε καταφέρει ακόμη και ως διεκδίκηση να δονήσει την τοπική κοινωνία.

Η αλήθεια είναι ότι ποτέ στο πρόσφατο παρελθόν οι δύο φύλακες του «θρόνου» της Θεσσαλονίκης, η γεωγραφία και η ιστορία, δεν είχαν τόση συμπαράσταση από την οικονομία. Εάν, μάλιστα, στο σενάριο προσθέσει κανείς την παρακμή του κέντρου της χώρας, δηλαδή της Αθήνας, αλλά και την δημιουργική παράδοση των «δεύτερων πόλεων» στην ανεπτυγμένη Ευρώπη, τότε τα επόμενα χρόνια στη Θεσσαλονίκη θα έχουν έντονο και φωτεινό ενδιαφέρον.