Skip to main content

Ούτε ο Αριστοτέλης μπορεί να αναδείξει το όνομα της Βόρειας Ελλάδας

Σε μια χώρα που δύσκολα μπορούν να συνεννοηθούν δύο ή τρεις, είναι περίπου αδύνατον να συντονιστούν 15 ή και περισσότεροι φορείς.

Η ανακοίνωση ότι εγκρίθηκε από τη Γενική Διάσκεψη της UNESCO το αίτημα που κατέθεσε ο Δήμος Αριστοτέλη Χαλκιδικής, δια της Ελληνικής Επιτροπής της UNESCO, ώστε η επέτειος της συμπλήρωσης των 2.400 χρόνων από τη γέννηση του φιλόσοφου Αριστοτέλη του Σταγειρίτη, να εορταστεί υπό την αιγίδα του Διεθνούς Οργανισμού, συνιστά ασφαλώς μια ευχάριστη είδηση.

Όχι μόνο διότι είναι μια ευκαιρία να μάθουν ακόμη και όσοι δε γνωρίζουν τον τόπο καταγωγής του σημαντικότερου φιλόσοφου όλων των εποχών και πρώτου πανεπιστήμονα της ανθρώπινης ιστορίας, που θεμελίωση τη λογική. Αλλά και διότι είναι μια πολύ καλή ευκαιρία η περιοχή των Σταγείρων, της Θεσσαλονίκης και της Κεντρικής Μακεδονίας να εισπράξουν την υπεραξία ενός μοναδικού ονόματος. Μιας πολύ βαριάς ιστορικής προσωπικότητας με παγκόσμια εμβέλεια. Μια ανεκτίμητης αξίας κληρονομία.

Για να γίνει αυτό, βέβαια, οι διαχειριστές της επετείου θα πρέπει να κινηθούν δημιουργικά, έξυπνα και αποτελεσματικά. Διότι στο συγκεκριμένο πεδίο η χώρα μας δεν έχει να επιδείξει παράσημα. Αντίθετα, η Ελλάδα έχει αποδείξει την αδυναμία της να αξιοποιεί με τον κατάλληλο τρόπο το παρελθόν της, που είναι μοναδικό. Ειδικά η Β. Ελλάδα, τόπος καταγωγής όχι μόνο του Αριστοτέλη, αλλά και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Περιοχή στην οποία βρίσκονται η Βεργίνα και η Πέλλα των Μακεδόνων, αλλά και ο Όλυμπος, το βουνό των Θεών. Χώρος στον οποίο δίδαξε ο Απόστολος Παύλος, μια θρυλική μορφή για τον χριστιανισμό, ιδιαίτερα για την Καθολική Εκκλησία. Παρ’ όλα αυτά η Β. Ελλάδα παραμένει διεθνώς ανώνυμη. Για να μην επισημάνουμε ότι ακόμη και το Άγιον Όρος στη συνείδηση των ξένων επισκεπτών του παραμένει ξεκομμένο από τον υπόλοιπο γεωγραφικό χώρο στον οποίο ανήκει. Και για να μη σημειώσουμε ότι η Θεσσαλονίκη, ως δεύτερη πόλη του Βυζαντίου, αποτελεί «τρύπα στη γεωγραφία» της αναγνωρισιμότητας. Η αλήθεια είναι ότι κάποιες προσπάθειες έγιναν το 1997, όταν η Θεσσαλονίκη ήταν Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, αλλά είχαν μικρά αποτελέσματα, κυρίως διότι δεν υπήρξε συνέχεια.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση στόχος είναι η ανάδειξη της ζωής και του έργου του σπουδαίου Έλληνα φιλοσόφου, που καθόρισε με τις θέσεις του τη μετα-μεσαιωνική Ευρώπη της Αναγέννησης, που οδήγησε στο σημερινό κόσμο. Οι δράσεις που προγραμματίζονται αφορούν την Ελλάδα, την Κύπρο, τη Σερβία, την Πολωνία, αλλά και το Παρίσι. Στην ίδια ανακοίνωση επισημαίνεται ότι η διοργάνωση των εκδηλώσεων θα γίνει από την Ελληνική Εθνική Επιτροπή για την UNESCO και το Δήμο Αριστοτέλη, ενώ για τον επιτυχημένο σχεδιασμό και την ολοκλήρωσή τους έχει ήδη ζητηθεί η συνεργασία και άλλων σημαντικών επιστημονικών και θεσμικών φορέων, όπως του Υπουργείου Εξωτερικών, του Υπουργείου Πολιτισμού, του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, του Υπουργείου Οικονομίας Ανάπτυξης και Τουρισμού, της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας, της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας, της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, των Δήμων Χαλκιδέων και Ναούσης, της Διεθνούς Εταιρείας Ελληνικής Φιλοσοφίας, της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας, της Φιλοσοφικής Εταιρείας Κύπρου, του Ιδρύματος Αριστοτελικών μελετών του ΑΠΘ, του Τουριστικού Οργανισμού Χαλκιδικής, καθώς σημαντικών Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων της Ελλάδας και του Εξωτερικού.

Όπως ο καθένας αντιλαμβάνεται από την απλή και μόνο ανάγνωση του καταλόγου των φορέων που θα υλοποιήσουν το εγχείρημα τα πράγματα είναι δύσκολα. Σε μια χώρα που δύσκολα μπορούν να συνεννοηθούν δύο ή τρεις, είναι περίπου αδύνατον να συντονιστούν 15 ή και περισσότεροι φορείς. Για λόγους που όλοι γνωρίζουμε το ομαδικό παιχνίδι είναι κάτι που δεν ταιριάζει στον Έλληνα, πολύ περισσότερο στο ελληνικό σύστημα, που αποτελείται από επί μέρους κλειστά συστηματάκια. Δεν είναι τυχαίο ότι ο λαός λέει ότι αν στην Ελλάδα δεν θέλεις να κάνεις κάτι, φτιάξε μια επιτροπή ή κάτι ανάλογο.  Άρα το πιθανότερο σενάριο είναι να γίνουν ορισμένες δράσεις, που ίσως αφήσουν κάποιες μικροεντυπώσεις λίγων 24ώρων. Και το αίτημα για δημιουργική αξιοποίηση του λαμπρού παρελθόντος της Β. Ελλάδος, τόσο για εθνικούς, όσο και για τουριστικούς λόγους, θα παραμείνει εκκρεμές εις το διηνεκές.