Skip to main content

Παγκόσμιο Φόρουμ: Αβεβαιότητα και απαισιοδοξία για την οικονομία

Οι περισσότερες από 350 συνεδρίες του φόρουμ είναι φέτος αφιερωμένες στις μείζονες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία.

Με τη συμμετοχή περίπου 3.000 στελεχών επιχειρήσεων, κυβερνήσεων και οργανώσεων, αλλά και καλλιτεχνών και δημοσιογράφων, και με θέμα «Παγκοσμιοποίηση 4.0: διαμορφώνοντας την παγκόσμια αρχιτεκτονική στην εποχή της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης», άρχισε χθες στο ελβετικό θέρετρο του Νταβός το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του 2019.

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του αναμένεται να είναι η απουσία ορισμένων εκ των ισχυρότερων ηγετών του κόσμου, όπως του Αμερικανού προέδρου και της Βρετανίδας πρωθυπουργού, που αντιμετωπίζουν οξείες κρίσεις στο εσωτερικό των χωρών τους.

Το παγκόσμιο τοπίο, στο οποίο πρόκειται, όμως, να διεξαχθούν οι εργασίες, σκιαγραφείται από την έκθεση του ΔΝΤ που συνέπεσε με την έναρξη του φόρουμ και υποβαθμίζει τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, της Ευρωζώνης και προπαντός της Γερμανίας. Το συμπληρώνει η ετήσια έκθεση της Oxfam International που μιλάει για σημαντική διεύρυνση της ανισότητας, καθώς και η αβεβαιότητα και η απαισιοδοξία όσων συμμετείχαν στην ετήσια δημοσκόπηση που διεξήγαγε ενόψει του Νταβός η Edelman Trust. Η εν λόγω δημοσκόπηση καταδεικνύει ότι στην πλειονότητά τους οι ερωτηθέντες εμπιστεύονται περισσότερο τις επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται παρά τις πολιτικές ηγεσίες τους.

Οι περισσότερες από 350 συνεδρίες του φόρουμ είναι φέτος αφιερωμένες στις μείζονες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία, αλλά και η παγκόσμια κοινότητα, όπως η κλιματική αλλαγή, οι «ρωγμές» στο οικονομικό σύστημα και η προετοιμασία για τα επαγγέλματα του μέλλοντος.

Σύμφωνα με τον ιδρυτή του φόρουμ, Κλάους Σουάμπ, οι σημαντικότερες από τις προκλήσεις είναι σήμερα η κλιματική αλλαγή και η παγκοσμιοποίηση 4.0 (ψηφιακή επανάσταση), και στόχος είναι να περιορίσουμε την άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τον 1,5 βαθμό Κελσίου. Οπως τονίζει, πάντως, ο καθηγητής Σουάμπ, «θα χρειαστεί ένα άνευ προηγουμένου επίπεδο συνεργασίας και καινοτομίας στο οποίο θα πρέπει να συμμετάσχουν πολλοί, πέραν του δημόσιου τομέα». Εξίσου σημαντική συζήτηση στις εργασίες του Νταβός αναμένεται να αφορά τις μεταβολές που θα επέλθουν μέσα στα επόμενα 20 χρόνια στις αγορές εργασίας ως συνεπακόλουθο της υψηλής τεχνολογίας και ειδικότερα της εισβολής της τεχνητής νοημοσύνης και της ρομποτικής στην παραγωγή.

Σε ό,τι αφορά, όμως, την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας, ενδεικτική της προβληματικής που αναμένεται να επικρατήσει φέτος στο Νταβός είναι όσα δήλωσε η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, χθες, κατά την έναρξη των εργασιών του φόρουμ. Η κ. Λαγκάρντ παρομοίασε την τρέχουσα κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας σκιέρ όταν διασχίζει σύνορα. «Οταν διασχίζει τα σύνορα, αυτό που θέλει είναι καλή ορατότητα και όχι αβεβαιότητα», τόνισε η κ. Λαγκάρντ, και σε έναν προφανή υπαινιγμό κατά της αναθεωρητικής πολιτικής του Αμερικανού προέδρου, προσέθεσε πως «είναι καλύτερα όταν τα πράγματα είναι σταθερά και όλοι μένουν μέσα στις γραμμές».

Παράλληλα, χθες ο πρόεδρος του φόρουμ, Μπόρχε Μπρέντε, και ο πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής Διάσωσης, Ντέιβιντ Μίλιμπαντ, δήλωσαν πως η «Παγκοσμιοποίηση 4.0» μπορεί να σχεδιαστεί έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι κανείς δεν θα μείνει αποκλεισμένος. Την ίδια στιγμή δίνονταν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα του φετινού Βαρόμετρου της Edelman Trust, που φέρει μόλις τον έναν στους πέντε ερωτηθέντες να θεωρεί πως το παγκόσμιο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό σύστημα λειτουργεί προς όφελός του.

Σε ποσοστό 60% οι ερωτηθέντες εκφράζουν φόβους ότι οι εμπορικές διαμάχες αποβαίνουν εις βάρος των επιχειρήσεων στις οποίες εργάζονται και απειλούν τις θέσεις εργασίας τους. Εντονότερη απαισιοδοξία εκφράζουν οι εργαζόμενοι σε ανεπτυγμένες αγορές, με ακραία περίπτωση εκείνη της Ιαπωνίας. Το 84% των ερωτηθέντων στην Ιαπωνία εκτιμά πως δεν θα βρίσκεται σε καλύτερη θέση ύστερα από πέντε χρόνια. Υψηλά είναι, άλλωστε, τα αντίστοιχα ποσοστά στη Γαλλία, όπου φτάνουν στο 79%, στη Γερμανία στο 74% και στη Βρετανία στο 72%.