Skip to main content

Παρέμβαση Ν. Ταχιάου: «Και γιατί να υποδείξει η ΝΔ υποψήφιο δήμαρχο;»

Άρθρο γνώμης στη Voria.gr του Νίκου Ταχιάου, αναπληρωτή γραμματέα στρατηγικού σχεδιασμού και επικοινωνίας της Νέας Δημοκρατίας

του Νίκου Ταχιάου*

«Και γιατί, άνθρωπέ μου, να υποδείξει η Νέα Δημοκρατία κάποιο πρόσωπο για τον δήμο Θεσσαλονίκης»; Το ακούς αρκετές φορές, ειδικά μετά τον ορυμαγδό υποψηφιοτήτων που έχουν αναφορές σε αυτήν.

Ελάτε στα συγκαλά σας, σας παρακαλώ, για την Θεσσαλονίκη μιλάμε. Για μία πόλη χωρίς μηχανισμούς ανάδειξης των ανθρώπων της, χωρίς μέσα μαζικής ενημέρωσης με πραγματική επιρροή και με μία μοναδική ικανότητα να καταπίνει τα παιδιά της, όσα τουλάχιστον δεν φεύγουν στο αθηναϊκό κέντρο ή εσχάτως στο εξωτερικό. Ποια ονόματα έρχονται στο προσκήνιο κάθε φορά που μιλάμε για πολιτική και υποψηφιότητες; Επαγγελματίες ή βετεράνοι της μπάλας και ενίοτε και ερασιτέχνες των σπορ, καλλιτέχνες που μεσουρανούν εκτός πατρίου εδάφους και καμιά φορά κληρονομημένα πολιτικά ονόματα ή κληρονομημένο χρήμα. Τελεία και παύλα! Σε λίγο θα καταφεύγουμε σε όσους και όσες εκτίθενται στα reality shows, το Greece’s Next Top Model και το My Style Rocks. Ανακαλέστε στο μυαλό σας ένα «φωτεινό όνομα» από άλλον επαγγελματικό χώρο και μάλιστα κάποιον που έχει την διάθεση να κατεβεί στο πεζοδρόμιο, να υποβάλει τον εαυτό του στην καθημερινή κρίση των συμπολιτών του που πολύ σωστά ζητούν τα πιο απλά πράγματα, σκουπισμένα πεζοδρόμια, ας πούμε. Εύκολο το βρίσκετε;

Αν δεν πιστεύετε ότι ένα κόμμα είναι φυτώριο ανθρώπων που θα κληθούν να διοικήσουν ένα κράτος, αλλά και μια πόλη, τι θεωρείτε ότι μπορεί να το αντικαταστήσει; Αστεία πράγματα! Η πολιτική είναι παρούσα στα πάντα. Οι ζωές μας ούτε ρυθμίζονται στον πειραματικό σωλήνα της επιστημονικής ουδετερότητας του ακαδημαϊσμού, ούτε χτίζονται με τις διαδικασίες της αυστηρής τυποποίησης των μεγάλων επιχειρήσεων. Το αν και πόσο ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να υποκαταστήσει τον δήμο σε μέρος του έργου του, δεν είναι θέμα στο οποίο θα βρείτε εύκολα να συμφωνούν οι «άριστοι» Θεσσαλονικείς απ’ όλους τους χώρους, πολιτικούς ή όχι. Δεν είναι καν υπόθεση κοινής λογικής. Και είναι πολύ πιο δύσκολο, να δείτε ένα τέτοιο εγχείρημα να γίνεται πράξη χωρίς τον πρωταγωνιστικό ρόλο αφοσιωμένων ανθρώπων που έχουν αποκτήσει την δεξιότητα να διοικούν, να επικοινωνούν και να διαχειρίζονται άλλους ανθρώπους, ως πολίτες όμως, όχι ως πελάτες ή μαθητές. Και φυσικά, οι κάδοι δεν πρέπει να μένουν να βρωμάνε επειδή ο δημόσιος τομέας αδυνατεί να φέρει σε πέρας ένα πολύπλοκο έργο και επειδή πολλοί πολιτικοί έχουν αποδειχθεί αναξιόπιστοι και ατελέσφοροι.

Κι επίσης σκεφθείτε πως είναι η Θεσσαλονίκη 8 χρόνια μετά την πρώτη εκλογή Μπουτάρη. Δεν περιγράφω την καθημερινότητα του δημοσίου χώρου, δεν χρειάζεται, εκεί θα πρέπει να είναι κανείς τυφλός για να μην συμφωνεί με τους πολλούς και τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων. Κι επίσης, δεν θέλω να μείνετε στο πρόσημο του τελικού απολογισμού, όσο κι αν ο Μπουτάρης είναι άνθρωπος που εγείρει πάθη. Υπάρχουν και άλλες πτυχές της μεσουράνησής του που πρέπει να αξιολογηθούν, που δεν είναι αναγκαστικά αρνητικές. Εννοώ μόνο την εσωτερική υπόσταση της Θεσσαλονίκης, που εμφανίζεται διχασμένη και παράλογα οργισμένη. Δεν είναι άμοιρος ο δήμαρχός της αυτής της πραγματικότητας. Αυτός διέρρηξε βίαια κάθε δεσμό με μια μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας, αυτούς στους οποίους γύριζε την πλάτη στο εορτασμό των εκατοντάχρονων της απελευθέρωσης, τους ίδιους τους οποίους απαξίωνε πως θα ήθελαν να έχουν αρνιά στα μπαλκόνια τους, αυτούς που δεν συμφωνούσε μαζί τους στο θέμα της ονομασίας των γειτόνων μας, αυτούς που απορούν μπροστά στην υπερβολή του ενοχικού συνδρόμου με το οποίο χρέωσε μία ολόκληρη πόλη. Και μην βιαστείτε να πέσετε στο ίδιο σφάλμα με τον Μπουτάρη και να θεωρήσετε σώνει και καλά αυτούς τους ανθρώπους «γίδια», «ψεκασμένους», πρωτόγονους και ακραίους. Έρχονται από την μία άκρη του πολιτικού φάσματος και φθάνουν μέχρι την απέναντι. Είναι ανάμεσα μας και συχνότατα εμείς οι ίδιοι, οι πολλοί από μια μεγάλη μεσαία τάξη που είδε την ζωή της να υποβαθμίζεται αιφνίδια και στις απώλειές της πρόσθεσε και την σχέση της με την ίδια την πόλη της. Και κοιτάξτε το αποτέλεσμα: Ο Μπουτάρης εξελέγη ως ο άνθρωπος που εκπροσωπούσε τον ακτιβισμό της καθημερινής πράξης και αντ’ αυτού οδήγησε την ευαισθησία των πολιτών στην απόλυτη παράλυση, πολλούς από αυτούς στο μίσος και ενοχοποίησε την ανησυχία ή την διαφωνία των φυσικών συμμάχων του.

Η Νέα Δημοκρατία είναι ένα κατ’ εξοχήν λαϊκό κόμμα, θέλετε στα σοβαρά να μείνει έξω από αυτό; Οι άνθρωποι που ο Μπουτάρης ώθησε στην αποξένωση από την πόλη αποτελούν ένα μεγάλο κομμάτι του κοινού στο οποίο απευθύνεται η Νέα Δημοκρατία, είτε μιλάμε για πολίτες που συναντάμε από τις παρυφές της αριστεράς μέχρι την όχθη της άκρας δεξιάς, αν υιοθετήσουμε την οπτική με την οποία την προσδιόριζε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, είτε αναφερόμαστε στον λιγότερο πολιτικά προσδιορισμένο «μεσαίο χώρο» της προηγούμενης δεκαετίας, είτε εννοούμε τους «νοικοκυραίους» που λοιδωρούν καθημερινά τα τρολ του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα μεγάλο λαϊκό κόμμα δεν μπορεί να αφήσει αυτούς τους πολίτες χωρίς συνηγορία και το χειρότερο χωρίς ηγεσία. Η πολιτική χειραφέτηση βαδίζει αντάμα με την οικονομική ανάκαμψη, συνιστά ολική επαναφορά, πρέπει να γίνει κατανοητό. Το τελευταίο που πρέπει να επιτρέψει στον εαυτό της η Νέα Δημοκρατία, είναι να εγκαταλείψει αυτόν τον κόσμο πολιτικά ορφανό, βορά της trash tv που πουλάει επιστολές του Ιησού και των fake news της ασύμμετρης φοβικότητας, να παίξει το παιχνίδι αυτών που επενδύουν από δεξιά και αριστερά στις εικόνες ανθρώπων που «μιλάνε» μεταξύ τους με κλωτσιές, να αφήσει να σέρνεται αυτό το παραμύθι της σκοτεινής και παράξενης πόλης. Εμένα τον ίδιο, όλο αυτό με ενοχλεί μία φορά ως νεοδημοκράτη και χιλιάδες ως Σαλονικιό. Κι αυτή η τελευταία ιδιότητα νιώθω ότι είναι και χιλιάδες φορές σημαντικότερη από την κομματική ταυτότητά μου.

Και για να καταλήγω: Το εγχείρημα του αστικού εκσυγχρονισμού της πατρίδας μας δεν είναι αποκλειστικά υπόθεση της κεντρικής διακυβέρνησης. Θα ήταν αφελές να θεωρείται ως τέτοιο. Εάν δεν αφορά την Θεσσαλονίκη, που –δεν είναι κακό να το ομολογούμε- κινείται στο μεταίχμιο μεταξύ άστεως και επαρχίας, διερωτώμαι, που αλλού μπορεί να δοκιμαστεί περισσότερο; Ναι, στην Θεσσαλονίκη χρειάζονται ο μετριοπαθής ενωτικός πατριωτικός λόγος, τα ανοιχτά μυαλά που ξεπερνούν τα κομματικά όρια, ο κοσμοπολιτισμός, η χωρίς κομματικούς διαχωρισμούς αφοσίωση όλων των διαθέσιμων προσώπων σε έναν κοινό σκοπό, ο σεβασμός της θετικής κληρονομιάς των προηγουμένων, η φιλελεύθερη ατζέντα, οι μετρημένες ανατροπές, αλλά και οι ελεγχόμενες γενναίες μεταρρυθμίσεις, όλα όσα αποτελούν τις συνιστώσες του πολιτικού στοιχήματος του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Βρίσκω απογοητευτικό να συμβεί αυτό που διάβασα χθες στο Voria.gr ως φημολογούμενο ενδεχόμενο μετά την αποτυχία ενός αμιγώς αυτοδιοικητικού εγχειρήματος, η Νέα Δημοκρατία να απόσχει της ευθύνης της, να αφήσει να μετατραπούν οι δημοτικές εκλογές σε μία επαρχιώτικη προβολή στον δημόσιο χώρο, τοπικών μικροανταγωνισμών και εσωτερικών διαχωρισμών με μηδενική αναφορά στις ανησυχίες και τις απαιτήσεις της κοινωνίας και σε διαγκωνισμό ξύλινου λόγου και ανούσιων χτυπημάτων στην πλάτη. Απορία ψάλτου βηξ θα μου πείτε, αλλά εδώ μιλάμε για πολιτική, άρα για το απρόβλεπτο, οπότε και το φάλτσο είναι μέσα στο παιχνίδι, συγχωρείται και εππανορθώνεται. Δεν μπορεί ένα κόμμα που καμαρώνει για την σχέση του με την Θεσσαλονίκη, να μοιάζει με μέρος του προβλήματος, οφείλει να επιδιώξει να γίνει η λύση.

*Ο Νίκος Ταχιάος είναι πρώην αντιδήμαρχος Θεσσαλονίκης, αναπληρωτής γραμματέας στρατηγικού σχεδιασμού και επικοινωνίας της Νέας Δημοκρατίας. Οι απόψεις που διατυπώνει στο άρθρο αυτό είναι προσωπικές.