Skip to main content

Πιο πολύχρωμη η νέα γερμανική Βουλή;

Η κορύφωση του προεκλογικού αγώνα στη Γερμανία ενόψει της αναμέτρησης της 24ης Σεπτεμβρίου στο επίκεντρο της σημερινής επισκόπησης

Στο «μικρό ντιμπέιτ» των κορυφαίων υποψηφίων των πέντε μικρότερων γερμανικών κομμάτων αναφέρεται η Süddeutsche Zeitung: «Τις δεκαετίες του 1970 και 1980 υπήρχε στη Γερμανία η παράδοση της τηλεοπτικής αναμέτρησης των κορυφαίων πολιτικών των κοινοβουλευτικών κομμάτων (…). Στην εκπομπή της Δευτέρας (…) οι εκπρόσωποι των πέντε μικρότερων κομμάτων βρέθηκαν αντιμέτωποι με μόλις δυο δημοσιογράφους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όποιος ήθελε, μπορούσε να εντοπίσει και σε αυτή την περίπτωση αδυναμίες στους παρουσιαστές, ωστόσο όχι τόσες πολλές όσο στο μεγάλο ντιμπέιτ. Το θέμα είναι άλλο: η αναμέτρηση κατέδειξε πόση δύναμη μπορεί να έχει μια τέτοια εκπομπή όταν δίνει περισσότερο χώρο στη συζήτηση παρά στις οργανωτικές λεπτομέρειες. Ήταν 76 ενδιαφέροντα λεπτά».

Όταν συγκρούονται λόγος και αντίλογος

Στο ίδιο μήκος κύματος και η Märkische Oderzeitung της Φρανκφούρτης: «Η πενταμερής αναμέτρηση έδειξε πόσο συναρπαστικός μπορεί να είναι ο προεκλογικός αγώνας. Οι εκπρόσωποι των μικρότερων κομμάτων συζήτησαν σκληρά, αλλά παρά ταύτα δίκαια, κάτι που ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο μετά το ήρεμο ντουέτο Μέρκελ-Σουλτς. Δεδομένου ότι όλα δείχνουν πως οδηγούμαστε σε μια εξακομματική Βουλή, επρόκειτο για μια πρόγευση του τι θα ακολουθήσει στην επόμενη Bundestag. Θα γίνει πιο πολύχρωμη και επιτέλους και πάλι το βασικό σημείο αναφοράς των σημαντικότερων πολιτικών συζητήσεων».

Η Leipziger Volkszeitung της Λειψίας: «(…) Η μάχη των πέντε (…) μας θύμισε πόσο ενδιαφέρων μπορεί να είναι ο προεκλογικός αγώνας όταν συγκρούονται λόγος και αντίλογος αλλά και διαφορετικές κοσμοθεωρίες. Σπανίως η τηλεόραση είναι τόσο επιμορφωτική. Δυόμιση εβδομάδες πριν τις εκλογές γνωρίζουμε πλέον ότι με δεδομένη τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση της CDU της Άγκελα Μέρκελ και του (…) και πάλι φιλελεύθερου SPD του Μάρτιν Σουλτς, τα μικρά κόμματα μπορούν να κάνουν τη διαφορά».

Διακοπή ή όχι των ενταξιακών διαπραγματεύσεων;

Οι γερμανοί σχολιαστές επανέρχονται και σήμερα στο ζήτημα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, με την Badische Zeitung να σημειώνει:
«(…) Πολλοί φοβούνται ότι εάν ο Ερντογάν αισθανθεί ταπεινωμένος από την ΕΕ θα μπορούσε να ακυρώσει την προσφυγική συμφωνία και να ανοίξει και πάλι το Βαλκανικό Διάδρομο. Όταν λοιπόν η γερμανική κυβέρνηση αφήνει να εννοηθεί ότι ενδεχομένως να υπάρχουν ενστάσεις έναντι τυχόν διακοπής των διαπραγματεύσεων, τότε αυτούς τους ενδοιασμούς τους έχει και η ίδια. Η απόφαση περί διακοπής μπορεί να ληφθεί στην ΕΕ μόνον ομόφωνα. Θα ήταν το πιο δραστικό μέτρο, που παραμένει καταρχάς στο συρτάρι ως λύση έκτακτης ανάγκης. Πιο πιθανό είναι να αποφασίσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατά την επόμενη συνεδρίαση του Οκτωβρίου το πάγωμα των διαπραγματεύσεων. Γι΄ αυτό απαιτείται απλώς η ενισχυμένη πλειοψηφία».

Με ιδιαίτερα επικριτική διάθεση έναντι των υποστηρικτών του τερματισμού των διαπραγματεύσεων και του υποψηφίου του SPD Μ. Σουλτς ειδικότερα  η Nürnberger Nachrichten: «Πώς έκανε τέτοιο λάθος ο Σουλτς, ένας έμπειρος Ευρωπαίος, σαν να ήταν αρχάριος; Η διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων θα ήταν ό,τι πιο ανόητο θα μπορούσαν να κάνουν οι Ευρωπαίοι. Αυτό θα εξυπηρετούσε απλώς τον Ερντογάν που θα μπορούσε να πει στους δικούς του, ‘κοιτάξτε, σας τα΄ λεγα εγώ, η Ευρώπη είναι ένα χριστιανικό κλαμπ όπου δεν μας θέλουν'. Έτσι θα κέρδιζε ακόμη και εκείνους που μέχρι πρότινος τον αμφισβητούσαν (…)».

Στα σχόλια των γερμανικών εφημερίδων εξακολουθεί να κυριαρχεί και η σύγκρουση με τη Βόρεια Κορέα.
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung επισημαίνει: «Πρόκειται για την ερώτηση των 5.000 δολαρίων: πώς μπορεί κανείς να πείσει τη Βόρεια Κορέα να τερματίσει το πυρηνικό και πυραυλικό της πρόγραμμα και να αφοπλιστεί; Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους τάσσονται υπέρ αυστηρότερων κυρώσεων την ώρα που Ρωσία και Κίνα είναι κατά, καθιστώντας αδύνατη μια απόφαση στο Συμβούλιο Ασφαλείας. (…) Στην παρούσα φάση έχει κανείς την αίσθηση ότι η Μόσχα εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία για να αντιταχθεί στην Ουάσιγκτον. Όταν το Πεκίνο ισχυρίζεται ότι επιθυμεί την αποπυρηνικοποίηση της κορεατικής χερσονήσου μπορεί να είναι αλήθεια, ωστόσο δεν ακούγεται και τόσο πειστικό. Εντέλει η Κίνα έχει τα μέσα για να πείσει την Πιονγκγιάνγκ. Έτσι οδηγούμεθα απλώς στο να καταφέρνει η Βόρεια Κορέα να επιβάλλεται σε αυτή τη σύγκρουση».

Κώστας Συμεωνίδης

Πηγή: Deutsche Welle