Skip to main content

Πόλεμος και ακρίβεια έβαλαν φρένο στη δυναμική ανάκαμψη της ελληνικής ένδυσης

Η καλή πορεία του 2021 σταμάτησε απότομα για τον κλάδο τον Φεβρουάριο λόγω της αύξησης του κόστους ενέργειας και του πολέμου στην Ουκρανία.

Πάνω που οι λιανικές πωλήσεις και οι εξαγωγές της ελληνικής ένδυσης και κλωστοϋφαντουργίας είχαν αρχίσει να ανακάμπτουν από τις επιπτώσεις του κορωνοϊού, μπήκαν ξανά στον πάγο λόγω της ενεργειακής κρίσης και της ακρίβειας, και ακολούθως του πολέμου στην Ουκρανία.

Τα μηνύματα δεν είναι καθόλου αισιόδοξα για τη χρονιά που διανύουμε, αφού το κόστος παραγωγής και διακίνησης έχει εκτοξευτεί, ενώ οι καταναλωτές που βιώνουν το κύμα της ακρίβειας εμφανίζονται απρόθυμοι να βγουν για ψώνια.

«Το τελευταίο διάστημα την εγχώρια αγορά πλήττει το κόστος της ενέργειας, η αύξηση του οποίου ροκανίζει το εισόδημα των καταναλωτών και η ένδυση-υπόδηση δεν θεωρείται είδος πρώτης ανάγκης, οπότε υπάρχει περιορισμός στις αγορές», λέει στη Voria.gr ο Γενικός Διευθυντής του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πλεκτικής -Ετοίμου Ενδύματος Ελλάδος (ΣΕΠΕΕ), Θεόφιλος Ασλανίδης.

Σύμφωνα με τον κ. Ασλανίδη, οι αυξήσεις στην ενέργεια ώθησαν κατά 5-6 φορές πάνω το κόστος των μεταφορών και αυτό δημιουργεί επιπρόσθετα προβλήματα. Η κατάσταση δεν μένει ανεπηρέαστη και από τον πόλεμο στην Ουκρανία που παγώνει αρκετές από τις παραγγελίες σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ πέρα από τις εχθροπραξίες έχει κλείσει ένας μεγάλος μεταφορικός διάδρομος από και προς την Ανατολή.

Ο κλάδος της ένδυσης και της υπόδησης δέχτηκε μεγάλο πλήγμα λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, ωστόσο ανέκαμψε σχετικά γρήγορα, ειδικά στο κομμάτι των εξαγωγών. Από το δεύτερο τρίμηνο και μέχρι το τέλος του 2021 καταγράφηκε σημαντική ανάκαμψη και σταδιακή επιστροφή σε επίπεδα που πλησιάζουν τα προ πανδημίας.

Οι εξαγωγές ένδυσης και κλωστοϋφαντουργίας πήραν την ανηφόρα το 2021, σημειώνοντας αύξηση κατά 33,8%, γεγονός που συνοδεύτηκε από αντίστοιχη αύξηση κατά 43,4% των λιανικών πωλήσεων στην εγχώρια αγορά. Ευοίωνες ήταν οι ενδείξεις και για το 2022 και μάλιστα με θετικό πρόσημο έκλεισε ο Ιανουάριος, αλλά η αύξηση του κόστους ενέργειας και ο πόλεμος στην Ουκρανία έβαλαν φρένο στην καλή πορεία του κλάδου.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΣΕΠΕΕ, ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής σημείωσε άνοδο 24,6% στην ένδυση και 8,6% στην κλωστοϋφαντουργία.

Οι εξαγωγές που αποτελούν την ατμομηχανή του κλάδου κατέγραψαν σημαντική άνοδο κατά 33,8% και ξεπέρασαν τα 2,1 δισ. ευρώ έναντι 1,58 δισ. το 2020.

Οι εξαγωγές ενδυμάτων σημείωσαν αύξηση 23,4% και άγγιξαν τα 950 εκατ. ευρώ. Η επίδοση αυτή υπολείπεται μόνο 5% των εξαγωγών του 2019, δηλαδή προ πανδημίας, ενώ στην κλωστοϋφαντουργία οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 16,2% και ανήλθαν σε 450 εκατ. ευρώ. Πολύ σημαντική συμβολή σε αυτή τη θετική πορεία της αλυσίδας έχουν οι εξαγωγές του πρωτογενούς τομέα του βαμβακιού, οι οποίες κατέγραψαν άνοδο ρεκόρ 68% και ανήλθαν σε 720 εκατ. ευρώ.

Βαμβάκι: Αυξάνεται η τιμή, αυξάνονται οι εξαγωγές

Η μεγάλη αύξηση στις εξαγωγές του βαμβακιού οφείλεται κυρίως στη σημαντική άνοδο της τιμής του βαμβακιού.

Είναι χαρακτηριστικό πως πέρσι οι Έλληνες αγρότες πούλησαν το βαμβάκι προς 70-75 λ/κιλό, όταν τα προηγούμενα δύο χρόνια με δυσκολία έπαιρναν 50 λ/κιλό και για φέτος αναμένουν μια τιμή γύρω στο 1 ευρώ το κιλό.

«Το κόστος παραγωγής εκτοξεύτηκε λόγω των αυξήσεων στην ενέργεια και η Ελλάδα είναι σήμερα η πιο ακριβή χώρα στην Ευρώπη στην καλλιέργεια του βαμβακιού», αναφέρει στη Voria.gr ο προϊστάμενος του Εθνικού Κέντρου Ποιοτικού Ελέγχου, Ταξινόμησης και Τυποποίησης Βάμβακος, Μοχάμεντ Νταράουσε.

Η περσινή ήταν μια περίεργη χρονιά για τη βαμβακοκαλλιέργεια, αφού οι περιοχές του θεσσαλικού κάμπου, όπου παραδοσιακά έχουν πολύ μεγάλες στρεμματικές αποδόσεις, επλήγησαν από τον καύσωνα με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να πάρουν κατά μέσο όρο 300-350 κιλά/στρ., όταν στα Τρίκαλα Ημαθίας οι αποδόσεις ήταν 400 κιλά/στρ., όπως και στη Θεσσαλονίκη και στις Σέρρες.

Όπως και πέρσι έτσι και φέτος, περίπου το 66% της ελληνικής παραγωγής εκκοκκισμένου βαμβακιού θα κατευθυνθεί προς την Τουρκία, όπου τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πάνω από 25 μεγάλες επιχειρήσεις κλωστοϋφαντουργίας, ενώ ένα 16% θα εξαχθεί στην Αίγυπτο.

«Η αύξηση του μεταφορικού κόστους, ο πόλεμος στην Ουκρανία με την αβεβαιότητα που φέρνει, αλλά και η πανδημία του κορωνοϊού που έχει παγώσει συνολικά την αγορά είναι στοιχεία που προβληματίζουν τον κλάδος της βαμβακοπαραγωγής, της εκκόκκισης και της κλωστοϋφαντουργίας», επισημαίνει ο Μ. Νταράουσε.

Ο κορωνοϊός άλλαξε το λιανεμπόριο

Άνοδο και μάλιστα σημαντική κατέγραψαν το 2021 οι λιανικές πωλήσεις ενδυμάτων. Σε ποσοστό η άνοδος ήταν 43,4% και σε αξία έφθασαν το 2,6 δισ. ευρώ για τις επιχειρήσεις. Ειδικά το τελευταίο τρίμηνο οι λιανικές πωλήσεις ενδυμάτων αυξήθηκαν κατά 110% σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2020.

«Η κρίση του κορωνοϊού άλλαξε το τοπίο της λειτουργίας των αγορών και της κατανάλωσης», αναφέρει ο κ. Ασλανίδης και εξηγεί: «Οι καταναλωτές έκαναν στροφή σε πιο ποιοτικά προϊόντα, περισσότερο οικολογικά και βιώσιμα στον χρόνο. Αυτό εξηγείται αφενός επειδή ήταν στο σπίτι και είχαν περισσότερο χρόνο να ψάξουν για ρούχα και παπούτσια και αφετέρου γιατί οι νέοι είναι πιο συνειδητοποιημένοι στις αγορές τους, σκέφτονται και ψάχνουν περισσότερο αυτό που θέλουν να αγοράσουν».

Όπως είναι ήδη γνωστό οι ηλεκτρονικές αγορές έχουν εκτιναχθεί στα ύψη και αυτή η συνήθεια ήρθε για να μείνει.

Η Ευρώπη κάνει στροφή προς τα μέσα

Η πανδημία άλλαξε και τη θέση της Ευρώπης για τις αγορές παραγωγής ρούχων και, ενώ μέχρι πρόσφατα υπήρχε η τάση να επιλέγονται αγορές της Ανατολής με σκοπό να ευνοηθούν οι λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, από τον Μάιο του 2021 η Ευρωπαϊκή Ένωση άλλαξε στρατηγική.

Πλέον οι μεγάλες αλυσίδες ρούχων προτιμούν κλωστοϋφαντουργίες εντός των ορίων της ή τουλάχιστον κοντά στις χώρες των παραγγελιών, όπως είναι η Τουρκία.

Ειδικά οι Γάλλοι έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους σε καθαρό και ποιοτικό βαμβάκι που προέρχεται από έναν σύστημα ολοκληρωμένης διαχείρισης του κύκλου παραγωγής. Αποφεύγουν έτσι χώρες όπως η Ινδία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, όπου οι συνθήκες παραγωγής είναι απαρχαιωμένες και καταγράφονται περιστατικά εκμετάλλευσης της παιδικής εργασίας.

Σύμφωνα με παράγοντες του χώρου ένδυσης, υπάρχει μια τάση από μεγάλους retailers να αποφεύγουν τις αγορές της Ανατολής, αυτό όμως συμβαίνει επειδή το κόστος των μεταφορών είναι 5-6 φορές μεγαλύτερο πλέον.

Οι εμπορικές συναλλαγές με Ρωσία-Ουκρανία

Οι εμπορικές συναλλαγές της Ελλάδας με τη Ρωσία και την Ουκρανία είναι περιορισμένες στους κλάδους ένδυσης-κλωστοϋφαντουργίας. Σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά στοιχεία οι εξαγωγές προς την Ρωσία το 2021 ήταν σε αξία 2,4 εκατ. ευρώ στην κλωστοϋφαντουργία και 1,8 εκατ. ευρώ στην ένδυση. Αντίστοιχα οι εξαγωγές στην Ουκρανία ανέρχονται σε 2,3 εκατ. ευρώ στην κλωστοϋφαντουργία και σε 0,5 εκατ. ευρώ στην ένδυση.

Η συνολική αξία των εξαγωγών και στις δύο χώρες αντιστοιχεί μόλις στο 0,3% των εξαγωγών ένδυσης – κλωστοϋφαντουργίας, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΠΕΕ. Πολύ χαμηλή είναι επίσης και η αξία εισαγωγών από τις δύο χώρες, αφού το 2021 ανήλθε σε 1,6 εκατ. ευρώ για το σύνολο της αλυσίδας ένδυσης-κλωστοϋφαντουργίας από τη Ρωσία και σε 0,4 εκατ. ευρώ από την Ουκρανία.

Ως εκ τούτου οι άμεσες επιπτώσεις του πολέμου δεν θα επηρεάσουν σημαντικά τις ελληνικές εξαγωγές δεδομένου του μικρού μεγέθους των δύο αγορών για τον κλάδο.

Ωστόσο οι έμμεσες επιπτώσεις θα είναι σαφώς σημαντικότερες αφού επηρεάζεται η κατανάλωση τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.