Skip to main content

Πώς γίνεται και η Βουλγαρία έχει εξαγωγική αμυντική βιομηχανία;

Το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα της χώρας γνώρισε δύσκολα χρόνια αλλά εδώ και 5-6 χρόνια ακμάζει λόγω των στρατιωτικών συγκρούσεων στον κόσμο.

Η Βουλγαρία προετοιμάζει μεγάλης κλίμακας σχέδια επανεξοπλισμού αξίας άνω των 2 δισ. ευρώ έως το 2029. Αυτό οφείλεται στην ηθική και φυσική απαξίωση του υφιστάμενου κυρίως ρωσικού στρατιωτικού εξοπλισμού και την ολοένα και πιο επίμονη ζήτηση από πλευράς του ΝΑΤΟ τα κράτη μέλη να προορίσουν για στρατιωτικούς σκοπούς 2% του ΑΕΠ.

Η Βουλγαρική Ραδιοφωνία μας δίνει χρήσιμα στοιχεία για να εξάγουμε συμπεράσματα. Ο Βουλγαρικός Στρατός είναι επαγγελματικός και ο αριθμός του ανέρχεται σε περίπου 30 000 άτομα.  Ως κράτος με κοινά σύνορα με χώρες μέλη του ΝΑΤΟ, η Κομμουνιστική Βουλγαρία έδινε προτεραιότητα στις ένοπλες δυνάμεις της και η Μόσχα γενναιόδωρα της έστελνε τεχνικό εξοπλισμό και εγκαταστάσεις, και έτσι οι ένοπλες δυνάμεις της Βουλγαρίας είχαν σύγχρονο και πολυάριθμο στρατό για την εποχή εκείνη.

Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση του κομμουνισμού, η Βουλγαρία άλλαξε πορεία απότομα και έγινε μέλος του ΝΑΤΟ και στη συνέχεια και της Ευρωπαϊκή Ένωσης. Εν τω μεταξύ κατάργησε και την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία και την αντικατέστησε με επαγγελματικό στρατό. Θα ήταν πολύ θετικά όλα αυτά, εάν δεν συμπληρώνονταν από την τεχνολογική καθυστέρηση των βουλγαρικών ενόπλων δυνάμεων, που παραμένουν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, εξοπλισμένες με όπλα και συστήματα από την κομμουνιστική περίοδο, ενώ ο αριθμός των στρατιωτών μειώθηκε δραστικά.

Η Βουλγαρία φαίνεται ότι συνειδητοποίησε ότι δεν υπάρχει περιθώριο για άλλη καθυστέρηση. Η κυβέρνηση, η Βουλή καθώς και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας (ο οποίος ως στρατιωτικός, ασφαλώς και πίεσε) ενέκριναν σχεδόν ομόφωνα τις προθέσεις των Βουλγάρων στρατιωτικών για μεταρρυθμίσεις και αναβαθμίσεις του στρατού με νέα μαχητικά αεροσκάφη, νέα πλοία και νέα τεθωρακισμένα οχήματα για το πεζικό.

Τα χρήματα ξεπερνούν το ποσό των 2 δισ. ευρώ για την περίοδο έως το 2029. Το μεγάλο πρόβλημα και οι αντιφάσεις στους πολιτικούς κύκλους προέρχονται από το ζήτημα: τι ακριβώς και από πού να αγοράζεται. Για το εγκριθέν από την ειδική επιτροπή εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Άμυνας σουηδικό μαχητικό αεροσκάφος Grіроn ξέσπασαν τέτοιες διαφωνίες και σκάνδαλα, ώστε συγκροτήθηκε ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή που να ερευνήσει τα γεγονότα και τις περιστάσεις γύρω από την πιθανή αγορά του εν λόγω μαχητικού.

Δεν αποκλείεται παρόμοιες συγκρούσεις συμφερόντων να εμφανιστούν και για την αγορά άλλων όπλων και συστημάτων, επειδή τα οικονομικά συμφέροντα είναι τεράστια. Και εδώ προκύπτει το ζήτημα εάν όλα πρέπει να αγοράζονται από τη Δύση ή η κάποτε ισχυρή βουλγαρική πολεμική βιομηχανία μπορεί να συμμετάσχει στον επανεξοπλισμό του στρατού.

Το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα της χώρας γνώρισε δύσκολα χρόνια κατά τη μετάβαση από τον κομμουνισμό προς τη δημοκρατία, αλλά εδώ και 5-6 χρόνια ακμάζει λόγω των στρατιωτικών συγκρούσεων στον κόσμο. Τα βουλγαρικά στρατιωτικά εργοστάσια εργάζονται κυρίως για εξαγωγές, που ανέρχονται σε πάνω από μισό δισεκατομμύριο ευρώ ετησίως.

Παράγονται κυρίως πυρομαχικά, αυτόματα Καλάσνικοφ, αντιαρματικά κατευθυνόμενα βλήματα, συστήματα επιτήρησης και στόχευσης, στρατιωτικά οπτικά και μέσα επικοινωνίας, κλπ. Οι ειδικοί θεωρούν ότι τα βουλγαρικά στρατιωτικά εργοστάσια μπορούν, αν όχι εξ ολοκλήρου, τουλάχιστον ως υπεργολάβοι να συμμετάσχουν στο επανεξοπλισμό του στρατού.

Για τα μαχητικά αεροσκάφη είναι σχεδόν αδύνατο, γιατί η Βουλγαρία δεν έχει ούτε εμπειρία, ούτε προσωπικό στην κατασκευή τους. Αλλά ως υπεργολάβοι μπορούν να εργαστούν στον επανεξοπλισμό τα ναυπηγία στη Βάρνα. Οι ειδικοί προϋποθέτουν ότι τουλάχιστον το 20-30% από τις εργασίες σχετικά με την κατασκευή των δύο πολεμικών πλοίων μπορούν να αναλάβουν και βουλγαρικές εταιρείες. Παρόμοια είναι η κατάσταση με τα τεθωρακισμένα οχήματα για το πεζικό.

Όλα αυτά ακούγονται αισιόδοξα για το μέλλον της βουλγαρικής πολεμικής βιομηχανίας, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα, όπου πολιτικοί, συνδικαλιστές και έμποροι όπλων κατόρθωσαν να εξαλείψουν μια άλλοτε ισχυρή βιομηχανία οπλικών συστημάτων.