Skip to main content

Πώς η επενδυτική κινητικότητα των ΗΠΑ ευνοεί πολλαπλώς τη Βόρεια Ελλάδα

Η επένδυση των 400 εκατ. ευρώ από τη Microsoft σηματοδοτεί την ολοκληρωτική επιστροφή των Αμερικανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα.

Η επένδυση των 400 εκατ. ευρώ που θα ανακοινωθεί σήμερα στην Αθήνα από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον επικεφαλής της Microsoft Brand Smith εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει προστιθέμενη αξία ενός δισ. ευρώ για την ελληνική οικονομία, ενώ σηματοδοτεί την ολοκληρωτική επιστροφή των Αμερικανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα ως επενδυτικό προορισμό. Είχαν προηγηθεί το τελευταίο διάστημα τρεις αμερικανικές εταιρείες βάσεις στη Θεσσαλονίκη, η φαρμακοβιομηχανία Pfizer, η εταιρεία τηλεπικοινωνιών Cisco και η ελεγκτική Deloitte.

Υπάρχει ταυτόχρονα στο προσκήνιο η εμπλοκή Αμερικανών στα ναυπηγεία του Νεωρίου στη Σύρο και της Ελευσίνας. Επίσης, προ 20ημέρου στελέχη του αμερικανικού κρατικού χρηματοδοτικού οργανισμού International Development Finance Corporation με επικεφαλής τον διευθύνοντα σύμβουλο Adam Boehler επισκέφθηκαν το Μέγαρο Μαξίμου, όπου συζήτησαν την προοπτική αμερικανικών επενδύσεων στη χώρα μας, ιδιαίτερα στα λιμάνια της Καβάλας και της Αλεξανδρούπολης. Πρόκειται για τον κρατικό φορέα των Ηνωμένων Πολιτειών, που δραστηριοποιείται μεταξύ άλλων σε στρατηγικές επενδύσεις, στους τομείς της ενέργειας, των υποδομών και της τεχνολογίας. 

Το σκηνικό που διαμορφώνεται, πλέον, ακυρώνει -κατά κάποιον τρόπο- τη γκρίνια που ακουγόταν τις τελευταίες δεκαετίες για την επενδυτική απουσία των ΗΠΑ από την Ελλάδα. Πολύ περισσότερο που οι πρόσφατες αμερικανικές επενδύσεις αφορούν στρατηγικούς τομείς της οικονομίας για τον 21ο αιώνα, όπως η υψηλή τεχνολογία, η ψηφιακή οικονομία, η ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία, που συνδέεται με τις θαλάσσιες μεταφορές, και η ενέργεια.

Χωρίς αμφιβολία η περίοδος του διανύουμε είναι κομβική για τις ξένες επενδύσεις στη χώρα μας. Η Ελλάδα που επί δέκα χρόνια -στη δεκαετία του 2010- πάλευε με την ύφεση, την ώρα που ο υπόλοιπος ανεπτυγμένος κόσμος επέστρεφε δυναμικά στην ανάπτυξη μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 – 2009, βρίσκεται σε οριακό σημείο. Η πανδημία του κορωνοϊού και οι οικονομικές της συνέπειες δεν θα μπορούσαν να χτυπήσουν τη χώρα σε χειρότερη στιγμή. Σήμερα τα πράγματα δεν έχουν καμία σχέση με ότι ίσχυε ένα χρόνο πριν, ακόμη και στις αρχές του 2020. Το μόνο θετικό στοιχείο είναι ότι υπάρχει πολιτική σταθερότητα, κάτι καθόλου αυτονόητο για μια χώρα σε παρατεταμένη κρίση. Η προσπάθεια για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας από εδώ και πέρα καθίσταται ακόμη πιο δύσκολη, ενώ κατ’ ανάγκην πολλά θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη και -κυρίως- το πότε θα ξεπεραστεί η πανδημία. Οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις για την αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας θα επιχειρηθούν το επόμενο διάστημα σε περιβάλλον ύφεσης, μεγάλων ελλειμμάτων, αύξησης του δημοσίου χρέους και επιδείνωσης του ιδιωτικού χρέους, ενώ ακόμη κι αν υπάρξει ανάπτυξη το 2021 δεν θα καλύψει τις απώλειες του ΑΕΠ για το 2020.

Σε αυτό το περιβάλλον οι ξένες επενδύσεις, όπως και η εξωστρέφεια των επιχειρήσεων, παραμένουν βασικοί παράγοντες για τη διαμόρφωση της επόμενης ημέρας στην ελληνική οικονομία. Επομένως, η επενδυτική παρουσία των ΗΠΑ καταφθάνει την κατάλληλη στιγμή. Τις τελευταίες δεκαετίες -ακόμη και μέσα στην κρίση- οι σταθεροί επενδυτές στη χώρα είναι οι Ευρωπαίοι, κυρίως οι Γερμανοί. Πολλές είναι οι επιχειρήσεις Γερμανικών συμφερόντων που λειτουργούν στη χώρα μας, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι οι ευρωπαϊκές επενδύσεις αφορούν κατά πλειοψηφία συμβατικούς τομείς της οικονομίας, όπως το εμπόριο, τις μεταφορές και λιγότερο τη μεταποίηση. Προφανώς πρόκειται για απολύτως χρήσιμες κινήσεις, που συμβάλλουν στην αύξηση του εγχώριου πλούτου και την τόνωση της απασχόλησης, αλλά είναι σαφές ότι στην παρούσα φάση η Ελλάδα χρειάζεται πιο δυναμικές κινήσεις. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς η σχετικώς ξαφνική και αρκετά έντονη επενδυτική κινητικότητα των ΗΠΑ στη χώρα μας είναι πιθανό να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά επιχειρήσεων τεχνολογίας, ενέργειας και άλλων στρατηγικής σημασίας κλάδων από άλλες χώρες, όχι μόνο από τη Γερμανία. Να βάλει την Ελλάδα και πάλι στα διεθνή ραντάρ, κάτι που θα ευνοήσει τη Βόρεια Ελλάδα. Να λειτουργήσει, δηλαδή, ως καταλύτης σε μία περιοχή την οποία -δικαίως μέχρι ενός σημείου- κάποιοι θεωρούσαν προνομιακό χώρο δράσης, με αποτέλεσμα να μη… βιάζονται. Τώρα τα δεδομένα αλλάζουν, καθώς ο ανταγωνισμός αυτονόητα επιταχύνει τις εξελίξεις, καθώς βρισκόμαστε στην εποχή κατά την οποία «το γρήγορο ψάρι τρώει το αργό».

ΥΓ. Για να θυμούνται οι μεγαλύτεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι: Ήταν 10 Μαΐου του 1966 όταν παρουσία του τότε βασιλιά Κωνσταντίνου, του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, του πρεσβευτή των ΗΠΑ Λαμπουίς, του ελληνοαμερικανού επιχειρηματία Τομ Πάππας και πλειάδας εκπροσώπων του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου, εγκαινιάζονταν στη Δυτική Θεσσαλονίκη οι εγκαταστάσεις του διυλιστηρίου της Esso Pappas -σήμερα των Ελληνικών Πετρελαίων-, σηματοδοτώντας το ξεκίνημα μιας εποχής δυναμικής βιομηχανικής ανάπτυξης της Θεσσαλονίκης, που διήρκησε έως τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Φυσικά η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, αλλά έχει τη σημασία της…