Skip to main content

Ψαρεύουν δημόσιο χρήμα στα θολά νερά του κορωνοϊού - Τέσσερις αλήθειες

Αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες μέρες είναι ασύλληπτο, καθώς δείχνει πως υπάρχουν πολλοί που δεν αντιλαμβάνονται την οικονομική θέση της χώρας.

Στο σχολείο, όταν θέλαμε να δείξουμε ότι κάποιος είναι εγωιστής με την αρνητική έννοια του λέγαμε «Μονά κερδίζεις, ζυγά χάνω». Ή το ακόμη καλύτερο για τους απόλυτα ιδιοτελείς που ζουν πάντα ανάμεσά μας: «Τα δικά σου δικά σου και τα δικά μου δικά σου». Δε χρειαζόταν ούτε η οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας, ούτε ο κορωνοϊός για να συνειδητοποιήσουμε ότι στην κοινωνία που ζούμε υπάρχει ένα ποσοστό ανθρώπων που πιστεύουν ενδεχομένως από την ημέρα που γεννήθηκαν ότι η ζωή, οι υπόλοιποι άνθρωποι, ακόμη και ο ίδιος ο Θεός τους χρωστάει. Μάλλον αυτό ισχύει σε κάποιο βαθμό σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου, αλλά ενδεχομένως στην Ελλάδα συμβαίνει ακόμη περισσότερο, κυρίως διότι στα 200 χρόνια του βίου του νέου ελληνικού κράτους ούτε η παιδεία αναπτύχθηκε όσο θα έπρεπε, ούτε οι θεσμοί κατάφεραν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη. 

Διότι αυτό που συμβαίνει αυτές τις τελευταίες ημέρες είναι μεν αναμενόμενο, αλλά συγχρόνως είναι ασύλληπτο, υπό την έννοια ότι δείχνει πως υπάρχουν πολλοί που δεν αντιλαμβάνονται την οικονομική θέση της χώρας. Ούτε τι πέρασε τα τελευταία 10 χρόνια, ούτε ποιο είναι το μέγεθος των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας. Ίσως η χθεσινή έκθεση της Κομισιόν για την ύφεση του 2020 στις χώρες της Ευρωζώνης, που φέρνει την Ελλάδα στην πρώτη θέση του σχετικού πίνακα με την μεγαλύτερη ύφεση, να τους προσγειώσει. Αν και δύσκολο, επειδή όσοι ζουν στην άγνοια τους το κάνουν περισσότερο από επιλογή, παρά από αδυναμία να καταλάβουν…

Γιατί πως αλλιώς να εξηγήσει κανείς ότι σχεδόν οι πάντες –το σχεδόν χρησιμεύει για να μην καούν τα λίγα χλωρά μαζί με τα πολλά ξερά- ζητούν από το κράτος να τους… καλύψει, εάν είναι δυνατόν κατά 100%. Επιχειρήσεις, επαγγελματίες, εργαζόμενοι. Όλοι προστρέχουν και προσβλέπουν στον κρατικό κορβανά, κάτι που ακούγεται λογικό επειδή η πανδημία είναι μια φυσική καταστροφή. Ακούγονται, μάλιστα, στον αέρα επιχειρήματα που έχουν σχέση με το τι κάνουν άλλες χώρες, όπως η Γερμανία, και η Ευρώπη γενικότερα…

Επειδή στη ζωή μεγαλύτερη σημασία έχει ποιος λέει κάτι, παρά τι είναι αυτό το κάτι, καλό είναι να έχουμε υπόψιν μας κάποια δεδομένα.

Πρώτον, η υποστήριξη του κράτους, του οποιουδήποτε κράτους δεν μπορεί να είναι απόλυτα οριζόντια και σε πλήρες βάθος. Δεν μπορεί εν μία νυκτί –ούτε καν σε μία ζωή- να κρατικοποιηθεί μια χώρα, πολύ περισσότερο η Ελλάδα. Άρα στην όποια υποστήριξη πρέπει να υπάρχουν κριτήρια, όσο γίνεται πιο αντικειμενικά σε σχέση με το πόσα χάνει η κάθε επιχείρηση και ο κάθε εργαζόμενος.

Δεύτερον, στην Ελλάδα η παραοικονομία εξακολουθεί αν είναι εκτεταμένη. Αυτή η κατάσταση έχει πολύ συγκεκριμένες συνέπειες. Κατ’ αρχήν το ελληνικό κράτος δεν είναι τόσο εύπορο και οικονομικά εύρωστο, όσο θα μπορούσε. Τα χρήματα που χάνει από την παραοικονομία πηγαίνουν σε τσέπες Ελλήνων πολιτών, πολλοί από τους οποίους τώρα ζητούν οικονομική υποστήριξη από το δημόσιο ταμείο, από το οποίο οι ίδιοι στερούν πόρους. Και για όσους δεν κατάλαβαν: ζητούν υποστήριξη από ένα ταμείο το οποίο κλέβουν, συνήθως συστηματικά.

Δυστυχώς η Ελλάδα δεν είναι από οικονομική άποψη ούτε Γερμανία, ούτε Γαλλία. Επιπλέον είναι μικρή, κάτι που σημαίνει ότι με αντικειμενικούς όρους το ειδικό της βάρος είναι μικρότερο από την Ιταλία, την τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης, μια βιομηχανική χώρα μέλος του G7, που αυτή την περίοδο έχει τα χάλια της, είναι ταυτόχρονα γονατισμένη και υπερχρεωμένη.

Τρίτον, ανάλογα σκηνικά συμβαίνουν και στις τράπεζες, με βαθύτατα κοκκινισμένους δανειολήπτες να πιστεύουν ότι μπορούν να δανειστούν ξανά, έστω με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου. Μία εικόνα της νοοτροπίας που υπάρχει και της λογικής που επικρατεί σε μέρος του επιχειρηματικού κόσμου με αφορμή την πανδημία είναι τα στοιχεία που δημοσιοποίησε ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρας για τις αιτήσεις που απορρίφθηκαν στη διαδικασία ενίσχυσης των επιχειρήσεων με την επιστρεπτέα προκαταβολή μέσω του TAXIS. Τι δείχνουν; Ότι κάποιοι –για την ακρίβεια αρκετοί- προσπαθούν να ψαρέψουν σε θολά νερά. Πως αλλιώς να εξηγήσεις ότι για να λάβουν στήριξη λόγω της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία από τα μέσα Μαρτίου 2020 και μετά υπέβαλαν αίτημα περίπου 21.000 επιχειρήσεις που βρίσκονταν σε αδράνεια από την 1η Απριλίου του 2019 και περίπου 26.000 επιχειρήσεις είχαν μηδενικές δηλώσεις από το 2018; Δώσε και μένα μπάρμπα! Επίσης 1999 επιχειρήσεις υπέβαλαν λανθασμένο i-ban, δηλαδή λανθασμένο τραπεζικό λογαριασμό, ενώ άλλες 7690 επιχειρήσεις δεν δεσμεύθηκαν, παρά το ότι ήταν υποχρεωτικό, ότι δεν θα μειώσουν τον αριθμό των εργαζομένων τους. Όλοι αυτοί «κόπηκαν» από το σύστημα, αλλά το γεγονός ότι προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση έχει από μόνο του την αξία του.

Τέταρτον, πολλά από τα χρήματα που υποστηρίζουν αυτή την περίοδο επιχειρήσεις και εργαζομένους προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρόκειται για ενισχυμένα κοινοτικά κονδύλια, τα οποία στις καλές εποχές η χώρα μας –κράτος και ιδιώτες- κατασπαταλούσαν, σε πολλές περιπτώσεις με χυδαίο τρόπο. Είναι η ίδια Ευρωπαϊκή Ένωση, την οποία στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης η μισή Ελλάδα –ίσως και κάτι παραπάνω- κατηγορούσε περίπου ότι επέβαλε Κατοχή. Για να μη ξεχνιόμαστε πρόκειται για την ίδια Ευρωπαϊκή Ένωση, που στα μάτια πολλών ανάμεσα μας –πολιτών και πολιτικών- στερεί τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, στα οποία ενδεχομένως να περιλαμβάνεται –τουλάχιστον για κάποιους- το να ξοδεύουμε περισσότερα απ’ όσα βγάζουμε και να στέλνουμε τον λογαριασμό αλλού. Στις κάθε Βρυξέλλες και στην κάθε Φρανκφούρτη. Στον κάθε Γερμανό, Γάλλο, Ολλανδό εργαζόμενο. Αλλά και σε όσους Έλληνες πολίτες είναι συνεπείς και ματώνουν για να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Ακόμη χειρότερα: στις επόμενες γενιές των Ελλήνων, δηλαδή στα βρέφη και σε όσους δεν έχουν ακόμα γεννηθεί στον τόπο μας.

Το εντυπωσιακό της υπόθεσης είναι ότι περισσότερο απ’ όλους τους επαγγελματικούς και επιχειρηματικούς κλάδους ακούγονται οι εκπρόσωποι εκείνων των δραστηριοτήτων που βρίσκονται στις πρώτες θέσεις της «μαύρης λίστας» των ελεγκτικών αρχών, της ΑΑΔΕ, της εφορίας, των ασφαλιστικών ταμείων. Κάτι που θα εξακολουθήσει να ισχύει όσο υπάρχει η πανδημία και θα παραμείνει και όταν περάσει το κακό και επιστρέψουμε –αν και όποτε- στην κανονικότητα.

Στη Θεσσαλονίκη η μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας από το εμπόριο και την εστίαση δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα. Η μετατροπή της πόλης σε καφέ αλά… Βίλνιους (sic) με παραχώρηση δημόσιου χώρου για να αναπτυχθούν τραπεζοκαθίσματα πιθανόν να βοηθήσει. Για να δουλέψει, όμως, το σύστημα πέραν του χώρου απαιτείται η προσέλευση θαμώνων με οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν για καφέ, ποτό και φαγητό και –το κυριότερο- διάθεση. Χρειάζεται χρόνος. Όσο για το εμπόριο οι δυσκολίες είναι ακόμη μεγαλύτερες. Η κατανάλωση χωρίς βόλτα δε λέει και βόλτα χωρίς χαλαρότητα δεν νοείται. Τώρα αν υπάρχει η δυνατότητα χαλάρωσης με μάσκες, γάντια, αντισηπτικά και διαρκή έννοια για το που θα ακουμπήσω και ποιος θα με πλησιάσει μένει να φανεί.

ΥΓ. Ψυχραιμία παιδιά!
ΥΓ2. Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, λίγα χρόνια μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, Γάλλοι διπλωμάτες χαρακτήρισαν τους Έλληνες ως «κακομαθημένα παιδιά της ιστορίας». Προφανώς επειδή δεν μπορούσαν να αντιληφθούν ότι η εξέλιξη μιας επαρχίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε κράτος δυτικού τύπου απαιτούσε χρόνο. Όταν επί 400 χρόνια ο ελληνικός χώρος βίωνε τον Οθωμανικό ζυγό στην Ευρώπη συντελείτο η Αναγέννηση. Μάλλον ο ιστορικός χρόνος δεν εκβιάζεται, ούτε καν στην εποχή του Διαδικτύου και των smartphones…