Skip to main content

Σαρηγιάννης: Αδύνατο να έχουμε την επανάληψη ενός Τσερνομπίλ (vid)

Οι αντιδραστήρες του πυρηνικού σταθμού στη Ζαπορίζια δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς του Τσερνόμπιλ σύμφωνα με τον καθηγητή Περιβαλλοντικής Μηχανικής.

Για την ανησυχία που νιώθει πολύς κόσμος μετά την πυρκαγιά στον μεγαλύτερο πυρηνικό σταθμό της Ευρώπης, αυτόν της Ζαπορίζια, καθώς και για τους κινδύνους ενός πυρηνικού ατυχήματος, μίλησε ο καθηγητής περιβαλλοντικής μηχανικής ΑΠΘ, δρ πυρηνικής μηχανικής Δημοσθένης Σαρηγιάννης.

Όπως είπε στη Βεργίνα Τηλεόραση, «είναι αδύνατο να έχουμε επανάληψη ενός Τσερνόμπιλ» διευκρίνισε ο κ. Σαρηγιάννης εξηγώντας ότι λόγω του σχεδιασμού των πυρηνικών αντιδραστήρων που υπάρχουν στην Ουκρανία οι αντιδραστήρες αυτοί λειτουργούν χρησιμοποιώντας νερό υπό πίεση ως ψυκτικό μέσο, σε αντίθεση με τους αντιδραστήρες  του Τσερνόμπιλ. Ακόμη και το βασικό σχεδιαστικό μειονέκτημα που είχε ο αντιδραστήρας του Τσερνόμπιλ και το οποίο οδήγησε  στην έκρηξη που έγινε «στην περίπτωση των αντιδραστήρων της Ουκρανίας δεν υφίσταται πια». Το ίδιο ατύχημα δεν μπορεί να συμβεί υποστήριξε ο κ. Σαρηγιάννης τονίζοντας ωστόσο ότι αυτό που μπορεί να συμβεί είναι «να υπάρξει διασπορά ραδιενέργειας π.χ. λόγω χτυπήματος από πύραυλο, σε μία από τις εγκαταστάσεις που διαχειρίζονται τα πυρηνικά απόβλητα του πυρηνικού σταθμού».

Το πρόβλημα της πυρηνικής ενέργειας είναι κυρίως το πρόβλημα των αποβλήτων της και λιγότερο της ασφάλειας, αποκάλυψε ο κ. Σαρηγιάννης  σημειώνοντας ότι υπάρχουν συστήματα παθητικής ασφάλειας που καταφέρνουν να μην επιτρέψουν στον αντιδραστήρα να πάθει κάτι. «Τα απόβλητα είναι πιο ευάλωτα» τόνισε.

Όσον αφορά την εκτόξευση ρωσικών ρουκετών εναντίον του ερευνητικού ινστιτούτου στο Χάρκοβο, στο οποίο υπάρχει πυρηνικό υλικό κι ένας αντιδραστήρας, αλλά και την προειδοποίηση της εθνικής ασφάλειας της Ουκρανίας ότι «ένα χτύπημα θα μπορούσε να οδηγήσει σε οικολογική καταστροφή μεγάλης κλίμακας», ο κ. Σαρηγιάννης είπε ότι υπάρχει πολύ μικρή ποσότητα ραδιενεργού υλικού κι άρα δεν υπάρχει πραγματικό πρόβλημα. Ωστόσο «το παρακολουθεί συνεχώς και η επιστημονική κοινότητα και η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας».