Skip to main content

Η υποχώρηση του λαϊκισμού στη ΔΕΘ με τα λιγότερα «θα»

Όσα ακούστηκαν κατά καιρούς από το βήμα της ΔΕΘ από τους εν ενεργεία ή υποψήφιους πρωθυπουργούς συνετέλεσαν στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας.

του Νίκου Ηλιάδη

Η φετινή ΔΕΘ ήταν μια από τις διοργανώσεις με τα λιγότερα «θα». Τόσο από πλευράς πρωθυπουργού όσο και από αυτήν του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Είναι κοινή η παραδοχή ότι το βήμα της Διεθνούς Εκθέσεως λειτούργησε επί σειρά ετών ως οιονεί προεκλογικό μπαλκόνι. Όσα ακούστηκαν κατά καιρούς από το βήμα του συνεδριακού κέντρου «Ι. Βελλίδης» από τους εν ενεργεία ή τους υποψήφιους πρωθυπουργούς συνετέλεσαν, ως ένα βαθμό, στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας.

Από την «επανίδρυση του κράτους» του Κώστα Καραμανλή το 2003, ως το «Λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου το 2009 και από τα «Ζάππεια» το 2010 και το success story το 2014 του Αντώνη Σαμαρά, ως το «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» του Αλέξη Τσίπρα το 2014 και το «Παράλληλο Πρόγραμμα» το 2015. Αν αθροίσει κανείς όλες τις κατά καιρούς εξαγγελίες και υποσχέσεις από το βήμα της ΔΕΘ δεν αποκλείεται να υπερβαίνουν ακόμη και το σημερινό χρέος της χώρας.

Ωστόσο, η 82η ΔΕΘ είχε την τύχη να απέχει σημαντικά από την επόμενη εκλογική αναμέτρηση, με βάση τα έως τώρα τουλάχιστον δεδομένα. Αυτό, αποφόρτισε κάπως το πολιτικό κλίμα και επέτρεψε στο πολιτικό προσωπικό να βάλει φρένο στη δημαγωγία και στις ανέξοδες υποσχέσεις. Κάτι ανάλογο συνέβη και πέρυσι όπου επίσης απουσίαζαν οι εκλογικές φορτίσεις.

Βεβαίως, πέραν της ευνοϊκής συγκυρίας, η υποχώρηση του λαϊκισμού οφείλεται και στο γεγονός ότι οι βασικοί πρωταγωνιστές του πολιτικού παιχνιδιού δείχνουν να συνειδητοποιούν ότι το ακροατήριο δεν ανέχεται άλλη κοροϊδία. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν θα μπορούσε να επαναλανσάρει ούτε μια παράγραφο από το «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» από το οποίο δεν υλοποίησε ούτε ένα «και». Παράλληλα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει πολύ καλά πως εάν επιδιδόταν σε υποσχεσιολογία θα έχανε πολιτικό κεφάλαιο καθώς και μέρος της αξιοπιστίας του.

Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός και μόνο ότι το κόστος του λαϊκισμού υποχώρησε από τα 12 δισ. ευρώ, όσο είχε κοστολογηθεί το 2014 το «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» στα περίπου 2 δισ. ευρώ που υπολογίζονται οι φετινές υποσχέσεις, κυρίως στον τομέα των φοροαπαλλαγών, είναι ασφαλώς ενθαρρυντικό σημάδι. Αρκεί, βεβαίως, η υποχώρηση του λαϊκισμού να μην αποδειχθεί πρόσκαιρη και να μην ξαναφουντώσει, όταν θα πλησιάζουμε ξανά προς τις επόμενες εκλογές.