Skip to main content

Σφοδρή αντιπαράθεση στη Βουλή για την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων

Aντιπαράθεση μεταξύ του υπουργού Εσωτερικών, Γ. Ραγκούση, και κομμάτων της Αντιπολίτευσης, κυρίως της ΝΔ, σημειώθηκε στην επί της αρχής δεύτερη συνεδρίαση του νομοσχεδίου για την επιλογή των προϊσταμέ
Σφοδρή αντιπαράθεση μεταξύ του υπουργού Εσωτερικών, Ιω. Ραγκούση, και κομμάτων της Αντιπολίτευσης, κυρίως της ΝΔ, σημειώθηκε στην επί της αρχής δεύτερη συνεδρίαση του νομοσχεδίου για την επιλογή των προϊσταμένων οργανικών μονάδων της δημόσιας διοίκησης, με αιχμή την προσθήκη διάταξης, που αφορά στον πρωθυπουργό, αλλά και επί των ρυθμίσεων του σχεδίου νόμου.

Υπενθυμίζεται ότι η ρύθμιση δίνει τη δυνατότητα στον πρωθυπουργό να αναθέσει απευθείας σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα την εκπόνηση μελετών ή την παροχή υπηρεσιών και να καθορίζει το αντικείμενο, τον χρόνο παροχής της μελέτης ή της υπηρεσίας, καθώς και να συστήνει επιτροπές και ομάδες εργασίας για τη μελέτη, αξιολόγηση και διατύπωση προτάσεων, να ορίζει τη διάρκεια λειτουργίας τους, το αντικείμενό τους και τα μέλη τους.

Ο πρωθυπουργός δύναται να το κάνει αυτό, όπως αναφέρεται στο κείμενο της ρύθμισης, ενεργώντας στο πλαίσιο των κατά το Σύνταγμα και τους νόμους αρμοδιοτήτων του με απόφασή του, που δημοσιεύεται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως, σε θέματα κατεπείγουσας και μείζονος για το εθνικό συμφέρον σημασίας, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής, ή ειδικής, διάταξης και τηρουμένων των γενικών αρχών του κοινοτικού δικαίου.

Ο κ. Ραγκούσης -με αφορμή την τοποθέτηση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στη Βουλή, κατά του νομοσχεδίου και την αναφορά του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κόμματος, Κ. Τζαβάρα (σσ. «πώς τολμήσατε να φέρετε τέτοια προσθήκη; Το θέμα δεν είναι να κυβερνάτε, αλλά να κυβερνάτε νόμιμα»)- αναφέρθηκε και στην τοποθέτηση του Αντώνη Σαμαρά επί του νομοσχεδίου καταλογίζοντάς του προσωπική πολιτική ευθύνη. Παράλληλα, μίλησε για μια δεύτερη ευκαιρία της Νέας Δημοκρατίας να αναβαπτισθεί, ως παράταξη, με την αλλαγή της ηγεσίας, που χάνει καταψηφίζοντας ένα νομοσχέδιο τομή για την αλλαγή της δημόσιας διοίκησης.

«Είναι απορίας άξιον πώς αναλαμβάνει προσωπικά τέτοια προσωπική πολιτική ευθύνη ο πρόεδρος της ΝΔ. Η ενημέρωση που μας ήρθε χθες το βράδυ ότι ο ίδιος προσωπικά ο πρόεδρος της ΝΔ, έσπευσε -δεν ξέρουμε, δεν μας ενδιαφέρει, δεν μας επιτρέπεται να μας ενδιαφέρει κι ούτε ποτέ θα μάθουμε ποιος έβαλε αυτές τις λέξεις στο στόμα του- σε διαμετρικά αντίθετη προσέγγιση για το νομοσχέδιο, που έκανε ο εισηγητής της ΝΔ, να μιλήσει για νόμους οι οποίοι είναι απαράδεκτοι, να μνημονεύσει μακαρίτες άλλων εποχών, οι οποίοι ήταν υπουργοί, είναι μια πολιτική ευθύνη που δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να καταλάβουμε πως την πήρε. Όσο κι αν ο κ. Σαμαράς έχει αποφασίσει να υβρίζει και να προβοκάρει, να προκαλεί την κυβέρνηση, η ιστορία θα καταγράψει το δεύτερο μεγαλοπρεπές όχι της ΝΔ και της ηγεσίας της σε ένα νομοσχέδιο, σε ένα σύστημα απόλυτης αξιοκρατίας και αδιαφάνειας για τη λειτουργία του Δημοσίου και την επιλογή των προϊσταμένων», είπε ο υπουργός Εσωτερικών.

Απευθυνόμενος στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο υπουργός ανέφερε «είχατε μια δεύτερη ευκαιρία με την αλλαγή της ηγεσίας να αναβαπτιστείτε ως παράταξη. Δεν μπορούσατε να μας κάνετε πολιτικά πιο μεγάλο δώρο από το να καταψηφίσετε και αυτό το νομοσχέδιο, υπερασπιζόμενοι όλες εκείνες τις πρακτικές της κυβέρνησης Καραμανλή, γιατί αποκαλύπτετε στον ελληνικό λαό ότι είσαστε απλώς μια συνέχεια αυτού, που έζησε ο ελληνικός λαός τα προηγούμενα χρόνια. Όμως αυτό που θα παραμείνει είναι μια χαμένη ευκαιρία για το Κοινοβούλιο και κυρίως για την αξιωματική αντιπολίτευση να συνδράμει μια προσπάθεια πραγματικής μεταβολής των δεδομένων λειτουργίας του ελληνικού κράτους».

Απαντώντας στην κριτική που άσκησαν όλες οι πτέρυγες του Κοινοβουλίου σχετικά με την προσθήκη διάταξης για τον πρωθυπουργό, ειδικά, όμως, αναφερόμενος στις εκφράσεις που χρησιμοποιήθηκαν, όπως είπε ο κ. Ραγκούσης από τον κ. Τζαβάρα, τις χαρακτήρισε «απαράδεκτες», ενώ συνολικά επί της επιχειρηματολογίας της ΝΔ μίλησε για «φανατισμένη προσπάθεια», «κακή στιγμή της Αντιπολίτευσης», «λαϊκισμό», «διαστρέβλωση», «ανευθυνότητα», «ανακρίβειες», που «φτάνουν στα όρια της προσβολής» και «εκστρατεία λάσπης και δυσφήμισης στον πρωθυπουργό». «Υπενθύμισε» ότι ο Γ. Παπανδρέου ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απευθυνόταν στον Κ. Καραμανλή, λέγοντας «δεν αμφισβητώ το προσωπικό σας ήθος».

Καταλόγισε, ακόμη, στους βουλευτές της ΝΔ ότι δεν συνυπολόγισαν το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός, αυτό το 48ωρο, κορυφώνει μια εθνική μάχη να μην καταρρεύσει η Ελλάδα. «Είναι ένα πισώπλατο χτύπημα αυτό που επιχειρήσατε. Και θα έχει την πολιτική ευθύνη ο κ. Σαμαράς γι αυτό το οποίο επιχείρησε κι αυτό το οποίο εισηγήθηκε να κάνετε», ανέφερε ο κ. Ραγκούσης.

Προηγουμένως, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ, Κ. Τζαβάρας, αναφερόμενος στην προσθήκη ρύθμισης, είπε προς τον υπουργό ότι ματαιοπονεί να αναφέρεται στον νόμο του 1985, διότι με κείνη ο νομοθέτης ενίσχυε το πρωθυπουργικό γραφείο με επιστημονικό προσωπικό και δεν θεσμοθετούσε για ανάθεση μελετών και υπηρεσιών. Ξαφνικά - όπως είπε - ο πρωθυπουργός περιβάλλεται με αρμοδιότητες που εκφεύγουν από τις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρμοδιότητές του κι έχει τη δυνατότητα να αναθέτει την προμήθεια υπηρεσιών, είτε είναι ημεδαπό είτε αλλοδαπό πρόσωπο.

Ο συνειρμός -ανέφερε- γίνεται με τον αρχιτέκτονα που παρουσιαζόταν ως αναμορφωτής των φυσικών τοπίων στην Ελλάδα. Ακόμη αναρωτήθηκε μήπως ο πρωθυπουργός θέλει να κηδεμονεύει τους υπουργούς τους δημιουργώντας υπερυπουργούς. «Πώς τολμήσατε να φέρετε τέτοια προσθήκη; Το θέμα δεν είναι να κυβερνάτε, αλλά να κυβερνάτε νόμιμα. Θεωρώ ότι έχετε δημοκρατική υποχρέωση και συνταγματικό καθήκον να την αποσύρετε, διότι είναι μνημείο συνταγματικής ντροπής» είπε τέλος.

Ο πρ. υπουργός Δικαιοσύνης, Ν. Δένδιας, μίλησε για «προκλητική τροπολογία», ειδικά υπό τις παρούσε συνθήκες, «ηθικά απαράδεκτη, αφού ενώ τηρεί την κοινοτική νομοθεσία, επιφυλάσσει για τον πρωθυπουργό την δυνατότητα παρέκκλισης από την εθνική νομοθεσία». Επίσης, ο τ. υπουργός Δικαιοσύνης, Σ. Χατζηγάκης, είπε πως η ρύθμιση αυτή καταργεί τους θεσμούς και δημιουργεί υποψίες και σύννεφο αμφιβολιών για τη σωστή διαχείριση των χρημάτων του Δημοσίου.

«Σας παρακαλώ για τελευταία φορά να την αποσύρετε. Με αυτή αναδεικνύονται πάνω από τους υπουργούς τα πρόσωπα που θα ορίζει ο πρωθυπουργός», συνέστησε στον κ. Ραγκούση ο πρ. υφυπουργός Εσωτερικών, Χρ. Ζώης.

Ο εισηγητής της ΝΔ, Γρ. Αποστολάκος, διερωτήθηκε γιατί ο πρωθυπουργός εμπιστεύεται ομάδες αλλοδαπών συμβούλων κι όχι έμπειρα και ικανά στελέχη της δημόσιας διοίκησης.

«Ξέρετε τι λέει ο κόσμος; Ότι ο πρωθυπουργός, όπου δεν μπορεί να προσπεράσει την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, αποφασίζει μόνος του. Μην επιμείνετε στην προσθήκη, διότι ανατρέπει την όποια προσπάθεια της κυβέρνησης να φέρει αξιοκρατία», ανέφερε η βουλευτής της ΝΔ, Φ. Πιπιλή.

Για προσθήκη που δημιουργεί «θεσμικό άβατο» για τον πρωθυπουργό, μίλησε ο Ν. Παπακωνσταντίνου εκ μέρους του ΚΚΕ. «Αν είχα τέτοια δημοσιεύματα για θεσμική εκτροπή και αυτοκρατορική διάταξη, θα προβληματιζόμουν περισσότερο», είπε προς τον υπουργό ο Αγ. Κολοκοτρώνης από το ΛΑΟΣ. Ο Φ. Κουβέλης (ΣΥΡΙΖΑ), κατά την πρωτολογία του, ζήτησε να αποσυρθεί η ρύθμιση ως «δημοκρατικά μη ορθή», που δίνει «υπερτροφική εξουσία στον πρωθυπουργό».

«Πρόκειται για ρύθμιση, που έρχεται να καλύψει την ανάγκη του πρωθυπουργού -όχι του σημερινού απλώς, αλλά του εκάστοτε- να διαθέτει πρόσθετα εργαλεία αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων σε περιόδους κρίσεων και για την υπεράσπιση του εθνικού συμφέροντος», απάντησε ο υπουργός Εσωτερικών.

«Η κρίση που διέρχεται η χώρα γέννησε την ανάγκη αυτή», πρόσθεσε και επικαλέστηκε την εισηγητική έκθεση της διάταξης για να δηλώσει πως δύσκολα θα αντιδράσει κανείς στην προσέγγιση που γίνεται σε αυτή. Επανέλαβε ακόμη την αναφορά του στον νόμο 1558 του 1985 για να τονίσει πως «αυτή αποδραματοποίησε την αντίδραση της Αντιπολίτευσης». Επιπλέον, υπεραμύνθηκε της καθαρότητας της διάταξης και του διαφανούς τρόπου με τον οποίο την έφερε στο Κοινοβούλιο η κυβέρνηση. «Ήρθαμε πεντακάθαρα να πούμε προς τη Βουλή, υπάρχει ανάγκη να δώσει στον πρωθυπουργό πρόσθετα εργαλεία να αντιμετωπίσει την εθνική ανάγκη και με την προϋπόθεση να την εγκρίνει το Κοινοβούλιο. Δεν ήρθε από την πίσω πόρτα, ούτε στην Ολομέλεια απευθείας».