Skip to main content

Κοιτάσματα 250 δισ. στην Ελλάδα-Οι υδρογονάνθρακες στον Θερμαϊκό κι η λεκάνη στη Χαλκιδική

Τι δείχνει η ειδική έκθεση της Επιτροπής Υδρογονανθράκων του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης για τις περιοχές ενδιαφέροντος

Σημαντικές κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου σε θαλάσσιες και χερσαίες περιοχές δυνητικής αξίας 250 δισ. ευρώ διαθέτει η χώρα σύμφωνα με την ειδική έκθεση της Επιτροπής Υδρογονανθράκων του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ).

Η έκθεσε με τίτλο «Οικονομικά και Γεωπολιτικά Οφέλη από την Αξιοποίηση Υδρογονανθράκων στην Ελλάδα», παρουσιάστηκε σε διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου σήμερα, μόλις λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για επιτάχυνση των ερευνών για την ανεύρεση φυσικού αερίου σε συνεργασία με ιδιώτες, εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης που έχει προκαλέσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι κυρώσεις στη Ρωσία.

Σύμφωνα με την έρευνα, στις θαλάσσιες περιοχές όπου έχουν διεξαχθεί αναγνωριστικές σεισμικές έρευνες έχουν ήδη προδιαγραφεί περισσότεροι από 30 πιθανοί ερευνητικοί στόχοι, οι οποίοι με συμπληρωματικές έρευνες θα μπορούσαν να αναδειχθούν σε στόχους ερευνητικών γεωτρήσεων για ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Λαμβάνοντας υπόψη ότι θα είναι επιτυχημένο το 1/4 των γεωτρήσεων στις γεωλογικές δομές που έχουν εντοπιστεί στις θαλάσσιες περιοχές του Ιονίου και νοτίως και δυτικώς της Κρήτης, υπολογίζεται πως οι δομές αυτές θα μπορούσαν να φιλοξενούν δυνητικά αποθέματα της τάξης των 70-90 τρισ. κυβικών ποδιών αερίου, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΔΕΥ20, ικανών να καλύψουν το 15%-20% των καταναλώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα, από τις υπάρχουσες σεισμικές καταγραφές στον ελλαδικό χώρο είναι χαρτογραφημένες περίπου 40 γεωλογικές δομές, οι οποίες χρήζουν περαιτέρω γεωφυσικών και γεωτρητικών μελετών για την πιστοποίηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου.

Ο πρόεδρος και εκτελεστικός διευθυντής του ΙΕΝΕ, Κωστής Σταμπολής, σημείωσε ότι οι υδρογονάνθρακες για Ελλάδα δεν είναι μία αφηρημένη έννοια, αλλά μία έννοια που αγγίζει όλους τους πολίτες σε καθημερινή βάση είτε ως καταναλωτές πετρελαίου ή είτε ως καταναλωτές φυσικού αερίου ή ηλεκτρισμού, καθώς το 50% της ηλεκτρική ενέργειας παράγεται από φυσικό αέριο. Όπως ανέφερε, πέρσι η Ελλάδα πλήρωσε 8 δισ. για εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου και το νούμερο για το 2022 θα ξεπεράσει τα 10 δισ. ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 6 με 7% του ΑΕΠ.

Ο κ. Σταμπολής τόνισε πως η εκμετάλλευση των ελληνικών κοιτασμάτων θα έχει πολύ σημαντικό οικονομικό, αλλά και γεωπολιτικό αποτύπωμα, καθώς σχετίζεται με την οριοθέτηση των ΑΟΖ και των υφαλοκρηπίδων, ενώ σημειώσε πως δεν αντιβαίνει στην πράσινη ατζέντα της ΕΕ, δεδομένου ότι οι ΑΠΕ χρειάζονται υποστήριξη έως ότου μπορέσουν να καλύψουν τις ενεργειακές ανάγκες της χώρας.

Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Επιτροπής Υδρογονανθράκων, γεωλόγος Τερέζα Φωκιανού, επισήμανε πως η Ελλάδα έχει την έβδομη μεγαλύτερη ενεργειακή εξάρτηση στην ΕΕ των 28 χωρών με 73,6%. «Η παρούσα ενεργειακή κρίση βρίσκει τη χώρα μας εντελώς εκτεθειμένη με κίνδυνο απειλής της ενεργειακής της ασφάλειας. Μετά την εγκατάλειψη των έργων έρευνας για πετρέλαιο και φυσικό αέριο σε συνδυασμό με την άμεσα επιχειρούμενη απολιγνιτοποίηση η χώρα εξαρτάται από εισαγωγές 100% από το πανάκριβο φυσικό αέριο και από το πετρέλαιο για την τροφοδοσία ηλεκτροπαραγωγής από μονάδες βάσης, καθώς δεν υπάρχει τεχνική δυνατότητα αποθήκευσης με οικονομικούς όρους ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε πως με τις παραχωρήσεις εκμετάλλευσης ασκείται έμπρακτα το κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας.

Η κ. Φωκιανού παρέθεσε τις προτάσεις του ινστιτούτου προς την Πολιτεία, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με βάση τη μελέτη, λέγοντας πως απαιτείται ξεκάθαρη πολιτική βούληση για την στήριξη της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων, άρση των οποίων γραφειοκρατικών εμποδίων που δυσχεραίνουν την έγκαιρη αδειοδότηση, κυβερνητική παρότρυνση προς τις παραχωρησιούχες εταιρείες να επισπεύσουν τις έρευνες και θέσουν στόχους για ερευνητικές γεωτρήσεις και προσέλκυση νέων επενδυτών με προκηρύξεις νέων διαγωνισμών σε μεγάλες θαλάσσιες εκτάσεις, για τις οποίες υπάρχουν ερευνητικά δεδομένα.

Στις περιοχές που παρουσιάζουν ερευνητικό ενδιαφέρον παρουσίασε το μέλος της ομάδας εργασίας, Γιάννης Γρηγορίου. «Τα τεχνικά στοιχεία που έχουν συλλεχθεί κυρίως τα τελευταία δέκα χρόνια, αλλά και αυτά που είχαμε στο παρελθόν, ιδίως τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 δείχνουν ότι χώρα έχει υδρογονάνθρακες με πολύ μεγάλες πιθανότητες οι περισσότεροι από αυτούς να είναι φυσικό αέριο. Μάλιστα στις θαλάσσιες περιοχές του Θερμαϊκού, του Ιονίου, πέριξ της Κρήτης, γύρω από Θάσο έχουν καταγραφεί πολλοί γεωλογικοί στόχοι που απαιτούν βέβαια κι άλλη δουλειά που μπορούν να μας δώσουν κοιτάσματα φυσικού αερίου. Αυτά σύμφωνα και με τις εκθέσεις που υπάρχουν μπορούν να φτάνουν τα 2 με 2,5 τρισεκατομμύρια κυβικά, αριθμοί πολύ μεγάλοι για τη χώρα που εν δυνάμει με αυτά της Κύπρου και του Ισραήλ μπορούν να καλύπτουν το 20% των αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ανέφερε. Ο κ. Γρηγορίου υπογράμμισε πως με τις τιμές που ίσχυαν προ κρίσης τα κοιτάσματα είναι αξιοποιήσιμα και θα είναι όταν ισορροπήσει η κατάσταση, αναφέροντας ότι η εκτίμηση των 250 δισ. της αξίας τους είναι με συντηρητικούς υπολογισμούς.

Τι δείχνει η έκθεση

Σύμφωνα με την έκθεση, τα αποτελέσματα των μέχρι σήμερα επιστημονικών ερευνών υποδεικνύουν ότι στην Ελλάδα υπάρχουν περιοχές που παρουσιάζουν επιχειρηματικό ενδιαφέρον για την πιθανή ανακάλυψη υδρογονανθράκων, χωρίς όμως να παραβλέπεται το γεγονός ότι οι γεωλογικοί κίνδυνοι αποτυχίας δεν είναι αμελητέοι. Σε περιοχές με αποδεδειγμένη την ύπαρξη πετρελαϊκού συστήματος (π.χ. Ήπειρος, Β. Ιόνιο, Πατραϊκός, Κυπαρισσιακός, ΒΔ Πελοπόννησος, Θερμαϊκός, Ορφανός, Θρακικό Πέλαγος, κ.λπ.), οι μέχρι σήμερα έρευνες είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικές αλλά απαιτείται περαιτέρω συστηματική γεωφυσική και γεωτρητική έρευνα για τον εντοπισμό πιθανών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων φυσικού αερίου.

Σε άλλες περιοχές της χώρας (π.χ. Γρεβενά), παρά την ύπαρξη κάποιων ενθαρρυντικών γεωλογικών στοιχείων, τις θεωρίες και τις επιμέρους απόψεις που κατά καιρούς ακούγονται έντονα, τα μέχρι στιγμής υπάρχοντα ερευνητικά δεδομένα είναι περιορισμένα και ανώριμα, μη επιβεβαιώνοντας, προς το παρόν τουλάχιστον, την ύπαρξη πετρελαϊκού συστήματος, οπότε σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες επιχειρησιακές δυσκολίες (έντονο τοπογραφικό ανάγλυφο) καθιστούν δύσκολη την ανάληψη επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Ορισμένες θαλάσσιες περιοχές στο νότια του Ιονίου πελάγους και μέχρι το Αιγαίο πέλαγος (θαλάσσιος χώρος της Κρήτης, μεταξύ Ρόδου – Κύπρου) είναι σε γενικές γραμμές ανεξερεύνητες αλλά έχουν εν δυνάμει ιδιαίτερο γεωλογικό ενδιαφέρον (επιπρόσθετα από συμβατικούς υδρογονάνθρακες είναι πιθανή η ύπαρξη κοιτασμάτων υδριτών).

Σύμφωνα με τους περισσότερους έγκριτους μελετητές, οι πετρελαιοπιθανές λεκάνες της χώρας εντοπίζονται σε τρεις ευρείες γεωγραφικές περιοχές:

• Σε αυτές της Δυτικής Ελλάδας, οι οποίες περιλαμβάνουν τις γεωτεκτονικές ζώνες του Γαβρόβου, της Ιόνιας και της Προαπούλιας (ή ζώνη Παξών), καθώς και τις υπερκείμενες μεταλπικές λεκάνες με κλαστικά ιζήματα του Νεογενούς και Τεταρτογενούς. Όσον αφορά τις χερσαίες γεωλογικές λεκάνες πετρελαιοπιθανού ενδιαφέροντος, η πρώτη εντοπίζεται στη Δυτική Ελλάδα σε περιοχή που εκτείνεται από τα αλβανικά σύνορα κατά μήκος της Ηπείρου, της Αιτωλοακαρνανίας, της βορειοδυτικής Πελοποννήσου μέχρι τον Μεσσηνιακό Κόλπο. Μια δεύτερη περιοχή διαγράφεται δυτικά των Γρεβενών από τα σύνορα της Βόρειας Μακεδονίας μέχρι και τη Θεσσαλία. Η συνολική έκταση των πετρελαιοπιθανών αυτών χερσαίων περιοχών είναι της τάξης των 40,000 τετραγωνικών χιλιομέτρων.

• Στις λεκάνες της Ανατολικής Ελλάδας με μεταλπικά ιζήματα του Τριτογενούς Ηώκαινο – Ολιγόκαινο και Μειόκεινο – Πλειόκαινο) και του Τεταρτογενούς. Οι λεκάνες αυτές συναντώνται στη Χαλκιδική, στη Δυτική Μακεδονία, στη Θράκη στο Θρακικό πέλαγος. Ενώ έχουμε και τις υποθαλάσσιες γεωλογικές λεκάνες στο Αιγαίο Πέλαγος που παρουσιάζουν πετρελαιοπιθανό ενδιαφέρον. Aυτές εντοπίζονται στο βόρειο Αιγαίο Πέλαγος, από τις ακτές της Θράκης, γύρω από τη νήσο Θάσο μέχρι και τον Θερμαϊκό Κόλπο. Επίσης, υπάρχουν ορισμένες μικρές περιοχές ενδιαφέροντος στο κεντρικό και νότιο Αιγαίο, αλλά ιδιαίτερα στον θαλάσσιο χώρο βόρεια της Κρήτης. Η συνολική έκταση των θαλάσσιων αυτών περιοχών του Αιγαίου Πελάγους είναι της τάξης των 25,000 χλμ2.

• Στις υποθαλάσσιες πετρελαιοπιθανές ιζηματογενείς γεωλογικές λεκάνες στο Ιόνιο Πέλαγος και Νότια και ΝΔ της Κρήτης που καλύπτουν όλο σχεδόν τον θαλάσσιο χώρο της ελληνικής θαλάσσιας επικράτειας, όπως αυτή ορίζεται από τα ισχύοντα θαλάσσια όρια με την Ιταλία ή βάσει του ισχύοντος διεθνούς δικαίου με την Αλβανία, Αίγυπτο, Λιβύη, Κύπρο και Τουρκία. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η τεχνολογία έρευνας και παραγωγής κοιτασμάτων υδρογονανθράκων περιορίζεται σήμερα σε θαλάσσια βάθη μικρότερα των 3,500 μέτρων ύδατος, οι περιοχές αυτές δεν υπολογίζονται στην αξιολόγηση και τις εκτιμήσεις για το μέγεθος των αναμενομένων εγχώριων πόρων υδρογονανθράκων. Η συνολική ερευνητικά ωφέλιμη έκταση ιζηματογενών πετρελαιοπιθανών λεκανών του Ιονίου πελάγους και Νότια της Κρήτης ανέρχεται συνολικά σε 340,000 χλμ2. Με βάση τα παραπάνω, η συνολική εγχώρια έκταση ιζηματογενών πετρελαιοπιθανών λεκανών στην Ελλάδα ανέρχεται σε 410,000 χλμ2.

Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες επιστημονικές ανακοινώσεις, η Ελλάδα διαθέτει επτά βεβαιωμένα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, σε Πρίνο, Βόρειο Πρίνο, Νότια Καβάλα, Έψιλον, Επανομή, Δυτικό Κατάκολο και Αλυκές Ζακύνθου. Υπάρχουν, επίσης, ισχυρές ενδείξεις για ύπαρξη υδρογονανθράκων σε Ήπειρο, Αιτωλοακαρνανία, ΒΔ Πελοπόννησο, Ιόνιο Πέλαγος, Δυτικά, Νοτιοδυτικά και Νότια της Κρήτης, σε περιοχές του Θερμαϊκού και Βόρειου Αιγαίου και στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα της Ανατολικής Μεσογείου.