Skip to main content

Συνέδριο ΣΥΡΙΖΑ: Χάθηκε μια χρυσή ευκαιρία, πλέον η τύχη του εξαρτάται από «τρίτους»

Το συνέδριο απέφυγε να ασχοληθεί με τα μείζονα τα οποία θα ήθελαν να ακούσουν κυρίως οι πολίτες οι οποίοι στήριξαν το κόμμα τα προηγούμενα χρόνια

Ένας σχετικά ασφαλής τρόπος για να αξιολογήσεις την επιτυχία ή όχι ενός κομματικού συνεδρίου είναι να μετρήσεις πόσο καιρό διαρκεί η αύρα του. Σήμερα, μία εβδομάδα μετά την ολοκλήρωσή του, ουδείς ασχολείται με το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από τα επιτελεία των δύο εσωκομματικών στρατοπέδων, "προεδρικών" και "ομπρέλας", τα οποία προετοιμάζονται για την αναμέτρηση της 15ης Μαΐου όταν θα στηθούν κάλπες για την εκλογή των νέων μελών της Κεντρικής Επιτροπής (με την επανεκλογή του Αλέξη Τσίπρα ουδείς προφανώς πρόκειται να ασχοληθεί).

Αλλά και για όσες μέρες διήρκεσε η μετασυνεδριακή συζήτηση, διόλου δεν ωφέλησε τον ΣΥΡΙΖΑ καθώς οι δηλώσεις Σκουρλέτη και η αιφνίδια απομάκρυνση του Νίκου Ξυδάκη από τη διεύθυνση του ραδιοσταθμού "Στο Κόκκινο", παρέτειναν την εσωστρέφεια που κυριάρχησε και στο συνέδριο με αφορμή καθαρά διαδικαστικά, καταστατικά θέματα.

Αυτό ακριβώς ήταν και το πρόβλημα του συνεδρίου. Ότι ασχολήθηκε πρωτίστως με ήσσονος σημασίας ζητήματα, τα οποία δεν ενδιαφέρουν κανέναν άλλον, πέραν των παροικούντων την Κουμουνδούρου και απέφυγε να ασχοληθεί με τα σπουδαιότερα τα οποία θα ήθελε να ακούσει η κοινή γνώμη και κυρίως οι πολίτες οι οποίοι στήριξαν το κόμμα τα προηγούμενα χρόνια και τώρα το αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη.

Ένα απ' αυτά είναι η αναζήτηση των βαθύτερων αιτιών οι οποίες οδήγησαν στη βαριά, τριπλή εκλογική ήττα του 2019. Η συζήτηση εκκρεμούσε και όλοι πίστευαν πως θα γινόταν στο συνέδριο. Εις μάτην όμως, με αποτέλεσμα οι σελίδες αυτές στο κομματικό βιβλίο να παραμένουν λευκές. Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί επ' αυτού διάφορες αιτιάσεις οι οποίες όμως δεν συνθέτουν κάποια σοβαρή και συνάμα πειστική αποτίμηση της ήττας.

Ασφαλώς υπήρξαν πολιτικές και γεγονότα τα οποία επέσυραν πολιτικό κόστος στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Η τραγωδία στο Μάτι, η συμφωνία των Πρεσπών, η υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης, η παρωδία του δημοψηφίσματος κ.ο.κ. Όμως τα περισσότερα από αυτά συνέβησαν στη διάρκεια της δεύτερης κυβερνητικής θητείας, αλλά στο μεταξύ ο ΣΥΡΙΖΑ έπαψε να είναι πρώτο κόμμα στις δημοσκοπήσεις, ήδη από τις αρχές του 2016. Μόλις, δηλαδή, η κοινή γνώμη μπόρεσε να μεταβολίσει τη μεγάλη κωλοτούμπα με τη συνεπακόλουθη υπογραφή του τρίτου μνημονίου.

Συνεπώς, άλλες υπήρξαν οι βαθύτερες αιτίες της ήττας τις οποίες πολλοί γνωρίζουν αλλά κανείς δεν έχει την τόλμη να τις διατυπώσει ευθέως. Ούτε καν η εσωκομματική αντιπολίτευση γιατί έχει κι αυτή τις ευθύνες της καθώς συνέπραξε αναντίρρητα στα πάντα. Δεν μπορεί για παράδειγμα να μη γίνεται καμία συζήτηση για την παρά φύση συγκυβέρνηση με ένα κατ' ουσία ακροδεξιό κόμμα και έναν εκπρόσωπο της πολιτικής φαιδρότητας όπως ο Καμμένος. Δεν μπορείς να γίνεις πιστευτός όταν μιλάς τώρα για "προοδευτική διακυβέρνηση" ενώ παραμένει ανοιχτό το πρόσφατο αμαρτωλό παρελθόν σου με τους ψεκασμένους.

Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο το οποίο έλειψε από την αίθουσα του τάε κβο ντο είναι η νέα πολιτική πρόταση διακυβέρνησης παρότι βρισκόμαστε σε οιονεί προεκλογική περίοδο. Η εισαγωγική ομιλία του Αλέξη Τσίπρα δεν ήταν παρά η επικαιροποίηση του περίφημου "προγράμματος της Θεσσαλονίκης", με ελάχιστες προσμείξεις πολιτικού ρεαλισμού, ανίκανες όμως, να διασκεδάσουν την καχυποψία με την οποία αντιμετωπίζονται από την κοινή γνώμη οι νέες πλειοδοσίες. Κι αυτό διότι δεν υπήρξε καμία αυτοκριτική για τα περίφημα "θα καταργήσουμε το μνημόνιο με έναν νόμο και ένα άρθρο" ή ότι "ο ΕΝΦΙΑ είναι φόρος παράλογος, δεν διορθώνεται, καταργείται" και πολλά άλλα. Χωρίς καθαρή αυτοκριτική για όλες τις παλιές αμαρτίες, ακόμη και εάν υπάρξει στο εγγύς μέλλον κάποια σοβαρή πολιτική πρόταση διακυβέρνησης θα προσκρούσει πάνω στο τείχος δυσπιστίας που υπάρχει ακόμη στην κοινή γνώμη.

Το τρίτο ζήτημα το οποίο έμεινε αναπάντητο από το συνέδριο αφορά τα θεμελιώδη στοιχεία της πολιτικής ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Η κουτοπόνηρη και επιτειδευμένη σύγχυση, και με την Ουκρανία, αλλά και κατανόηση στον Πούτιν, και υπέρ του εμβολίου αλλά και συμπάθεια προς τους αντιεμβολιαστές, θολώνει το πολιτικό στίγμα του κόμματος, συντηρώντας την επιφυλακτικότητα με την οποία το αντιμετωπίζουν οι πολίτες. Η αμφιταλάντευση ανάμεσα στη "θεσμική προσήλωση" και στον δήθεν "ριζοσπαστισμό", ανάμεσα στον "ρεαλισμό" και στον "πολακισμό", το μόνο που καταφέρνει είναι να δυσαρεστεί τους οπαδούς και της μιας και της άλλης σχολής. Επιπλέον, η απουσία αυτοκριτικής για παλιές κυβερνητικές πρακτικές τύπου Παπαγγελόπουλου και Παππά, όπως και οι πολακικές υστερίες ότι "τη δεύτερη φορά θα είναι αλλιώς" αντιστρατεύονται την προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα για διεύρυνση προς το Κέντρο.

Όλα τα ανωτέρω, πέρα από τα αίτια της τριπλής εκλογικής ήττας του 2019 εξηγούν και γιατί, τρία χρόνια μετά τις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να υπολείπεται δημοσκοπικά της Νέας Δημοκρατίας. Στο συνέδριο είχε την ευκαιρία να δώσει αυτές τις απαντήσεις. Δεν το τόλμησε και, πλέον, δεν μπορεί να είναι εκείνος που θα ορίζει τις πολιτικές εξελίξεις. Είναι αναγκασμένος να ποντάρει σε εξωγενείς παράγοντες, όπως η πανδημία και η ακρίβεια, περιμένοντας υπομονετικά τη φθορά που θα επιφέρουν στο κυβερνών κόμμα.