Skip to main content

Στ. Κωνσταντινίδης: «Αναζητώντας την κανονικότητα» εν μέσω πανδημίας

Σε μια βιβλιοπαρουσίαση διαφορετική από τις άλλες λόγω των μέτρων του κορωνοϊού, έγινε ένας εκτενής σχολιασμός στην παρούσα επικαιρότητα.

Γύρω από την έννοια της κανονικότητας η οποία κυριαρχεί και στον τίτλο, εκτυλίχθηκε η συζήτηση που έγινε κατά την παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου του Σταύρου Κωνσταντινίδη, χθες το βράδυ, στο ουζερί “Αγορά”.

Ήταν μια εκδήλωση με ιδιαιτερότητες καθώς έπρεπε να υπακούσει στους προληπτικούς περιορισμούς λόγω covid-19, ωστόσο οι απόψεις των συνολικά έξι ομιλητών οι οποίοι μίλησαν για το βιβλίο “Αναζητώντας την κανονικότητα” (εκδόσεις Επίκεντρο),  ξεδιπλώθηκαν χωρίς κανέναν απολύτως περιορισμό.

Η συγγραφέας Σώτη Τριανταφύλλου η οποία προλογίζει το βιβλίο, μίλησε μέσω διαδικτύου λέγοντας πως κανονικότητα σημαίνει το προφανές, δηλαδή η τήρηση των νόμων και ο σεβασμός στους θεσμούς. “Να καταλαβαίνουμε τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις μας, τα δικαιώματα πράγματι τα καταλαβαίνουμε, αλλά με τις υποχρεώσεις υπάρχουν πολλά σκοτεινά σημεία”, ανέφερε. Προσέθεσε, δε, πως η κανονικότητα συνεπάγεται ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο καθώς και μια πιο ισότιμη σύνδεση με τον υπόλοιπο κόσμο, με την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και με τον κόσμο του Πολιτισμού.

Ο συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης σημείωσε πως “κανονικότητα δεν είναι μόνον η ευνομία και ο σεβασμός προς τους θεσμούς. Είναι μια σχέση πολύ βαθύτερη που σχετίζεται με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του καθένα”, “δεν υπάρχουν πρότυπα”, επισήμανε, ενώ τόνισε παράλληλα ότι η κανονικότητα εμπεριέχει ουσιαστικά και την αμφισβήτησή της “δεν υπάρχει κανονικότητα χωρίς την άρνηση της κανονικότητας”. Μιλώντας ειδικότερα για τη Θεσσαλονίκη διερωτήθηκε “πώς μπορείς να βρεις κανονικότητα στην πόλη χωρίς δημόσιες συγκοινωνίες;”.

Ο ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ, συγκοινωνιολόγος Σπύρος Βούγιας και επί μακρόν συνεργάτης και συνοδοιπόρος του Στ. Κωνσταντινίδη, μίλησε για την μακροχρόνια κοινή πορεία τους, από τη σχέση καθηγητή-φοιτητή αρχικά, η οποία μεταλλάχθηκε στη συνέχεια σε φιλική, συνεργατική, αλλά και σε κοινή πολιτική διαδρομή. Αναφερόμενος στην κανονικότητα ο Σπ. Βούγιας είπε πως “αυτό αποτελεί το μείζον πρόβλημα της χώρας”, προσθέτοντας πως “έχει γίνει αντικείμενο ειρωνείας και χλευασμού. Είναι αυτό που μας λείπει για να γίνουμε κανονική χώρα”. Ανέφερε, δε, ως χαρακτηριστικά παραδείγματα κανονικότητας την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου καθώς και την επικράτηση του επιστημονικού λόγου έναντι του πολιτικού κατά τη διαχείριση της πανδημίας.

Η ψυχολόγος-ψυχαναλύτρια Κασσιανή Φελέκη σκιαγράφησε με το δικό της τρόπο το προφίλ του συγγραφέα, ανατρέχοντας στα παιδικά χρόνια του, λέγοντας ότι οι εμπειρίες του, στο περίπτερο του πατέρα του, στον Βαρδάρι, τον διαμόρφωσαν σε έναν λαϊκό άνθρωπο, του πεζοδρομίου και τον ώθησαν να ασχοληθεί με αυτό που προσδιορίζεται ως “δημόσιος χώρος”. “Συνδέθηκε με την πόλη, την αγάπησε, αλλά συγχρόνως τη μελετά και προσπαθεί να την αλλάξει”, σημείωση η Κασ. Φελέκη.

Παρεμβαίνοντας στη συζήτηση ο τέως δήμαρχος Γιάννης Μπουτάρης είπε πως κανονικότητα θα πει να ζούμε με κανόνες. Τάχθηκε όμως, υπέρ της αναζήτησης μιας νέας κανονικότητας λέγοντας πως “η επιστροφή στην κανονικότητα που είχαμε έως και πρόσφατα θα ήταν ο απόλυτος παραλογισμός”. Στηλίτευσε επίσης το γεγονός ότι κοντά ένα 8% ψηφίζουν Βελόπουλο και Βαρουφάκη, λέγοντας πως “αυτό δεν μπορώ να το εξηγήσω, θέλουν ομαδικό ψυχίατρο”.

Μιλώντας για το βιβλίο του ο συγγραφέας και συγκοινωνιολόγος Στ. Κωνσταντινίδης είπε πως “αυτό είναι το πιο ώριμο σε σχέση με όλα τα προηγούμενα βιβλία μου”. Εξήγησε πως χωρίζεται σε τρία κεφάλαια, το πρώτο αφορά γνωστά πρόσωπα της πόλης με τα οποία ζυμώνεται άπαξ εβδομαδιαίως στο στέκι τους στο Eden, το δεύτερο κεφάλαιο περιλαμβάνει πολιτικά κείμενα ιδωμένα μέσα από το ψυχαναλυτικό πεδίο των πολιτικών πρωταγωνιστών και τέλος, παραθέτει και προτάσεις για τα ζητήματα της πόλης, αλλά και για γενικότερα θέματα όπως αυτά της κλιματικής αλλαγής, την αειφορίας, της βιώσιμης κινητικότητας κ.λπ.

Τη συζήτηση συντόνισε ο συγγραφέας και εκδότης του Επίκεντρου, Πέτρος Παπασαραντόπουλος ο οποίος περιέγραψε τον συγγραφέα του βιβλίου ως “υπερασπιστή των αρχών της φιλελεύθερης Δημοκρατίας” και ως “μαχητικό, δημόσιο διανοούμενο”.